Μέρος 3ο
Μεγάλη προσοχή πρέπει να δείχνουμε εμείς οι δάσκαλοι στον τρόπο που αγγίζουμε και χαϊδεύουμε τον μαθητή ή την μαθήτριά μας. Μπορούμε να αγκαλιάσουμε, να φιλήσουμε, να χαϊδέψουμε τα κεφαλάκια τους, τους ώμους ή τα χεράκια τους. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνουν οι άνδρες συνάδελφοι. Θυμάμαι μια περίπτωση συναδέλφου που είχε πάρει το τμήμα μου στη ΣΤ’ τάξη. Κάποια κορίτσια είχαν γίνει σωστές γυναίκες. Καθώς περνούσα στο διάλειμμα από την τάξη τους, έβλεπα το δάσκαλο στην έδρα του να τον χαϊδολογούν ένα τσούρμο πιτσιρίκια. Άλλη του πείραζε τα μαλλιά, άλλη ακουμπούσε στην πλάτη του κι άλλη καθόταν στα γόνατά του. Την πρώτη φορά ξαφνιάστηκα, γιατί λίγο το ‘χεις να παρεξηγηθείς; Δεν είπα τίποτα, τη δεύτερη όμως φορά, μπροστά στο ίδιο σκηνικό, στάθηκα στην πόρτα, αστειευόμενη τάχα:
«Βρε κορίτσια! Θα πνίξετε το δάσκαλό σας! Γιατί δεν κατεβαίνετε να παίξετε; Δεν είπαμε ότι στο διάλειμμα δεν μένουμε μέσα; Βαγγέλη διώξτες να πάνε να παίξουν, σε κατσιάσανε!».
Ο συνάδελφος ήταν παντρεμένος, ήσυχος άνθρωπος και αναρωτιόμουν γιατί φερόταν έτσι. Τόσο αθώος ήταν; Όταν και την τρίτη φορά είδα το σκηνικό, με δύο μαντραχαλούδες να χοροπηδάνε στα γόνατά του, μπήκα μέσα, έβαλα φωνή ότι ενοχλούν το δάσκαλό τους, πως πρέπει να δείχνουν μεγαλύτερο σεβασμό και πως, αν τις ξανάβλεπα μέσα στην τάξη, θα το ανέφερα στον Διευθυντή.
«Για να μη σε μουρλαίνουν Βαγγέλη μου, δικαιολογήθηκα, ενώ έπρεπε να του έλεγα πως μπορούσε να παρεξηγηθεί… Φοβήθηκα όμως την αντίδρασή του. Αγκαλιές στα γόνατα δεν ξανάδα, η αλήθεια όμως είναι πως απέφευγα να περάσω από κει πλέον και ένιωθα ολίγον τι ρίψασπις.
Μια άλλη φορά πηγαίναμε επίσκεψη στην Ακρόπολη. Ήμουν σε άλλο σχολείο και είχα εντοπίσει έναν δάσκαλο πάντα με ένα παιδί στα γόνατά του. Το ίδιο είδα και μέσα στο λεωφορείο. Ενώ υπήρχαν θέσεις, σήκωνε από ένα κοριτσάκι, καθόταν στη θέση του και το έπαιρνε αγκαλιά. Το ‘καμε μια, το ‘καμε δυο, το ‘καμε τρεις… Ε, δεν άντεξα.
«Σπύρο, σε παρακαλώ, κάθισε στη θέση σου. Απαγορεύεται να σηκωνόμαστε ή να καθόμαστε με άλλον αγκαλιά… Είναι και θέμα ασφάλειας… Αν ο οδηγός φρενάρει απότομα θα έχουμε τραυματισμό. Σε παρακαλώ, πήγαινε στη θέση σου.»
Το ‘σωσα. Το είπα και χαμογελαστά, όμως τα μάτια μου ήταν αγέλαστα. Ο Σπύρος υπάκουσε, όπως είχε υπακούσει και ο επιστάτης, τον οποίον όποτε τον έβλεπα, καθόταν μ’ ένα παιδάκι αγκαλιά. Σχεδόν πάνω στην κοιλιά του. Κάποια στιγμή τον ρώτησα:
«Δεν είναι κουραστικό να τα ‘χετε αγκαλιά όλη την ώρα; Θα μουδιάσουν τα πόδια σας. Αφήστε τα να παίξουν κύριε Αντώνη, ξεκουραστείτε κι εσείς…»
Όχι ότι έκοψε τη «συνήθεια», αλλά, κυρίως όταν με έβλεπε, σηκωνόταν όρθιος και πήγαινε στην καντίνα.
Πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί… Τόσα συμβαίνουν… Δεν πρέπει να δίνουμε αφορμές για περίεργες υποθέσεις, ούτε να ενοχοποιηθούμε αδίκως. Δεν επιτρέπεται να πεις: «Μα δεν μου πέρασε από το μυαλό…». Όχι… Είσαι δάσκαλος και όλα πρέπει να σου περνούν από το μυαλό. Τα παιδιά τώρα μεγαλώνουν γρήγορα, έχουν ένα σωρό ερεθίσματα, πρέπει να τα προστατέψουμε και όχι να τροφοδοτούμε αμφιλεγόμενες καταστάσεις. Εσένα θα σου άρεσε να έβλεπες την κόρη σου, πάνω στην ανάπτυξή της, να την νταχταρίζει στα γόνατά του ένας άντρας; Εγώ πάντως δεν θα ήθελα να δω κάτι τέτοιο. Άρα, πρέπει να είμαστε – το ξαναλέω – πολύ προσεκτικοί και υποψιασμένοι… Ειδικά στις μεγάλες τάξεις, που τα κορίτσια έχουν ανησυχίες και μερικές ονειρεύονται τον πρίγκιπα πάνω στο άσπρο άτι. Και,, εξάλλου, τώρα μιλάμε για γεγονότα που τα έχω ξεχωρίσει επειδή δεν είναι και τόσο «ορθόδοξα».
Δύσκολο να αποφύγει κανείς τα κινητά τηλέφωνα. Απαγορεύεις να τα φέρνουν σχολείο, όμως όλο και κάποιο σου ξεφεύγει. Στο Γυμνάσιο, μπορεί να το χρησιμοποιήσουν και για άλλες καταστάσεις. Στο Δημοτικό είναι αλλιώτικα. Εντείνεται αν υπάρχει μεγαλύτερο αδέρφι που σίγουρα έχει δείξει πράγματα στο μικρότερο.
Στις μικρές τάξεις κάποιο παιδί θα φέρει και θα δείξει – το συνηθέστερο – βιντεάκια με θρίλερ. Κομμένα κεφάλια, φαντάσματα, ματοβαμμένα κορμιά, γίνονται αντικείμενα έντονης θεαματικότητας.
«Άσε το φως του διαδρόμου ανοιχτό! Και μη μου κλείσετε την πόρτα: Δεν μπορώ να κοιμηθώ στο σκοτάδι!»
«Πάλι θρίλερ βλέπατε στο διάλειμμα Σέργιε; Ποιο είδες αυτή τη φορά;»
«Την Μπλάντι-Μέρι! Έλαα… άναψε το φως! Μην το κλείνεις…»
«Πόσες φορές σου έχουμε πει να μην ξανακοιτάξεις τέτοια πράγματα;»
«Μα όλοι το είδαν!»
«Όλοι; Να πάω να το πω τώρα στη δασκάλα σου ή καλύτερα στη Διευθύντριά σου;»
«Όχι! Θα με πούνε καρφί! Ουάάά! Δεν σας ξαναλέω τίποταααα! Άσε το φως!! Δεν θα ξανακοιτάξω»
Και βέβαια ξανακοίταξε… Να μην πουν οι άλλοι ότι είναι φοβητσιάρης… Άσε που η περιέργεια είναι τόσο μεγάλη, που καταπατάει όλες τις υποσχέσεις. Και η σκηνή, το επόμενο βράδυ επαναλαμβάνεται:
«Τι συμβαίνει Σέργιε; Γιατί άναψες όλα τα φώτα; Πώς θα μπορέσεις να κοιμηθείς;»
«Μην τα σβήσεις! Άσταααα!»
«Άκου, πας πια Ε΄ τάξη, μπορείς να επιβληθείς στον εαυτό σου και να πεις στους άλλους: Εγώ άλλο δεν θέλω να δω αυτά τα βίντεο. Υποσχέθηκες ότι έτσι θα απαντήσεις.. Δεν το έκανες; Ε, τότε καλά να πάθεις!»
«Καλά, αλλά τώρα άσε τα φώτα ανοιχτά!»
Ρώτησα γιατί δεν το ανέφεραν στη δασκάλα. Μου είπαν ότι το παιδί που έφερνε αυτά τα βίντεο στο σχολείο, ήταν γιος φιλικής τους οικογένειας.
«Ε, ακόμη πιο εύκολο. Συζήτησέ το με τη μαμά του παιδιού»
«Δεν το παίρνεις στα σοβαρά και δεν θέλω να χαλάσουν οι σχέσεις μας…»
Έτσι όμως ο μικρός θα έχει για πολύ καιρό εφιάλτες, κάτι που σίγουρα θα έχει και ο συμμαθητής του που φέρνει τα φρικιαστικά βίντεο.
Στη ΣΤ’ τάξη είχα πιάσει κινητό με ακατάλληλες εικόνες και βιντεάκια πορνό. Ο Διευθυντής κράτησε το κινητό και καλέσαμε τη μητέρα. Ήρθε λέγοντάς μου με ύφος ότι στεναχωρήθηκε, φοβούμενη μη χαθεί το κινητό της που ήταν πανάκριβο… Όσο για το περιεχόμενο, ε, τι να γίνει, παιδιά είναι. Στον διάδρομο φώναξε στο παιδί της ότι έγινε αιτία να τη σέρνουν στο σχολείο. Πήρε το κινητό και έφυγε περισσότερο ενοχλημένη απ’ όταν ήρθε.
Πήρα τηλέφωνο μια άλλη μητέρα και της είπα πόσο ωραίο συναίσθημα είναι ο έρωτας και είναι κρίμα ο Ζορζ να έχει διαστρεβλωμένη εικόνα για τον έρωτα, βλέποντας τα πορνό βιντεάκια που είπε στους συμμαθητές του ότι βλέπει στον ηλεκτρονικό του υπολογιστή το βράδυ αργά, όταν η μαμά του κοιμάται.
Η μητέρα του μου απάντησε ότι ξέρει ότι το παιδί της μπαίνει σε αυτές τις σελίδες, αλλά δεν την πειράζει. Διότι έτσι αποδεικνύεται ότι γίνεται άντρας σωστός.
Άλλος μαθητής, πολύ καλός, ερχόταν νυσταγμένος κάθε μέρα… Μετά από συζητήσεις αποκαλύφθηκε ότι το παιδί έμενε όλη νύχτα στον υπολογιστή του. Ο πατέρας ταξίδευε και η μητέρα μου είπε ότι παίρνει χάπια για να κοιμηθεί και δεν μπορεί να ελέγχει τον Παύλο.
Μίλησα στο ίδιο το παιδί, συζήτησα πολύ μαζί του, αλλά συχνά πυκνά, έβλεπα επιτέλους κάτω από τα μάτια του, ενώ ο ίδιος ήταν αρκετά απόμακρος και μοναχικός…
Αλλοίμονο αν στο Δημοτικό δεν βάζουμε όρια. Με τα όρια – όσο κι αν το παιδί αντιδρά – νιώθει προστατευμένο. Πρέπει να υπάρχει απαραιτήτως η γονεϊκή επιτήρηση, όχι βέβαια με βάρβαρο τρόπο. Ο ψυχίατρος έλεγε:
«Βάλτε όρια στο παιδί σας. Στο Δημοτικό θα είστε μπροστά του και θα το καθοδηγείτε. Στο Γυμνάσιο θα περπατάτε δίπλα του και στο Λύκειο θα βαδίζετε από πίσω του».
Αυτά τα λόγια δεν πρέπει να τα ξεχάσει κανένας γονιός και κανείς δάσκαλος. Έχουν μεγάλη αλήθεια μέσα τους.
Ο γονιός πρέπει να συμβουλεύει διαρκώς και να μην κουραστεί ποτέ. Τα παιδιά, όσα τους λέμε τα στοιβάζουν μέσα σε ένα σεντούκι. Το κλειδώνουν τον καιρό της εφηβείας τους και το ανοίγουν όταν φτιάξουν δική τους οικογένεια. Τότε ανασύρουν από μέσα τρόπους συμπεριφοράς και διδαχές. Αλλοίμονο στα παιδιά που δεν έχουν να ανοίξουν κανένα σεντούκι, διότι ο γονιός τους όταν έπρεπε να είναι παρόν, ήταν απών… Αυτό το πολύτιμο σεντούκι κουβαλάμε, όσοι από μας είχαν την τύχη να έχουν ΣΩΣΤΟΥΣ γονιούς, που νοιάζονταν, όχι μόνο για την τροφή που αναπτύσσει το σώμα, αλλά και την τροφή που δομεί στο παιδί έναν υγιή χαρακτήρα και συνθέτει μια γερή προσωπικότητα. Μπορεί να κρατάμε το σεντούκι μας κλεισμένο στην εφηβεία μας και στα ανέμελα νιάτα μας· όταν φτιάξουμε όμως τη δική μας οικογένεια το ανοίγουμε και ανασύρουμε μνήμες και πρότυπα συμπεριφοράς. Και αυτό γιατί οι γονείς μας δεν κουράστηκαν ποτέ να ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΥΝ και να ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΟΥΝ.
Την περίπτωση των αρρωστημένων καταστάσεων, που επαναπροβάλλουμε λανθασμένα, βίαια, τραγικά πρότυπα, δεν θα τη συζητήσουμε τώρα. Εκεί η κληρονομική νοσηρότητα καταστρέφει, εξαθλιώνει και αλίμονο στα θύματα-παιδιά. Άλλη φορά όμως αυτά…
Επίσης, κάτι που θα πρέπει να τονίσω, είναι το ντύσιμό μας στο χώρο εργασίας. «Κραγμένη» εμφάνιση μόνο μία φορά συνάντησα. Ήταν άντρας. Θα τον πεις αντισυμβατικό με την αρνητική έννοια. Μεταξωτή σομόν καζάκα με V ντεκολτέ. Φαρδιά λευκή παντελόνα. Τρία τεράστια δαχτυλίδια στο ένα χέρι, άλλα δύο εντυπωσιακά στο άλλο. Περίεργη εκφορά λόγου, ιδιάζων χαρακτήρας. Είχε αλλάξει ένα σωρό σχολεία και προτιμούσε τα ολοήμερα.
Άλλη περίπτωση αφορούσε συνάδελφο με ψυχολογικά προβλήματα. Δεν έπαιρνε τάξη, κάποιες ώρες μόνο στο ολοήμερο. Ακόμα έχω στ’ αυτιά μου τις φωνές του, όποτε κάτι τον εκνεύριζε μέσα στο τμήμα. Νομίζω ότι τέτοιες περιπτώσεις πρέπει να απασχολούνται σε γραφεία για το καλό όλων. Για τις συνθήκες εργασίας, τις σχέσεις μεταξύ συναδέλφων και μεταξύ δασκάλου και γονιού, θα μιλήσω άλλη φορά. Είναι ένα μεγάλο και πολύ σοβαρό θέμα.
Αυτή τη φορά μας απασχόλησαν κάποιες ιδιάζουσες περιπτώσεις συμπεριφοράς μαθητών, που δύσκολα συζητιούνται. Όσο και αν δεν είναι συχνές, υπάρχουν όμως και εύχομαι όσα έγραψα να βοηθήσουν κάποιον νέο συνάδελφο που πιθανόν αντιμετωπίσει κάτι παρόμοιο. Ακόμα και αυτές οι περιπτώσεις κάνουν το λειτούργημά μας ξεχωριστό. Και, γνωρίζοντας πόσο καταλυτική είναι η παρουσία μας στη ζωή του μαθητή μας, το κάνουν ιδιαίτερα ευλογημένο.
Όσο δύσκολη και αν είναι μία περίπτωση, μπορεί να αντιμετωπιστεί με την κατάλληλη υποστήριξη του ειδικού, την ουσιαστική συζήτηση με τον γονέα, την απέραντη υπομονή μας και την προσφορά ατέλειωτης αγάπης εκ μέρους μας προς τον μαθητή ή την μαθήτριά μας.
Για τα παιδιά με ΔΕΠΥ και πρόβλημα διαχείρισης θυμού, έχω μιλήσει εκτενώς σε άλλο άρθρο μου.
Θα κλείσω με την περίπτωση του Ιβάν (ας πούμε). Τα παιδιά από άλλη χώρα δεν μπορούν πάντα να βοηθηθούν σπίτι τους από τους γονείς τους, διότι πολλές φορές δεν γνωρίζουν καλά την ελληνική γλώσσα. Έτσι, ο Ιβάν, πήγαινε σπίτι του, μιλούσαν στη μητρική του γλώσσα, έγραφε ό,τι μπορούσε και ερχόταν σχολείο μισοδιαβασμένος. Από την Α΄ τάξη ακόμα. Τότε, είχα μεγάλες τάξεις, Ε΄ και ΣΤ΄. οι πόρτες μας έβγαζαν σε έναν κοινό διάδρομο.
Μια μέρα λοιπόν, άκουσα φωνές δυνατές, κάτι που είχε ξανασυμβεί. Βγήκα να δω τι συμβαίνει. Μία νεαρή κοπέλα που κρατούσε ένα πιτσιρίκι στο χέρι και φεύγοντας φώναζε. Την σταμάτησα ευγενικά.
«Τι συμβαίνει κορίτσι μου. Είστε καλά; Απλώς, χαμήλωσε τη φωνή σου – και χίλια συγγνώμη – αλλά ακούγεστε πολύ και ενοχλούνται οι γύρω τάξεις. Τι πάθατε; Ε, νεαρέ; Έχεις κι ωραία μάτια βλέπω!».
Με κοίταξε έκπληκτη στην αρχή κάπως δύσπιστα και μετά μου είπε:
«Όλο ο Ιβάν φταίει. .ο Ιβάν ετούτο, ο Ιβάν το άλλο, κανείς άλλος δεν φταίει; Θα πάρω τον εαυτό μου απ’ αυτό το σχολείο, δεν γίνεται άλλο…»
«Ο μπαμπάς σας; Η μαμά σας;»
«Είναι στη δουλειά, μόνο εγώ μπορώ να έρθω… Και παίρνω άδεια ή αργώ γιατί πηγαίνω Γ΄ Γυμνασίου»
Ο ήρεμος τόνος μου, η συγγνώμη, τα λόγια για τα ματάκια του αδερφού της, την ηρέμησαν εντελώς… Έπρεπε κι εγώ κάπως να την πλησιάσω. Και τα κατάφερα…
«Αν ξανάρθεις πέρνα να σε δω, πώς σε λένε;»
Έφυγε χαμογελαστή. Ζήτησα κι έμαθα. Μου τον παρουσίασαν σαν τον «Ιβάν τον Τρομερό». Έδερνε τα παιδιά, δεν πρόσεχε στην τάξη, έβριζε, χαλούσε τα παιχνίδια στο διάλειμμα, κανείς δεν τον ήθελε… Ήταν ο αποδιοπομπαίος τράγος, ένα παιδί με τρομερά προβλήματα συμπεριφοράς, που δεν ήθελε κανείς να τον κάνει παρέα. Ήταν και γεροδεμένος στη Δ΄ τάξη κι όλους τους κοπανούσε. Και στα μαθήματα πολύ πίσω. Οι γονείς εργάζοντο, η αδελφή του ερχόταν, όποτε η δασκάλα ειδοποιούσε για κάποια ατασθαλία του Ιβάν.
Την αδελφή την ξαναείδα έξαλλη στον διάδρομο κι άλλη φορά.
«Δεν είπαμε να μην φωνάζεις; Εσύ μια τόσο όμορφη δεσποινίδα; Πώς πας στα μαθήματα; Θα ακολουθήσεις τεχνικό λύκειο;»
Έφυγε πάλι ήρεμη, χαμογελαστή, λέγοντάς μου ότι αν ξαναρχόταν, θα έψαχνε να με βρει και μου τόνισε ότι αυτή διαβάζει όσο μπορεί τον αδελφό της, γιατί έχει και τα δικά της μαθήματα.
Η τύχη τα ‘φερε την άλλη χρονιά στην Ε΄ τάξη, να έχω το τμήμα του αδερφού της! Ήρθε και με βρήκε όλο χαρά. Απ’ τις πρώτες μου έγνοιες, σαν μπήκα στην τάξη, ήταν να σβήσω την αόρατη ταμπέλα που είχαν κρεμάσει στον Ιβάν και έγραφε: «Ο φόβος και ο τρόμος! Μακριά του!».
Συζητήσαμε πολύ μέσα στην τάξη. Τους έφερνα πολλά παραδείγματα συμπεριφοράς, λέγοντάς τους διάφορες ιστορίες. Τον Ιβάν τον έβαλα σ’ ένα θρανίο κοντά στην έδρα. Φρόντιζα να τον ρωτώ πράγματα που μπορούσε να απαντήσει και επαινούσα υπέρ του δέοντος κάθε σωστή του εργασία. Όσες φορές ήρθαν έξαλλα παιδιά για να του πουν ότι τα έσπρωξε ο Ιβάν στο διάλειμμα, αρχίζαμε καινούργιες εξισορροπητικές συζητήσεις, εξομαλύνοντας καταστάσεις.
«Αν θέλεις Ιβάν, εγώ στα διαλείμματα μένω μέσα· όποτε δεν καταλάβεις κάτι από το μάθημα κάτσε να στο εξηγήσω».
Μαζί μου, πολλές φορές στα διαλείμματα, έμεναν και κάποια κοριτσάκια που μου έπαιρναν την άδεια να μείνουν για να ζωγραφίσουν τις φωτοτυπίες μας. Δηλαδή, ανάλογα με τις ανάγκες της τάξεως, κάθε χρονιά έγραφα φωτοτυπίες για την ιστορία, για τη γραμματική και την αριθμητική. Στο πίσω μέρος ζωγράφιζα επίκαιρα θέματα, τρυφερά. Στο τέλος της χρονιάς δέναμε σε βιβλίο τις φωτοτυπίες. Τα παιδιά λάτρευαν να χρωματίσουν τις ζωγραφιές που είχαν θέματα αγαπημένα και κάποια μένανε στο διάλειμμα, που καθόμουν και εγώ στην τάξη. Πολλοί μαθητές έφτιαχναν αριστουργήματα! Ο συνδυασμός των χρωμάτων υπέροχος κι όταν δένονταν σε βιβλίο ήταν όνειρο να γυρίζεις τις σελίδες του.
Μαζί μας λοιπόν, άρχισε να μένει και ο Ιβάν. Στην αρχή για να του δείξω κάτι σε μία άσκηση. Μετά για να ζωγραφίσει. Ώσπου φτάσαμε να μη θέλει να ξεκολλήσει από δίπλα μου.
«Βγες λίγο να παίξεις Ιβάν!»
«Όχι κυρία, θα ζωγραφίσω κι εγώ. Μου αρέσει εδώ μαζί σας»
Είχε γίνει ένα αγνώριστο παιδί. Όχι ότι εξαλείφθησαν δια παντός οι τσακωμοί. Δεν θα ήταν και φυσιολογικό. Είχαν όμως ελαττωθεί κατά πολύ. Στη συγκέντρωση γονέων γνώρισα τους γονείς του και μου είπαν ότι εφέτος ο Ιβάν θέλει να έρχεται σχολείο και «σας αγαπάει πολύ κυρία». Στο θεατρικό που θα παίζαμε στο τέλος της χρονιάς του έδωσα κανονικό ρόλο. Βλέποντάς τον να ανταποκρίνεται στις πρόβες, τα παιδιά άρχισαν να τον κοιτάζουν με άλλο μάτι. Ώστε ο Ιβάν μπορούσε κάπου να είναι καλός… Τα καταφέρνει και στη ζωγραφική… Και δεν θυμώνει πια όπως παλιά… Και άρχισαν να τον προσεγγίζουν θετικά. Έπαψαν οι ομηρικοί καυγάδες. Έσβησε πια ο μύθος του «Ιβάν του Τρομερού».
Μια μέρα, σε συζήτηση μέσα στη τάξη, έμαθα ότι κάποια παιδιά έτρωγαν και καμιά ανάστροφη σπίτι τους από τους γονείς τους.
«Να πείτε στη μαμά και στον μπαμπά, πως τους παραγγέλνει η δασκάλα σας, να μη σας χτυπήσουν ποτέ στο κεφάλι και ποτέ στο πρόσωπο»
«Εμένα κυρία ο πατέρας μου με έχει δείρει με τον πλάστη της κουζίνας, στην πλάτη»
Ήταν ο Ιβάν. Τον ρώτησα αν συνέβαινε τακτικά και μου είπε «Όχι, μόνο όταν είμαι κακό παιδί». Πάγωσα. Και αναρωτιόντουσαν γιατί ο Ιβάν ήταν επιθετικός; Είχε ψάξει κανείς μέχρι τώρα, γιατί ο Ιβάν κτυπούσε με τόση μανία και ήταν τόσο εριστικός; Φέτος βρήκε μια φωλιά. Δεν τον απέρριψαν. Συμμετείχε στις δραστηριότητες. Ηρέμησε κατά πολύ. Και επιπλέον, με τη συζήτηση, που πιστεύω ότι φέρνει πάντα κοντά δάσκαλο και μαθητή, με τον κατάλληλο τρόπο διατυπωμένη η έγνοια μου, έμαθα πολλά.
«Δεν πιστεύω να τρελαίνετε τους γονείς σας με τις ζαβολιές σας και να τις αρπάζετε αραιά και που; Αλήθεια, τις τρώει κανείς από ‘δω μέσα; Εμένα στην ηλικία σας, μια φορά που αντιμίλησα στη μαμά μου στη μέση του δρόμου, μου τράβηξε τις κοτσίδες!»
Μια ανάλαφρη, τάχατες, ερώτηση, με τον εαυτό μου για παράδειγμα και όλη η τάξη έτρεξε πρόθυμα να μου απαντήσει:
«Εμένα κυρία καμιά φορά στα πόδια! Αλλά δεν πονάω»
«Εμένα μου ‘χει τραβήξει το αυτί!»
«Κι εμένα με χτύπησε στην πλάτη με τον πλάστη».
Τόσος πόνος, τόση αδικία… Πρέπει κάπου να εκτονωθούν… Κι έβγαιναν με ακράτητο θυμό σε όποιον τον πείραζε.
Φέτος όμως, βρήκε αποδοχή. Άλλαξε το κλίμα της τάξης. Άρχισε να έρχεται σχολείο με χαρά. Άρχισε να μου κάνει μικρά δωράκια… Μία καραμέλα, ένα λουλουδάκι, μία ζωγραφιά… Τον είχα έγνοια… Μια φορά που δεν ήρθε και δεν απαντούσε στο τηλέφωνο κανείς, πήγα στην πολυκατοικία που έμενε και χτύπησα το κουδούνι. Η μητέρα του μου είπε πως δεν είχε φορτίσει το κινητό και ο Ιβάν έμεινε σπίτι γιατί είχε λίγο πυρετό. Βρήκα την ευκαιρία και της μίλησα, χωρίς να μαρτυρήσω το παιδί.
«Αχ, πόσο θα κουράζεστε – και τα αγόρια – ξέρω από τον ανιψιό μου – είναι πολύ άτακτα. Είμαι σήμερα στενοχωρημένη γιατί έμαθα ότι ο γιος της φίλης μου, ο πατέρας του τού έδωσε ένα δυνατό χαστούκι, επειδή έσπασε ένα βάζο με τη μπάλα και τώρα τρέχουν το παιδί στο νοσοκομείο, γιατί πειράχτηκε το τύμπανο του αυτιού και ο γιατρός είπε πως μπορεί το παιδί να κουφαθεί… Είδατε καλή μου τι μπορεί να συμβεί στην άλλη; Εγώ το λέω: Δεν απλώνουμε ποτέ χέρι στο παιδί μας, γιατί αν συμβεί κάτι, θα πάμε και φυλακή».
Ο Θεός να με συγχωρέσει για την ιστορία που επινόησα, όμως βρήκα το στόχο μου. Η μάνα είχε κοκκινίσει χίλιες φορές όσο μιλούσα.
«Ε, κι εμείς κυρία Πολυάνθη δίνουμε καμιά ξυλιά που και που στον Ιβάν, γιατί έρχεται ο πατέρας του, κουρασμένος κι αυτός, ακόμη δεν έχει τελειώσει τα μαθήματά του ή δεν θέλει να τον βοηθήσει η αδελφή του.
«Να μην ξανασχοληθείτε για το διάβασμα του Ιβάν. Αφήστε να έρθει άγραφτος, θα τον αναλάβω εγώ. Να μην ενοχληθεί ο σύζυγός σας άλλη φορά με το διάβασμα του Ιβάν. Πέστε του ότι μιλήσατε μαζί μου και έχω αναλάβει εγώ προσωπικά το θέμα».
Ο Ιβάν δεν μου ξαναείπε ότι έφαγε ξύλο με τον πλάστη κι η μητέρα του, βλέποντάς με στο δρόμο, έτρεχε να με χαιρετήσει με ένα σωρό καλές κουβέντες.
Μια μέρα, πήρα στην αδελφή του ένα δώρο. Της είχα πει πως αν περάσει την τάξη, θα της κάνω έκπληξη. Ήρθε λοιπόν μια μέρα δίνοντάς μου μια έκθεση που είχε γράψει για την πατρίδα της και συνάμα μου ανακοίνωσε ότι πέρασε τη σχολική χρονιά. Δεν πίστευε στα μάτια της όταν της έδωσα το δώρο μου… Είχε μεταμορφωθεί σε ένα γλυκό, τρυφερά κορίτσι. Ποια; Αυτή που άλλοτε τσίριζε στους διαδρόμους του σχολείου… Κι όταν παίζαμε το θεατρικό μας με μεγάλη επιτυχία και ο αδελφός της τα πήγε περίφημα, όλη η οικογένεια ήρθε συγκινημένη και με αγκάλιασε με χίλιες ευχές… Το πιο συγκινητικό, είναι ότι ο Ιβάν, σε ανύποπτες ώρες, χτυπούσε το κουδούνι μου, ανέβαινε, μου έλεγε μία «Καλησπέρα κυρία» και έφευγε με ένα πρόσωπο που αστραποβολούσε. Τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά, ερχόντουσαν με την αδελφή του να μου πουν τα κάλαντα. Ο Ιβάν τα κάλαντα μου τα έλεγε μέχρι που τελείωσε το Γυμνάσιο. Σημειωτέων, ότι δεν έμεινε σε καμία τάξη. Και όταν πριν λίγο καιρό, είδα να με σταματά στο δρόμο ένα γεροδεμένο παιδί και να με αγκαλιάζει, τα μάτια μου δάκρυσαν με τα λόγια του:
«Κυρία… Με θυμάστε; Είμαι ο Ιβάν»
«Αν σε θυμάμαι! Παιδάκι μου! Λεβέντης έγινες» και του φίλησα τα μαλλάκια του.
Μπορεί να μην έγινε ποτέ ο Ιβάν μαθητής του 8 ή του 9 – για το Δημοτικό μιλάω – είχα καταφέρει όμως να κερδίσω την εμπιστοσύνη του και να τον κάνω να θέλει να έρχεται σχολείο… Και σιγά-σιγά βρήκε τον δρόμο του, στα δικά του πλαίσια και στις δικές του προσδοκίες. Το παν είναι ότι ο Ιβάν στο σχολείο ήταν πια ευτυχισμένος.
Δυο φορές στην καριέρα μου αντιμετώπισα περίπτωση παιδιού που έκλεβε ή έκλεψε. Η μία ήταν με τον Ιβάν. Ένα παιδάκι της Β΄ είπε ότι του πήρε το τάμπλετ του. Η μητέρα του παιδιού ήρθε και το κατήγγειλε στο σχολείο. Έπιασα κρυφά τον Ιβάν και τον ρώτησα. Δεν το αρνήθηκε. Ειδοποίησα την μητέρα του, γιατί μου είπε ότι το είχε αφήσει στο δωμάτιό του. Η μητέρα του το βρήκε και το έφερε. Να, που πρέπει να ελέγχουμε τις τσάντες των παιδιών μας για να βλέπουμε τι φέρνει από το σχολείο ή από τη βόλτα του. Το επέστρεψα στη μητέρα του μικρού, λέγοντάς της ότι απαγορεύονται τάμπλετ στο σχολείο.
«Φοβήθηκα γιατί κάνει 250 ευρώ», μου είπε.
«Τόσο το χειρότερο», της απάντησα.
«Έχετε σκεφτεί ότι υπάρχουν παιδιά που δεν έχουν ούτε ένα παιχνίδι και αυτό το τάμπλετ αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση στην αντοχή του στερημένου από παιχνίδια παιδιού; Σας παρακαλώ, κρατήστε το σπίτι, άστε που νομίζω ότι το παιδάκι σας, είναι πολύ μικρό για να έχει τάμπλετ».
Μίλησα πολύ με τον Ιβάν. Του εξήγησα ότι κάτι που δεν έχουμε και το θέλουμε, δεν μπορούμε να το αρπάζουμε για να το αποκτήσουμε. Είπα, είπα, είπα… Και τι δεν είπα… Φαντάζεστε λοιπόν την έκπληξή μου όταν μια μέρα γύρισα να πάρω το δεκάρικο από το πορτοφόλι μυ και δεν το βρήκα μέσα; Ήταν ώρα γυμναστικής και κάτι είχε ανέβει ο Ιβάν να πάρει. Τον είδα και κατέβηκα τη σκάλα για το γραφείο των δασκάλων, όταν αντιλήφθηκα πως δεν είχα το πορτοφόλι μου. Γύρισα και βρήκα τον Ιβάν ακόμη μέσα… Το δεκάρικο έλειπε. Κάθισα στην έδρα και του είπα με υπερβολικά ήρεμη φωνή:
«Έχουμε πει πως, αν δεν έχουμε κάτι, δεν το κλέβουμε. Ίσως το δεκάρικο που έχασα, να ήταν το μοναδικό που είχα να περάσω σήμερα, γιατί έχασα δέκα ευρώ. Θα πω μόνο ότι είμαι φοβερά στεναχωρημένη… Αν κάποιος ήθελε αυτά τα ευρώ, θα μπορούσε να μου τα ζητήσει. Και αν το θεωρούσα σωστό, ίσως να τα έδινα. Κρίμα. Δεν έγινε έτσι. Και τώρα έχω μεγάλη στεναχώρια».
Ο Ιβάν δεν κατέβηκε για γυμναστική. Κάθισε κατακόκκινος όλη την ώρα στο θρανίο του, με το κεφάλι σκυμμένο. Εγώ ξεκίνησα να διορθώνω τετράδια. Τα δέκα ευρώ όμως δεν επεστράφηκαν. Έκτοτε δεν υπήρξε τέτοιο παρόμοιο περιστατικό με το συγκεκριμένο παιδί…
Η άλλη περίπτωση ήταν με ένα – για μένα – ταλαιπωρημένο παιδί. Μεγάλωσε στην Ελλάδα με τους θείους του, ενώ οι γονείς του έμειναν πίσω στην πατρίδα τους. Ήρθαν και αυτοί Ελλάδα, όταν το παιδί ήταν στην Ε΄ τάξη. Χωρίς την σκιά των γονέων, με έναν μεγαλύτερο, ατίθασο αδελφό, σίγουρα διαμόρφωσε πολύπλοκο χαρακτήρα. Στη μπότα του είχαν βρει έναν σουγιά. Έπαιρνε στο σχόλασμα έναν συμμαθητή του, έμπαιναν στα βιβλιοπωλεία της γειτονιάς κι όταν έβγαιναν είχε σουφρώσει μάτσο τους μαρκαδόρους, γόμες ή άλλα μικροπράγματα. Η μητέρα του άλλου παιδιού με ειδοποίησε. Έγιναν οι απαραίτητες συστάσεις, φώναξα και τη μητέρα όταν το γεγονός επαναλήφθηκε. Η μητέρα του έλειπε τόσα χρόνια. Ποιος ξέρει με πόση αγάπη είχε μεγαλώσει. Τον καιρό που διαμορφωνόταν ο χαρακτήρας τους ήταν απούσα. Όχι ότι αυτό δικαιολογεί την κλεψιά. Τότε, τα παιδιά αυτών που ξενιτεύτηκαν και τα άφησαν στους παππούδες, θα έπρεπε όλα να κλέβουν; Όχι βέβαια. Αλλά, κάθε παιδί είναι μια ξεχωριστή, διαφορετική περίπτωση και οι καταστάσεις επιδρούν τελείως διαφορετικά στον Α από τον Β.
Και πες πως ο Στεφάν είχε με το μέρος του όλα τα δίκια του κόσμου, αυτό δεν του έδινε κανένα δικαίωμα στο να κλέβει τα αγαθά κάποιου άλλου ανθρώπου. Η μητέρα του έδειχνε πως ήθελε να αναπληρώσει τα χαμένα χρόνια και ερχόταν τακτικότατα στο σχολείο, όποτε την καλούσα εγώ ή ο Διευθυντής.
Νόμιζα ότι βαδίζαμε σε καλό δρόμο, όταν πήγαμε εκπαιδευτική εκδρομή. Στην είσοδο υπήρχε κατάστημα με αναμνηστικά. Φεύγαμε, όταν ένας μαθητής μου, μου ψιθύρισε στο αυτί:
«Κυρία; Ο Στεφάν άρπαξε μια αράχνη μεγάλη και ακούστηκε ένας ήχος στο μαγαζί»
Του είπα να μην πει τίποτε και γύρισα στην ομάδα:
«Παιδιά μου, κάτι ξέχασα. Γυρίζουμε πίσω»
Έπιασα από το χέρι τον Στεφάν και μπήκαμε στο εκθετήριο. Πλησίασα τον πωλητή, του έσφιξα το μπράτσο για σύνθημα και είπα ήρεμα:
«Κύριε, ήρθαμε να σας επιστρέψουμε κάτι από το μαγαζί σας. Σας ζητάμε συγγνώμη και σας ευχαριστούμε για την κατανόησή σας. Τώρα Στεφάν, δώσε στον κύριο την αράχνη».
Ο κύριος μου χαμογέλασε. Είχε καταλάβει. Ο Στεφάν κόκαλο. Έβγαλε την αράχνη από το μπουφάν του και την έδωσε στον πωλητή.
«Άκουσα τον συναγερμό, αλλά δεν σας πρόλαβα», είπε ο κύριος.
Ο συναγερμός ήταν ο ήχος που είπε πως άκουσε ο μαθητής, που μου είχε πει για την πράξη του Στεφάν.
Χαιρετήσαμε ευγενικά και ο υπεύθυνος μας χαιρέτησε χαμογελώντας, λέγοντας:
«Μακάρι να φερόντουσαν όλοι έτσι».
Ανεβήκαμε στο λεωφορείο σιωπηλοί. Κάποιοι ψίθυροι μόνο ακούστηκαν, αφού καθίσαμε στη θέση μας. Όλοι κατάλαβαν, μα κανένας δεν το συζήτησε φανερά. Το μάθημα είχε δοθεί με πράξεις. Τα λόγια ήταν περιττά. Δεν χρειαζόταν τίποτα περισσότερο. Και αυτό φάνηκε από το ότι δεν ξαναπαρουσιάστηκε κάποιο τέτοιο γεγονός κατά την ολοκλήρωση της Ε΄ και ΣΤ΄ τάξης.
Και ο Στεφάν, ίσως να εκτίμησε το ότι δεν το έκανα μέγα θέμα και δεν τον ντρόπιασα. Στο θεατρικό μας έργο έπαιξε με κέφι και συμμετείχε πλέον σε όλα τα παιχνίδια. Στα μαθήματα δεν είχε και την καλύτερη βαθμολογία, προσπαθούσε όμως αρκετά. Μακάρι να είχαμε τάξεις υποδοχής, ώστε να είχε τελειοποιήσει τα ελληνικά του. Πάντως, απ’ ό,τι άκουσα, περνούσε τις τάξεις στο Γυμνάσιο.
Ήμουν νέα δασκάλα, όταν στην τάξη μου είχα ένα συνεσταλμένο κοριτσάκι που δεν ερχόταν ποτέ στην ώρα του. Το σχολικό λεωφορείο, συνήθως δεν την έβρισκε στην στάση και όποτε την έβρισκε, συνοδευόταν από μία έντονα αγουροξυπνημένη μητέρα ή περίμενε μόνο του.
Από τη μαμά δεν μπόρεσα να βγάλω άκρη. Ο πατέρας μου εξήγησε τι συνέβαινε. Και αυτός και η γυναίκα του είχαν συλληφθεί επί χούντας και είχαν βασανιστεί. Αυτός κατάφερε να το ξεπεράσει. Η γυναίκα του όχι. Αποτέλεσμα ήταν να χωρίσουν. Η κόρη τους έμεινε με τη μητέρα, η οποία το βράδυ έπαιρνε φάρμακα για να κοιμηθεί και να γλυτώσει από τους εφιάλτες που την κατέτρεχαν ακόμη! Έτσι, το πρωί δυσκολευόταν να σηκωθεί. Αν ξυπνούσε νωρίς, το παιδί προλάβαινε το σχολικό λεωφορείο, αν όχι ερχόταν αργότερα με ταξί.
Τι να πεις σ’ αυτή την περίπτωση; Ευτυχώς που το κοριτσάκι έδειχνε ανέμελο, ένα στρωτό παιδί. Τους τελευταίους όμως μήνες, πήγαινε ο μπαμπάς σπίτι και το βοηθούσε στα μαθήματα. Ήταν ευχής έργο που η μητέρα αντιλήφθηκε τι της συνέβαινε και ζήτησε βοήθεια από τον πρώην σύζυγό της, ο οποίος ανταποκρίθηκε άμεσα.
Όλα αυτά τα γεγονότα που ανέφερα μέσα στα 35 χρόνια διδασκαλίας, μπορεί να μη σηματοδοτούν την ψυχή και τη μορφή της σταδιοδρομίας μου ως δασκάλας, έχουν όμως τη δική τους βαρύτητα και οντότητα, που είναι σημαντικότατες.
Κάποια περιστατικά φαίνονται δυσθεώρατα, με την υπομονή όμως, την αγάπη και τη συνεργασία με εξειδικευμένα άτομα, ίσως κάνουν τις προσπάθειές μας πιο αποτελεσματικές και πιο απάλαφρες.
Αν και το μεγαλύτερο βάρος πέφτει στο δάσκαλο. Διότι πες πως έχεις ένα παιδάκι με ΔΕΠΥ ή με πρόβλημα διαχείρισης θυμού. Θα το πάρει κάποιες ώρες ο δάσκαλος ειδικής αγωγής, όμως τις υπόλοιπες ώρες θα πάει στο δάσκαλο της τάξης, ο οποίος θα πρέπει να έχει τα μάτια του ανοιχτά, όχι μόνο την ώρα του μαθήματος, αλλά και στο διάλειμμα. Αυτός πρέπει να συνδιαλλαγεί με το παιδάκι που δεν ξέρει γρι ελληνικά, όπως και με το παιδί που έχει ένα Α πρόβλημα συμπεριφοράς. Γιατί την ώρα που είναι με τον δάσκαλο της ειδικής αγωγής είναι μόνος του. Τι γίνεται όμως όταν βρεθεί μέσα στο πλήθος της τάξης του; Είπα ότι το βλέμμα του δασκάλου πρέπει αν είναι πάντα, όλες τις ώρες πάνω σ’ αυτά τα παιδιά. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να αμελήσει τα άλλα. Στο σχολείο η έγνοια μας είναι ίδια για ΟΛΑ τα παιδιά ανεξαιρέτως.
Γνωρίζω τον κόπο και το φιλότιμο των συναδέλφων που αγωνίζονται με όλη τους την καρδιά. Θα σας πω ένα γεγονός που – ευτυχώς – αποτελεί εξαίρεση του κανόνος. Ο μικρός πήγαινε Α΄ Δημοτικού. Πολύ ντροπαλό παιδί. Ένας συμμαθητής του με εκρήξεις θυμού τον είχε βρει εύκολο θύμα και σε κάθε διάλειμμα τον έβριζε και τον χτυπούσε. Ο Άρης – ας τον πούμε έτσι – δεν είπε τίποτα στους γονείς του. Μια μέρα λοιπόν, ο πατέρας του πέρασε από κει σε ώρα διαλείμματος. Τον έψαξε παντού, μα δεν τον βρήκε.
«Κάπου θα ‘ναι και παίζει», σκέφτηκε.
Μετά από κάποιες ημέρες, ξαναπέρασε από κει. Τον ξανάψαξε, πουθενά ο Άρης. Ο πιτσιρικάς, σπίτι του έλεγε πως έπαιζε και δεν είδε τον πατέρα του. Ο πατέρας του όμως ένιωθε ότι κάτι δεν του πήγαινε καλά. Όταν και τρίτη φορά δεν τον είδε, ρώτησε έναν φίλο του παιδιού του.
«Ο Άρης κρύβεται στο καμαράκι της καθαρίστριας, γιατί φοβάται τον Αχιλλέα που τον χτυπάει.»
Ο γονιός δεν ήξερε τι να κάνει. Το συζήτησε με την γυναίκα του και με το παιδί του, το οποίο παραδέχτηκε ότι κρυβόταν.
«Εκεί δεν με βρίσκει ο Αχιλλέας», είπε.
Ταράχτηκαν οι δυο γονείς. Πώς κάτι τέτοιο είχε ξεφύγει της προσοχής της δασκάλας; Επί ένα μήνα δεν είχε αντιληφθεί ότι ο Άρης δεν εμφανιζόταν στα διαλείμματα; Πήγαν στο σχολείο και συζήτησαν ήρεμα και πολιτισμένα το θέμα. Η δασκάλα τους καθησύχασε ότι θα επιμελείτο του θέματος. Όταν όμως σε δύο ημέρες ο Άρης γύρισε με χαστούκι στο μάγουλο και σκισμένο τετράδιο, ξαναπήγαν στο σχολείο.
«Ξέρετε, ο Αχιλλέας έχει κρίσεις θυμού. Κι εγώ ρώτησα τον γιο σας και μου είπε πως δεν πονάει όταν τον βαράει ο Αχιλλέας».
Τι απάντηση είναι αυτή; Πρώτον: απαράδεκτη που επί ένα μήνα δεν είχε αντιληφθεί τίποτε και ένα πρωτάκι τρομοκρατημένο κρυβόταν σε ένα καμαράκι αβοήθητο.
Δεύτερον: τι ερώτηση είναι αυτή: «Πόνεσες όταν σε βάρεσε;». θα είπε όχι γιατί θα ντρεπόταν να παραδεχτεί ότι πονάει και μάλιστα μπροστά στο συμμαθητή του.
Τρίτον: Φωνάζεις τους γονείς του όποιου Αχιλλέα και συζητάτε. Έπρεπε μια μέρα, πάνω σε έναν καυγά με συμμαθητή του, ο Αχιλλέας να σπρώξει το θρανίο και ν’ αρχίσει να πετάει έξαλλος τα βιβλία του διπλανού του σε όλη την τάξη για να κληθούν οι γονείς του και να συζητήσουν το θέμα του παιδιού τους και τότε παραδέχτηκαν ότι πηγαίνουν σε παιδοψυχίατρο, γιατί δεν μπορούσε το παιδί τους να διαχειριστεί το θυμό του.
Αυτό, ίσως είναι ένα ακραίο παράδειγμα αμελούς επιτήρησης, γι’ αυτό λέω ότι εμείς οι δάσκαλοι πρέπει να έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά και να μην εφησυχάζουμε ποτέ. Εδώ κάνεις άψογα την εφημερία σου και μπορεί μες στα μάτια σου, σε κλάσματα δευτερολέπτου, να γίνει συμπλοκή, γιατί ο Α δεν έβαλε σωστά γκολ ή να πέσει ένα παιδί και να σπάσει το χέρι του. Όχι ότι θα το προλάβαινες. Τουλάχιστον όμως ήσουν μπροστά, επόπτευες.
Για το θέμα της μπάλας στα διαλείμματα έχουν γίνει άπειρες συζητήσεις. Να απαγορευτεί; Ωραία, να απαγορευτεί. Οι μικροί όμως φτιάχνουν αυτοσχέδιες μπάλες με μπόλικα χαρτιά, που τα ενώνουν με αυτοκόλλητες ταινίες ή σελοτέιπ ή χρησιμοποιούν για μπάλα τα μπουκάλια νερού. Δύσκολος ο ρόλος του δασκάλου σε όλους τους τομείς.
Συμπέρασμα; Όσο είσαι σχολείο, πρέπει να έχεις μάτια και στο πίσω μέρος του κεφαλιού σου. Και αυτό κάνει η συντριπτική πλειοψηφία των συναδέλφων, οι οποίοι άοκνα επιτελούν το καθήκον τους.
Όλα αυτά που είπα, ας κινητοποιήσουν τις κεραίες ευαισθητοποίησης των νέων συναδέλφων, οι οποίοι τώρα ξεκινούν την καριέρα τους. Δύσκολος ο δρόμος, αλλά είναι ίσως ο πιο φωτεινός, ο πιο πολύτιμος, ο πιο σπουδαίος δρόμος μέσα στα λειτουργήματα. Γιατί λειτούργημα είναι αυτό που πραγματοποιεί ο δάσκαλος.
Μπορεί να έχει μεγάλες απαιτήσεις, μπορεί να απαιτεί να μην κοιτάξεις ποτέ ρολόι, για να δεις αν ήρθε η ώρα να σχολάσεις, μπορεί να απαιτεί όλη σου την αγάπη και την προσοχή· η ανταμοιβή όμως είναι μοναδική και δυσεύρετη.
Είναι η καθάρια, άδολη αγάπη που σου ανταποδίδουν οι μαθητές σου, το ολοκάθαρο ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ τους και η απίστευτη γνώση ότι δεν θα σε ξεχάσουν ποτέ, γιατί πρόσθεσες κι εσύ μέσα από την καρδιά σου, ένα λιθαράκι στη μόρφωση και στην παιδεία τους γενικότερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου