Εμφανιζόμενη ανάρτηση

Τρίτη 31 Ιουλίου 2018

ΑΦΑΝΙΣΜΟΣ

Τόσο πολύ δεν έκλαψα ποτέ,
Όσο τις τελευταίες μέρες...
Ταΰγετος και Πάρνωνας...
Μεσσήνη, Λακωνία...
Ζαχάρω... Όμορφα χωριά...
ΟΛΑ... κατεστραμμένα...
Τ’ αφάνισε ο ΔΡΑΚΟΝΤΑΣ της πυρκαγιάς το τέρας...
Κλείνω την τηλεόραση...
Δεν θέλω να ιδώ άλλο...
Γιατί τέτοια θυσία αφύσικη;
Κι όσο περνούν οι ώρες ένα μόνο συναίσθημα φριχτό με κατακλύζει... 


Η Γνώση ότι είμαι μόνος μου πάνω σ’ αυτήν την πλάση...

Μόνος... Μόνη..
Έρημος... Έρημη...
Βοήθεια πια από ΠΟΥΘΕΝΑ δεν πρέπει να προσμένω...
Καράβι ακυβέρνητο η χώρα μου η έρμη,
όπου, κανείς πια δεν μπορεί να δώσει προστασία...

ΚΑΙΓΟΜΑΣΤΕ..

.
ΚΑΗΚΑΜΕ...

Πότε θα κάντε κάτι
Ανάθεμα σε κείνονε όπου μπορεί, αλλά δεν κάνει...
Ανάθεμα σε κείνονε όπου γραμμένον μ’ έχει...
Τι έγινε; Να τρέμω πλέον πρέπει, 
όταν θ’ αρχίζουν διακοπές 
και θα ’ρθει καλοκαίρι;
Η πιο ωραία εποχή κόλαση μου φαντάζει...
Κάθε κατακαλόκαιρο η Ελλάδα θα μικραίνει; 
θα λιγοστεύουν οι βλαστοί, θα ψήνονται οι άνθρωποι;
Πού ξανακούστηκε - Θεέ - 
επειδή ο βοριάς φυσάει, 
να καρβουνιάζονται οι αγροί, 
να καίγεται η ζήση; 

Κι οι ΑΡΧΗΓΟΙ, τι κάνετε;
Πως ήσυχοι κοιμάστε;
Και θα ξανάβγει ο υπουργός να πει απ’ την οθόνη: 


«Λυπάμαι, συγκλονίζομαι στην τόση τραγωδία...»

Ε, και;...
Αυτός μας έσωσε; Ξανάζησε ο φίλος, που κάηκε αβοήθητος, 
μες στ’ αυτοκίνητό του;
ΚΑΙ ΠΟΙΑ
ΚΑΙ ΠΩΣ η προστασία;
Και ως πότε θα καραδοκεί τόση αναλγησία;
Μια τραγωδία κάματε εφέτος την Ελλάδα...
Το καλοκαίρι ο φονιάς;
Οι άνεμοι ο εχθρός μας;
Να τρέμουμε αν πιο πολύ φυσήξει ο αγέρας; 


Πώς ξεπηδάνε φονικές οι φλόγες του διαβόλου;
Ποιο χέρι ασυλλόγιστα τελειώνει τις ζωές μας;

Πώς εμφανίζεται ξανά ο πύρινος εφιάλτης;
«Λυπάμαι, συγκλονίζομαι, στην τόση τραγωδία...»
Κράτα για ΣΕ το κλάμα σου και δώσε μου εμένα 
πίσω γερά ολοζώντανα όσα η φωτιά μου πήρε...

Θέλω τον φίλο που ’κάψε η λαίλαπα το βράδυ...
Θέλω τα ζώα τα ήμερα όπου θυσία εγίναν...
Θέλω τα ζώα τα άγρια που η πυρά τα πήρε...
Θέλω τα δάση τα έμμορφα που γέλασαν στον ήλιο...
Θέλω το σπίτι μου, αυτό που το ’χτιζα με αίμα...
Θέλω - όσο φτωχά κι αν ήτανε - εκείνα που ’χα μέσα,
που δούλεψα μια ζωή τίμια να τ’ αποκτήσω
και που δεν έχω μια δραχμή πλέον να ξαναρχίσω..
Μα πιο πολύ, σου ’πα, θέλω πίσω ΑΥΤΟΥΣ που χάθηκαν για πάντα... 
Οι πυροσβέστες, οι ήρωες, οι φίλοι στο χωριό μου, 
τι είχε μέσα του ψυχή, ποιος θα το φέρει πίσω;
Μέσα σε θάνατο φριχτό τέλειωσαν τη ζωή τους, 
χωρίς να φταίνε κανενός, μιαν ηλιόλουστην ημέρα...

ΓΙΑΤΙ;

Ο!
Προς που να στρέψω να το πω;
Και ποιόνε να ρωτήσω;

ΓΙΑΤΙ;

Γιατί αφήσατε τη χώρα μες στις φλόγες;
Τέτοια θυσία φοβερή,
σε ποιον θεό εγίνη;
Τέτοια εκατόμβη τρομερή, σεισμό δεν έχει φέρει;
Εκτός κι αν δεν το νιώθετε, γιατί δεν σας αγγίζει.,.
Και μην θυμώστε...
Αν θέλατε ΑΛΗΘΙΝΑ, λίγο να προστατέψτε,
μήπως ΚΑΤΙ, ΚΑΤΙ
θα έπρεπε να είχατε προβλέψει;

Εγώ στέλνω τ’ ΑΝΑΘΕΜΑ σε όποιον έχει φταίξει...

Κι αλίμονο...
Πες μου, τι να προσμένω;
Τι να γροικώ, πατρίδα μου καημένη;
Μόνη και απροστάτευτη πλες και, όπου σε βγάλει...
Μόνο «κουράγιο» σήμερα δεν πρόκειται ν’ αρθρώσω...
Γιατί οργή έχω μέσα μου και θρήνο... θρήνο βαρύ, ατελείωτο
Κι οργή... οργή στην κάπνα βουτηγμένη...

Αύγουστος 2007
Πολυάνθη Βουτσινά

Υ.Γ.:  Να κάνω μιαν ερώτηση;
        Θα υπάρξει ΤΙΜΩΡΙΑ;
        Κι αν ναι, η τιμωρία, πότε;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου