Απαλό μαύρο που δεν σε τρομάζει... Αποπνέει μυστήριο μα, φόβο ποτέ...
Φέτα μωβ, σικλαμέν, βιολετί σταλάζει. Ένα μωβ τρυφερό, γελαστό, της
καρδιάς...
Μπλέκεται σαν έλικας μέσα στο μαύρο βελούδο της νύχτας και το φωτίζει...
Απ' έξω στρωμένο λαμπυρίζει το βασιλικό μπλέ ρουά, το βαθύ μπλέ του πανσέ...
Κι ολόγυρα, σαν στέμμα μαγικό, σπαθίζουν ακτίνες χρυσές, αστεριών
μαρμαρυγές...
Η καθεμιά ρομφαία χρυσοτρέμουλη στου σύμπαντος το στήθος...
Και από πάνω του Θεού το χέρι, χρυσόσκονη κυλάει... Των αστεριών τα ψήγματα -
εκατομμύρια ρινίσματα διαμαντιών - ραντίζουν μυστικόπαθα, την άφατη αρμονία του νυχτερινού
σύμπαντος...
Πασπαλισμένα με αστερόσκονη, χαμογελούν τα πάντα.
Κι ανάμεσα στους τόσους ιριδισμούς - θαρρείς κι αστράφτουν μυριάδες
λιλιπούτεια ουράνια τόξα - μικρά φτεράκια ανάλαφρα πετούν...
Άσπρα, μικρούλια πούπουλα, από τα μεγάλα, ιερά φτερά των Αγγέλων ριγμένα... Σταγόνες
θεϊκές, πολύτιμες, δώρα αγνά, πανάρχαντα, μοναδικά...
Και πιο πέρα και ολόγυρα, ο Γαλαξίας...Στρόβιλος από ρινίσματα μύρια των διαμαντιών... Ποτάμι γλαυκό, μεθυστικό... Ο
αυτοκράτορας της νύχτας... Τρεμουλιασμένα φώτα μακρινά. Αχλύ ονείρου και
φωτός... Μάγισσας ραβδί... Τραβά τα μάτια του φτωχού θνητού, σαν απαστράποντας,
μυριάστερος μαγνήτης...
Και ονειρεύεται ο θνητός... Αρχέγονες επιθυμίες... Όνειρα τρισχιλιάχρονα... Πόθος
ανθρώπινος... Ανεκπλήρωτος πόθος... Από καταβολής της ανθρώπινης ύπαρξης που,
μπροστά στην μαγεία του ουράνιου θόλου νιώθει μικρός και λαχταρά στ' αστέρια να
πετάξει...
Νά 'φτανε λέει στ' αστέρια... Να γινόταν ένα με αυτά... Να βουτούσε στα
γαλαξιακά ποτάμια... Μα, δεν μπορεί... Μέχρι σήμερα τ' όνειρο έμεινε ουτοπία...
Κι ας έφτασε στο φεγγάρι... Δεν του άρεσε εκείνη η εικόνα της απειλητικής
ερημιάς... Δεν εμβαθύνει...
Απλά θαυμάζει και υμνεί την νυχτερινή, φαντασμαγορική μεγαλοσύνη των
δισεκατομμυρίων αστεριών...
Ίσως να μην υπάρξει ποτέ άλλοτε επίσκεψη σε άλλον πλανήτη... Ίσως ο άνθρωπος
κατανοήσει τα όριά του... Και έτσι, ίσως να μην ξαναϋπάρξει έστω και μία
πρόθεση, για άλλη Βαβέλ... Ίσως για να μας δείχνει το μέγεθος της ασημαντότητάς
μας, μπροστά στο μεγαλείο του Παντοκράτορα...
Ίσως και για να μην χαθεί το μυστήριο και η μαγεία του άγνωστου και του
μακρινού...
Ίσως για να μπορεί ακόμα η γιαγιά να λέει παραμύθια... Ίσως για να μην πάψει
τ' όνειρο... Ίσως...
Ψηλά, τριγύρω, υπέροχο το στροβίλισμα των αστεριών... Χαμηλά, πάνω στα γήινα μονοπάτια ο ά ν θ ρ ω π ο ς ... Μικρός, ταπεινός, να κοιτά με δέος τα μυριοβόλα θαύματα του ουρανού... Και στ' ανάμεσο, σκάλα αχτινωτή χρυσόκλωνη, γεράκι α δ ά μ α σ τ ο, ελεύθερο, πετά η σ κ έ ψ η....