Εμφανιζόμενη ανάρτηση

Τρίτη 24 Ιουλίου 2018

ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ - Η ΑΤΤΙΚΗ ΜΑΝΑ ΚΑΙΓΕΤΑΙ, ΚΑΙΓΕΤΑΙ ΚΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΑΣ

Δεύτερη μέρα πένθους για το πανελλήνιο... Θα περάσουν μέρες για να  αναπνεύσω, χωρίς να πονά το στέρνο μου... Μα αυτό είναι το λιγότερο... Τα λόγια είναι περιττά... Τίποτε δεν μπορεί να περιγράψει την φριχτή απώλεια και την ολέθρια καταστροφή... Ό,τι και να γράψω θα είναι φτωχά μπροστά στην εικόνα του καμένου άντρα με το μόνο από τα τρία σωσμένο σκυλί του να θρηνεί από πάνω του... Ό,τι και να πω, θα είναι μηδέν μπροστά στους 25 άλλοτε σφύζοντες από ζωή, χαρούμενους ανθρώπους, που αγκαλιάστηκαν σπαραχτικά, για να πεθάνουν μαζί μπρος στον πύρινο δαίμονα, εγκλωβισμένοι στην άκρη του απόκρημνου βράχου, που τους χώριζε από την σωτηρία της θαλάσσιας αγκαλιάς... Τι να πω για την μάνα και την κόρη που όδευσαν αγκαλιασμένες στον φριχτό θάνατο της φωτιάς; Τι να τολμήσω να πω για το δεκατετράχρονο ζωηρό κοριτσάκι που πήδηξε στον γκρεμό, τρελαμένο από τον πανικό, όταν οι φλόγες την έζωσαν  και άρχισαν να της κατατρώγουν τα πόδια;


Τι να γράψω για το σκυλάκι που με το τρίχωμά του να καίγεται, έτρεξε να γλυτώσει από τον θάνατο που κουβαλούσε στην ράχη του και που το ρούφηξε λίγα μέτρα πιο κάτω; Ή για τα πρόβατα που γίνονταν πύρινες μπάλες και τρέχαν αλαλιασμένα, τυλιγμένα στον πύρινο φονιά τους; Ή για τα υπερήφανα δέντρα που έγιναν κάρβουνο, κάνοντας συνάμα στάχτη σπίτια, κόπους μιας ολόκληρης ζωής και αυτοκίνητα που έλιωσαν σαν μολύβι;
Τραγωδία... Όλα γύρω, κρανίου τόπος... Όλεθρος και ανείπωτη συμφορά... Και τι ειρωνεία... Η σωτηρία, η θάλασσα, λίγα μέτρα πιο κάτω... Έτος 2018 και πεθαίνουμε ακόμη από πυρκαγιές. Το πάθημα της Ηλείας, δεν μας έγινε μάθημα... Οργή... Οργή... Άλλη ώρα όμως θα μιλήσουμε για ευθύνες... Τώρα πενθούμε. Τώρα θρηνούμε...


Πάψτε! Ακούστε! Το κλάμα του ελαφιού... Το αλύχτισμα του σκύλου... Το ουρλιαχτό της μάνας... Τις κραυγές του παππού... Το θανατερό τριζοβόλημα της πύρινης λαίλαπας... Νιώστε την καυτή, πνιγηρή, δηλητηριασμένη ανάσα της... Πλησιάζει... Τρομάξτε με το τεράστιο σε ύψος και έκταση μέγεθος των φλογών της... Ακούστε τον θάνατο που διαλύει τα πλευρά της Αττικής... Ώρα για σιωπή... Ώρα για κοπετό, ολοφυρμούς και μοιρολόϊ... Είναι τόσο νωρίς, τόσο πρόσφατος ο σπαραγμός... Νωπές οι πληγές χάσκουν... Και οι ψυχές των καμένων αντρών, γυναικών και παιδιών, τριγυρίζουν τώρα στον τόπο της θυσίας... Να η σκιά της 12χρονης μικρούλας... Τρέχει φρενιασμένα μπροστά, πανικόβλητη... Μιά φονική πύρινη ανάσα την προλαβαίνει στον δρόμο και την καταπίνει...Ασφυξία και πόνος... Αφόρητος πόνος...Ο χειρότερος θάνατος είναι να καείς ζωντανός...Δεν πρόλαβε να μεγαλώσει, να ζήσει, να χαρεί...Και από πίσω της ορμούν ο πατέρας και ο αδελφός της να τη σώσουν... Ουρλιάζουν:  ''Μελίναααα!''... Επιταχύνουν... Και το φονικό πύρινο στόμα τους ρουφάει κι αυτούς...  Έρημη μάνα... Σου 'λαχε να σωθείς εσύ... Τι τιμωρία... Πώς θα ζήσεις; Πώς θα σταθείς χωρίς να τρελαθείς;


Αχνά σχήματα οι ψυχές... Ιδέστε τες... Περπατούν ανάρια στους δρόμους που ως χθες, περπατούσαν ανέμελοι και μη, αλλά ζωντανοί... Δίπλα τους, πιστός, ακολουθεί ο σκυλάκος τους, συνοδοιπόρος στον δρόμο του Αχέροντα... Αντικρύζουν άφωνοι τα κατεστραμμένα σπίτια τους που  ήταν το καμάρι τους, το βιος τους, νεκρά κι αυτά, όπως κι αυτοί... Ολική καταστροφή.  Σκέλεθρα μαύρα που άλλοτε έσφυζαν από φωνές και γέλια παιδικά... Να και η μάνα με τα δυο της παιδιά... Κρατάει γερά από  το χέρι τα μικρά της, οδεύοντας στον άλλον κόσμο... Τους βρήκαν και τους τρεις απανθρακωμένους και σφιχταγκαλιασμένους... Μαζί στην ζωή και στον θάνατο... Πάντα θα τα προσέχει... Παρέκει ένας πατέρας διαβαίνει μοναχός... Χαμογελά... Αυτός χάθηκε, η γυναίκα του όμως και το παιδί του, σώθηκαν... Δεν τον βλέπουν, αλλά αυτός τους χαιρετά δακρυσμένος  με συγκίνηση... Θα τους προσέχει από κει ψηλά... Κι άλλοι πολλοί που δεν πρόλαβαν και τους άρπαξε η πύρινη λαίλαπα. Πρώτα τους άγγιξε με την κολασμένη αναπνοή της, τους έκοψε την ανάσα, τους έπνιξε και συνάμα οι φλόγες αποτελείωσαν το  φρικιαστικό τους έργο και τους κατέκαψε... Άλλοι έπεσαν στην θάλασσα να σωθούν. Έμειναν στο νερό και  τέσσερις ώρες. Τους παράσερνε το κύμα, ώσπου ήρθαν τα καΐκια και τους έσωσαν... Κάποιοι άλλοι όμως δεν τα κατάφεραν... Πνίγηκαν προτού προλάβουν  τα πλεούμενα να τους εντοπίσουν και να σωθούν. Όλοι πάντως θα θυμούνται το πνιγηρό σύννεφο που  σκέπασε την ακτή, αναγκάζοντάς τους να βουτήξουν στην θάλασσα, με δυσκολία στην αναπνοή, χωρίς να βλέπουν για πολλή ώρα, τίποτε μπροστά τους...


Περνούν ανάμεσα στους ζωντανούς φίλους τους οι ψυχές που χάθηκαν  και κοιτούν έντρομες. Εκεί που έκαναν μπάνιο, νεκρά σώματα επιπλέουν στην επιφάνεια του νερού...Εκεί που χτες ζούσανε, σήμερα είναι όλα αποκαΐδια και αυτοί οι ίδιοι νεκροί... Και μας ρωτούν με παράπονο:  ''Γιατί μας κάψατε; Γιατί πνιγήκαμε; Πώς χάθηκε η ζωή μας; Πριν μια ώρα ήμασταν ζωντανοί και χαιρόμασταν το καλοκαίρι...Γιατί τώρα βρισκόμαστε νεκροί, μακριά από τους αγαπημένους μας, μέσα στις κίτρινες σακούλες; Γιατί μας αφήσατε ανυπεράσπιστους να χαθούμε;  Γ Ι Α Τ Ι ;;;''


Γι' αυτό, σουτ!... Σιωπή... Τώρα αποδεκτά μόνον δάκρυα, σπαραγμός, ολοφυρμοί... Θρήνοι... Σουτ!!!... Τ' αδέρφια μας είναι ακόμη ανάμεσά μας... Φρεσκοχαμένοι... Στην ατμόσφαιρα πλανάται ακόμη έντονα ο τρελαμένος πανικός, ο απίστευτος φόβος, ο ματωμένος σπαραγμός που ένιωσαν άνθρωποι και ζώα, καθώς έβλεπαν να εγκλωβίζονται από τις θανατερές φλόγες που τους άρπαξαν πυρακτωμένα τις ζωές τους... Σιγά... Τα αδέρφια μας μπορεί να είναι αόρατοι, αλλά μας ακούν... Και περιμένουν απαντήσεις... Πολλές απαντήσεις στα ερωτήματά τους, που καίνε…


Ω, αγαπημένοι... Συγγνώμη... Γονατίζω και θρηνώ...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου