Εμφανιζόμενη ανάρτηση

Παρασκευή 25 Αυγούστου 2023

ΑΣΤΕΡΙΝΟ ΣΤΡΟΒΙΛΙΣΜΑ

Απαλό μαύρο που δεν σε τρομάζει... Αποπνέει μυστήριο μα, φόβο ποτέ...

Φέτα μωβ, σικλαμέν, βιολετί σταλάζει. Ένα μωβ τρυφερό, γελαστό, της καρδιάς...

Μπλέκεται σαν έλικας μέσα στο μαύρο βελούδο της νύχτας και το φωτίζει...

Απ' έξω στρωμένο λαμπυρίζει το βασιλικό μπλέ ρουά, το βαθύ μπλέ του πανσέ...

Κι ολόγυρα, σαν στέμμα μαγικό, σπαθίζουν ακτίνες χρυσές, αστεριών μαρμαρυγές...

Η καθεμιά ρομφαία χρυσοτρέμουλη στου σύμπαντος το στήθος...

Και από πάνω του Θεού το χέρι, χρυσόσκονη κυλάει... Των αστεριών τα ψήγματα - εκατομμύρια ρινίσματα διαμαντιών - ραντίζουν  μυστικόπαθα, την άφατη αρμονία του νυχτερινού σύμπαντος...

Πασπαλισμένα με αστερόσκονη, χαμογελούν τα πάντα. 

Κι ανάμεσα στους τόσους ιριδισμούς - θαρρείς κι αστράφτουν μυριάδες λιλιπούτεια ουράνια τόξα - μικρά φτεράκια ανάλαφρα πετούν... 

Άσπρα, μικρούλια πούπουλα, από τα μεγάλα, ιερά φτερά των Αγγέλων ριγμένα... Σταγόνες θεϊκές, πολύτιμες, δώρα αγνά, πανάρχαντα, μοναδικά...

Και πιο πέρα και ολόγυρα, ο Γαλαξίας...Στρόβιλος από ρινίσματα μύρια των διαμαντιών... Ποτάμι γλαυκό, μεθυστικό... Ο αυτοκράτορας της νύχτας... Τρεμουλιασμένα φώτα μακρινά. Αχλύ ονείρου και φωτός... Μάγισσας ραβδί... Τραβά τα μάτια του φτωχού θνητού, σαν απαστράποντας, μυριάστερος μαγνήτης...

Και ονειρεύεται ο θνητός... Αρχέγονες επιθυμίες... Όνειρα τρισχιλιάχρονα... Πόθος ανθρώπινος... Ανεκπλήρωτος πόθος... Από καταβολής της ανθρώπινης ύπαρξης που, μπροστά στην μαγεία του ουράνιου θόλου νιώθει μικρός και λαχταρά στ' αστέρια να πετάξει...

Νά 'φτανε λέει στ' αστέρια... Να γινόταν ένα με αυτά... Να βουτούσε στα γαλαξιακά ποτάμια... Μα, δεν μπορεί... Μέχρι σήμερα τ' όνειρο έμεινε ουτοπία... Κι ας έφτασε στο φεγγάρι... Δεν του άρεσε εκείνη η εικόνα της απειλητικής ερημιάς... Δεν εμβαθύνει...

Απλά θαυμάζει και υμνεί την νυχτερινή, φαντασμαγορική μεγαλοσύνη των δισεκατομμυρίων αστεριών...

Ίσως να μην υπάρξει ποτέ άλλοτε επίσκεψη σε άλλον πλανήτη... Ίσως ο άνθρωπος κατανοήσει τα όριά του... Και έτσι, ίσως να μην ξαναϋπάρξει έστω και μία πρόθεση, για άλλη Βαβέλ... Ίσως για να μας δείχνει το μέγεθος της ασημαντότητάς μας, μπροστά στο μεγαλείο του Παντοκράτορα...

Ίσως και για να μην χαθεί το μυστήριο και η μαγεία του άγνωστου και του μακρινού...

Ίσως για να μπορεί ακόμα η γιαγιά να λέει παραμύθια... Ίσως για να μην πάψει τ' όνειρο... Ίσως...

Ψηλά, τριγύρω, υπέροχο το στροβίλισμα των αστεριών... Χαμηλά, πάνω στα γήινα μονοπάτια ο  ά ν θ ρ ω π ο ς ... Μικρός, ταπεινός, να κοιτά με δέος τα μυριοβόλα θαύματα του ουρανού... Και στ' ανάμεσο, σκάλα αχτινωτή χρυσόκλωνη, γεράκι  α δ ά μ α σ τ ο, ελεύθερο, πετά η  σ κ έ ψ η....

 Όταν έγραψα το παρακάτω ποίημα, ΔΕΝ φανταζόμουν ποτέ ότι θα ήταν επίκαιρο και μετά τόσα χρόνια...Τότε καιγόταν η Ηλεία και η Πάρνηθα. Άγρια, πρωτόγνωρη γροθιά στο στομάχι...Και να, που από τότε το αδιανόητο μας στιγματίζει κάθε καλοκαίρι μεΌταν έγραψα το παρακάτω ποίημα, ΔΕΝ φανταζόμουν ποτέ ότι θα ήταν επίκαιρο και μετά τόσα χρόνια...Τότε καιγόταν η Ηλεία και η Πάρνηθα. Άγρια, πρωτόγνωρη γροθιά στο στομάχι...Και να, που από τότε το αδιανόητο μάς στιγματίζει κάθε καλοκαίρι με τον πύρινο βρυχηθμό της παντελούς καταστροφής, του άφατου πόνου και της έξαλλης οργής...Ελπίζω, να είναι η τελευταία φορά που θα αναρτήσω αυτό το ποίημα της οδύνης και της απελπισίας... τον πύρινο βρυχηθμό της παντελούς καταστροφής, του άφατου πόνου και της έξαλλης οργής...Ελπίζω, να είναι η τελευταία φορά που θα αναρτήσω αυτό το ποίημα της οδύνης και της απελπισίας...

Παρασκευή 18 Αυγούστου 2023

ΑΡΑΓΕ... ΑΝ;;;;;

Τι εποχή έχουμε τώρα; Καλοκαίρι; Ποιο καλοκαίρι; Αυτή δεν το κατάλαβε καθόλου. Ούτε βόλτες στα μαγαζιά με μαγιό, ούτε πέρασμα από μαγαζιά με καλοκαιρινά ρούχα, ούτε διακοπές, ούτε θερινά σινεμά... Και ο καύσωνας που δηλώνει καλοκαίρι; Α! Ναι! Ο καύσωνας! Τον πέρασε αγκαλιά με το κλιματιστικό... Ας πούμε ότι ήταν ένα τυχαίο καιρικό φαινόμενο. Εκείνες τις ημέρες δεν βγήκε καθόλου έξω. Πεταγόταν μόνο πρωί-πρωί για να πάρει τα αναγκαία από τον φούρνο και το Μίνι Μάρκετ. Αν έβγαινε αργότερα, δεινοπαθούσε από την ζέστη. Μετά γρήγορα μέσα και Άγιος ο Θεός!! Άρα μπορείς να πεις ότι προφυλαγμένη μέσα στο διαμέρισμα, διένυε μιαν άλλη εποχή...

    Εκείνη ήξερε διαφορετικά τα καλοκαίρια... Θυμάται ότι μες στο κατακαλόκαιρο, κατέβαινε στο κέντρο της Αθήνας με τις δυο της θυγατέρες, όταν πήγαιναν ακόμα σχολείο. Βγαίνοντας από το ταξί στην Σταδίου, ξεκινούσαν ορεξάτες το κυνήγι αγοράς. Η Αλίσια ήταν η εύκολη της υπόθεσης. Δεν την κούραζε καθόλου το μικρό της. Άπαξ κι έλεγε: ''Αυτό μου αρέσει μαμά!'' αυτό ήταν!! Διάλεγε αμέσως το ζευγάρι παπούτσια που της άρεσε και δεν ήθελε να κοιτάξει τίποτε άλλο. Άκρως αντίθετη με την Ελπίδα. Αρχίζανε βλέποντας βιτρίνες από την Σταδίου - ας πούμε ότι είχε ξεχωρίσει ένα ζευγάρι παπούτσια στου ''Μπουρνάζου'', φθάνανε στο Σύνταγμα, κατέβαιναν όλη την Ερμού από την μία πλευρά, μετά την ανέβαιναν όλη από την άλλη μεριά και, πολύ πιθανόν να κατέληγαν στο πρώτο μαγαζί που είχαν δει στην Σταδίου!!!! ''Μούγερ'', ''Μάρος'', 'Βαβουλάς'', ''Μπουρνάζος'', ''Σεβαστάκης'', ''Καλογήρου'', ''Χαραλάς'', ''Τσακίρης'', όλα είχαν ξεσκονιστεί από την Ελπίδα!! Και έκαναν και μία στάση στην ''Ρούλα'' στην Ερμού'' για ρούχα νεανικά. Για φο-μπιζού άλλη στάση στην ''Έρα'' και στην ''Βόγκ''. Και σε όλον αυτόν τον ποδαρόδρομο, αν και καταφορτωμένες, δεν ένιωθε καμία απόγνωση από την ζέστη κι ας ήταν κατακαλόκαιρο!!!

    Μα και τα βράδια πηγαίνανε άνετα στα ''Παναθήναια''- τέρμα σχεδόν Αλεξάνδρας - σε ένα ωραίο εστιατόριο, χωρίς να έχουν την αίσθηση της πνιγηρής ατμόσφαιρας. Παράγγελναν μανιτάρια α λα κρεμ - σπεσιαλιτέ του καταστήματος - κι εκείνη στο τέλος έπαιρνε έναν φραπέ που της τον έφερναν όπως τον είχε παραγγείλει: Πάρα πολύ καλά χτυπημένος, ώστε το ποτήρι να είναι φίσκα ως επάνω, όλο κρέμα! Τόσο πηχτός!! Ή τρώγανε πίτσα σπέσιαλ με διπλά μανιτάρια, στην πιτσαρία ''Μάμα Μία'' που την είχαν τα αδέλφια Διγαλέτου, συμπατριώτες Κεφαλονίτες, υπεράξιοι επιχειρηματίες! Η αλήθεια είναι, ότι σαν την δική τους πίτσα, δύσκολα εύρισκαν πια... Τόσο επιτυχημένη ήταν!! Μπαμπάτσικη, πεντανόστιμη, πληθωρική!!! Εκεί γνώρισαν και την αδελφή τους Μέμα, επιτυχημένη καθηγήτρια και θαυμάσιος άνθρωπος… Καθόντουσαν στα τραπεζάκια έξω και έβλεπαν τον κόσμο που πήγαινε δίπλα στο θέατρο ''Λαμπέτη''… Κρίμα που έκλεισε... Και όσο μένανε στην πιτσαρία, δεν έτρεχε ο ιδρώτας από πάνω τους, ίσα-ίσα, νιώθανε ευχάριστα!!!

    Άλλοτε πήγαιναν στα θερινά σινεμά της περιοχής τους. Ή στην ''Δήμητρα'' στην Ραγκαβή ή στην ''Άρπα'' γωνία Μομφεράτου, εκεί που σήμερα βρίσκεται το 40ο Δημοτικό Σχολείο Αθηνών. Ούτε στο σινεμά ένιωσε ποτέ αφόρητη ζέστη. Μια φορά θυμάται είχαν πάει στην ''Άρπα''. Παιζόταν μιά ταινία πολύ διασκεδαστική που τώρα όμως δεν της έρχεται στο μυαλό ο τίτλος της... ''Ένας τρελός-τρελός κόσμος''; Μάλλον όχι... ''Τρελοί πιλότοι''; ''Μία τρελή πτήση'';... Τέλος πάντων... Άσ' το... Κάθισαν και οι τρεις τους στα μπροστινά καθίσματα. Η Αλίσια ήταν τότε πολύ μικρή, Η Ελπίδα στην Ε΄ ή στην ΣΤ΄ Δημοτικού. Σε κάποια στιγμή, η πρωταγωνίστρια έτρεχε να ξεφύγει από τους διώκτες της. Ανέβηκε στην σκηνή του θεάτρου που χόρευαν μπαλέτο και χωρίς να κόψει την ορμή της, ξέφυγε τρέχοντας κανονικά πάνω στα... υπερμεγέθη μόρια των αντρών χορευτών που στέκονταν παρατεταγμένοι στην σειρά, ντυμένοι με τα κατάλευκα κολάν τους!!

    ''Πού πατάει η κοπέλα μαμά; Τι είναι αυτά;'' ακούστηκε δυνατά η ανέμελη παιδική φωνή της Αλίσιας, μέσα στην ηρεμία. Ευτυχώς που κάποιοι γελούσαν. Έντρομη εκείνη, χαμηλόφωνα της απάντησε: ''Σκαλοπατάκια είναι χρυσό μου!'' Από πίσω τους καθόταν μια παρέα νεαρών. Βάλανε τα γέλια και ένας από αυτούς φώναξε χαρωπά: ''Όρθια στυλιάρια κοριτσάκι!! Άσε την μαμά!!'' Στην στιγμή όλη η υπαίθρια αίθουσα ξέσπασε σε γέλια και από τα πίσω καθίσματα ακούστηκαν και κάποια σφυρίγματα!!! Ευτυχώς ως το τέλος της ταινίας η Αλίσια δεν είχε άλλες απορίες. Φύγανε ανάλαφρες και γύρισαν σπίτι τους χωρίς το αίσθημα του καύσωνα να καίει το κορμί τους.

    Θα μου πεις ότι τότε ήταν πάνω στα νιάτα της... Ήταν και άλλες εποχές... Λένε ότι έχει αλλάξει το κλίμα... Τώρα αν βγεις έξω, γυρίζεις τρέχοντας, πετώντας τα ρούχα σου και μπαίνοντας κάτω από την ντουζιέρα να δροσιστείς... Τότε ήταν αλλιώς... Σκέφτεται όμως και πόσα πλέον κλιματιστικά υπάρχουν στην Αθήνα, που τότε δεν υπήρχαν... 5.000.000 κάτοικοι; Το λιγότερο 10.000.000 κλιματιστικά... Βγαίνει στην βεράντα της έχοντας ανοίξει το αιρ κοντίσιον και την ζεματάει ο καυτός αέρας που ξερνάει έξω το κλιματιστικό... Φαντάσου τόσα αιρ κοντίσιον αναμμένα... Σε κόλαση έχουν μετατρέψει τον αέρα της Αττικής... Και παντού πολυκατοικίες, πουθενά πράσινο... Τσιμέντο παντού, που βράζει... Πώς επιτρέψανε να γίνει τέτοιο τερατούργημα;;; Οπότε λίγο το ένα, λίγο το άλλο, να γιατί δεν αντέχει πλέον τα καλοκαίρια... Καλά λέει... Δεν είναι η όμορφη εποχή που ήταν άλλοτε... Οι μέρες έγιναν καυτερές, ανυπόφορες... Και τις πυρκαγιές, πού τις βάζεις;;; Μόλις αρχίσει η ζέστη και φυσήξει λίγο, κατακαίγεται η Ελλάδα με πλήθος απωλειών... Όχι. Δεν της λείπει καθόλου αυτή η εποχή. Ακούει ''καλοκαίρι'' και σκέφτεται ποιο ακόμα μέρος της πατρίδος της θα παραδοθεί στις φλόγες... Κρίμα... Γιατί πολλές, υπέροχες αναμνήσεις της, έχει από κάποια μακρινά, παλιά καλοκαίρια, αξέχαστα, ονειρικά...

    Τώρα εδώ. Στην Αθήνα. Δέσμια. Αν δεν λυθούν κάποια πράγματα, δεν ξεκουνάει. Έχει λοιπόν προσαρμόσει το περιβάλλον της ανάλογα με τις σωματικές της αντοχές. Το έχει αποδεχθεί πλήρως και δεν την νοιάζει. Αρκεί να έχει δροσιά το διαμέρισμα. Αν βγει έξω την ώρα που ο ήλιος μεσουρανεί, γυρίζει τρέχοντας, αλλάζει ρούχα, βρέχει το κεφάλι της, παίρνει ένα μπουκάλι παγωμένο νερό και ρίχνεται στον καναπέ έχοντας ανοίξει ανεμιστήρα και αιρ κοντίσιον μαζί.

    Και να σκεφτείς, ότι πριν 25 χρόνια που είχε πάει στο νησί της, όσο οι κόρες της τριγύριζαν στην Σάμη, αυτή καθόταν στου ''Κάπτεν Τζίμη'' γράφοντας και απολαμβάνοντας το μελτεμάκι, χωρίς να βγάζει αφρούς από την ζέστη. Και τα βράδια που βολτάρανε στην παραλία ή έτρωγαν κοντά στην θάλασσα, γύριζαν ανάλαφρες στο σπίτι της κυρίας Βασιλικής Αντωνάτου που είχαν νοικιάσει και που βρισκόταν στην άλλη άκρη πέρα, προς την πλευρά του Βαλέττα. Και κοιμόντουσαν άνετα, χωρίς ανεμιστήρα και με τα παράθυρα κλειστά... Άλλαξε τόσο το κλίμα;; Μεγάλωσε τόσο η ίδια;; Το αποτέλεσμα είναι πως δεν της καίγεται καρφί για διακοπές.

    Αν όμως κάποια πράγματα ήταν διαφορετικά;; Αν υπήρχε το πατρικό της σπίτι, το ίδιο θα έλεγε;; Ή θα βρισκόταν από το Πάσχα κιόλας στην Κεφαλονιά;;;...

    Το καλοκαίρι εκείνο πριν 25 χρόνια, μία νύχτα, άφησε τις θυγατέρες της με την παρέα τους και έκανε κάτι που το απόδιωχνε από το μυαλό της όλες τις μέρες εκείνων των διακοπών. Την επομένη θα γύριζαν στην Αθήνα. Ήταν το τελευταίο βράδυ στο νησί της… Αποφάσισε ξαφνικά να πάει να δει το πατρικό της σπίτι... Πέρασε μπρος από το σπίτι της δασκάλας της της Γεωργίας Σκιαδαρέση. Ανέβηκε τον δρόμο σιγά - σιγά... Πέρασε μπρος από το σπίτι της συμμαθήτριάς της Πηγής Ζαχαράτου, από το σπίτι του συμμαθητή της Νιόνιου Κάραλη. Από το κουκλίστικο σπίτι της κυρίας Τασίας, έφτασε στο γεμάτο ντάλιες σπίτι της Μάνθης. Δεξιότερα το σπίτι της θείας Λάμπρως. Αριστερά της φίλης της Σούλας Μανωλάτου. Έξω από το σπίτι της Πόπης Σπαθή που τώρα μένει η νύφη της Ρεγγίνα, ένιωσε τα γόνατά της να λυγίζουν. Και στρίβοντας στην γωνία δεξιά, αντάμωσε το πατρικό της. Φάντασμα του παλιού εαυτού του. Λουλούδια, δέντρα, πουθενά... Παντέρημο και κατάκλειστο. Ο κόμπος στον λαιμό της την έπνιξε και ξέσπασε σε κλάματα... Ένα κλάμα γεμάτο βουβά αναφιλητά... Εικόνες από το παρελθόν την βομβάρδισαν ανακατεμένες, προκαλώντας της ανυπόφορο πόνο... Ο Ντικ να τρέχει χαρούμενος γύρω από το σπίτι. Η Μπιρμπίλω να ξεντώνεται νωχελικά στην βεράντα. Το ποδήλατο του πατέρα στον τοίχο. Οι άσπρες τριανταφυλλιές και οι εντυπωσιακές ροζαμάπες να σκαρφαλώνουν στο παράθυρό τους. Η κυρία Αγγελική, η καλή γειτόνισσα, κάτι λέει στην μητέρα της, στο μεσότοιχο που χωρίζει τους κήπους τους... Ο πατέρας της να κλαίει την ημέρα των αρραβώνων της, έξω στον κήπο, δίπλα στην ολάνθιστη νυφούλα. Η αδελφή της η Αντζέλα έρχεται μαζί με τι φίλες της, την Ιουλία Μανωλάτου και την Ρούλα Φλωράτου. Η ίδια μικρούλα στο πλάι του σπιτιού, να φτιάχνει με πέτρες διώροφο σπιτάκι που το στολίζει με μικρά κομματάκια από πιάτα που βρίσκει στο χώμα, απομεινάρια του μεγάλου, μακρινού πια σεισμού. Να, ένα θραύσμα λευκό, στολισμένο με κομμάτι από γαλάζια γιρλάντα. Θα ήταν κάποτε ένα ωραίο σερβίτσιο. Τώρα γίνεται σερβίτσιο στο παιχνίδι της για να κεράσει τις νεράιδες που θα έρθουν να κοιμηθούν εδώ. Ο υπερήφανος κατακόκκινος κόκοράς τους, να σεργιανάει στην αποκάτω αυλή. Η μυρωδιά της κοκκινιστής πατσάς με το μπόλικο ξύδι που φτιάχνει η μάνα της, ερεθίζει ευχάριστα τα ρουθούνια και φθάνει ως τον δρόμο. Και παντού άνθη... Φιόρα, φιόρα και ευωδιές παντού...

    Νόμισε ότι θα λιποθυμήσει. Έφυγε σαν να την κυνηγούσαν. Τα φαντάσματα του παρελθόντος ζωντάνεψαν συνθλίβοντας την καρδιά της με την χαμένη αθωότητά τους. Άφηνε πίσω της το φάντασμα του άλλοτε ολοζώντανου, λουλουδοτριγυρισμένου, χαρούμενου σπιτιού της. Αυτό που είδε ήταν η σκιά του. Γυμνή, μόνη, ξεχασμένη, παρατημένη... Έκλαιγε σε όλον τον δρόμο του γυρισμού. Αχ, τι έχασαν Θεέ μου... Αχ, τι έχασαν... Νόμισε ότι η καρδιά της θα σπάσει. Δεν φανταζόταν ποτέ ότι κουβαλούσε τόσο πόνο μέσα της... Για χρόνια ολόκληρα, αφού είχε εγκατασταθεί στην Αθήνα, ξυπνούσε με την αίσθηση ότι βρισκόταν στο σπίτι της στην Σάμη. Η νύχτα είχε πέσει και ευτυχώς δεν συνάντησε κανέναν γνωστό στον γυρισμό. Τι θα τού 'λεγε;; Αν την έβλεπαν να κλαίει σαν μικρό παιδί καταμεσής του μοναχικού δρόμου, τι θα υπέθεταν; Πάλι καλά που τα κορίτσια της ήταν ακόμα με την παρέα τους, στο μικρό μπαρ ''Μέι Ντέι'' με την όμορφη μουσική και την χαρούμενη νεολαία. Φτάνοντας στης κυρίας Βασιλικής, πέρασε απέναντι και στάθηκε κάτω από έναν ευκάλυπτο, αρκετά μακριά από τις γελαστές παρέες. Προσπάθησε να ηρεμήσει. Είχε κλάψει με την ψυχή της. Σκούπισε τα μάγουλά της που ήταν μούσκεμα από τα δάκρυα. Δεν έπρεπε να την δουν έτσι τα παιδιά της... Και τα κατάφερε. Δεν την είδαν. Ούτε τους είπε πού είχε πάει εκείνο το βράδυ. 

    Πάντως το πατρικό της, το έβλεπε χρόνια στα όνειρά της... Τώρα δεν το βλέπει τόσο συχνά... Όμως πολλές φορές έρχεται στον ύπνο της και όταν ξυπνά, ξυπνά με την αίσθηση μιας μεγάλης απώλειας, αγκαλιασμένης με ένα παιδιάστικο παράπονο...

    Αν... Αν λοιπόν υπήρχε το σπίτι, θα ήταν όλα πολύ διαφορετικά. Και τα καλοκαίρια της σίγουρα θα είχαν άλλο χρώμα και άλλη μορφή. Δεν αξιώθηκε ν' αφήσει στις κόρες της κάτι να έχουν στο νησί που τόσο έχουν αγαπήσει και οι δυο τους, από μικρές... 

    Όμως προσαρμοζόμαστε με τα όσα μας φέρνει η ζωή. Αυτό κάνει κι εκείνη. Το προσπαθεί πάρα πολύ. Κάνει τίμιες προσπάθειες να αποδεχθεί κάτι που χάθηκε οριστικά... Έχει πατάξει πολλά ''θέλω'' και έχει αρκεστεί στο ''ως έχειν''... Και Δόξα τω Θεώ, περπατά λεβέντικα στο δικό της μονοπάτι... Και τώρα, μέσα Αυγούστου έχει φτιάξει το δικό της μικροκλίμα, μες στο διαμέρισμα που νοικιάζει. Εδώ μέσα κυριαρχεί μια ευχάριστη εποχή. Φθινόπωρο; Όχι... Δεν θα τό 'λεγα… Άνοιξη; Χμ... Μάλλον... Καλοκαιράκι;; Ναι, με προϋποθέσεις όμως!!! Να γυρίζει ο ανεμιστήρας, να λειτουργεί το κλιματιστικό, έτσι ώστε να δημιουργείται η αίσθηση ενός όχι βάναυσου και καυτερού καλοκαιριού στην πρωτεύουσα, που τα τσιμέντα των πολυκατοικιών ανάβουν και εκπέμπουν αφόρητη ζέστη. Μέσα εδώ δημιουργείται η αίσθηση ενός καλοκαιριού ανάλαφρου, ανεκτού, που την κάνει να νιώθει όμορφα στο ομορφοστολισμένο μικρό τριάρι και την βοηθά να σκεφθεί, να αναλογισθεί και να γράψει όλα όσα πλημμυρίζουν την καρδιά και το είναι της...

Κυριακή 13 Αυγούστου 2023

ΣΤΗΝ ΗΛΕΚΤΡΑ

Πηγαίνανε κι οι δυό μαζί στο ίδιο το σχολείο.

Στην ίδια τάξη μάλιστα, στην ΑΗΔΟΝΟΠΟΥΛΟΥ.

Η μιά ήταν η κόρη μου η πρώτη, η Ελπίδα

και η φίλη της η όμορφη και λυγερή, Ηλέκτρα.

 

Τα χρόνια εδιαβήκανε μα, πάλι ανταμώσαν.

Μανούλες πλέον και οι δυό, ολόκληρες γυναίκες.

Της είπε η Ελπίδα μου πως θέατρο διδάσκω

και ανεβάζω με παιδιά ωραίες παραστάσεις.

Γυμνάσια, Δημοτικά μάς στέλνανε φυντάνια

κι ανάμεσά τους ήτανε και κάποιοι μαθητές μου.

 

Πόση χαρά με τύλιξε όταν μιά μέρα ήρθε

να έμπει στην ομάδα μας κι η κόρη της Ηλέκτρας!!

Νεφέλη την φωνάζουνε και είναι μία κούκλα, 

ένα παιδί ευγενικό, που σφύζει από ταλέντα!

 

Άστραψε στην παράσταση η όμορφη Νεφέλη!

Νεράιδα λυγερόκορμη κι ηθοποιός, αστέρι!!

Κοιτώντας την, συγκίνηση τύλιξε την Ηλέκτρα

που έβλεπε την κόρη της να παίζει όλο φλόγα!

 

Και δίπλα της εδάκρυζε και άλλη μιά κυρία...

Νηπιαγωγός εξαίρετη, η μάνα τής Ηλέκτρας, 

η φίνα κυρία Δήμητρα, εξαίρετη γυναίκα,

η πιο θαυμάσια γιαγιά που το παιδί λατρεύει.

 

Καμάρωνε την εγγονή κι άστραφτε η μορφή της!

Πόση χαρά ελάβανε ετούτες οι γυναίκες,

σαν η Νεφέλη πέρασε απ' την Μεγάλη Πόρτα

και είναι πια φοιτήτρια του Πανεπιστημίου!!

Χαλάλι οι αγώνες τους, όλα δεξιά τούς ήρθαν.

 

Μα, θέλω λίγο να σταθώ στην μάνα της Νεφέλης.

Για βρεφοκόμος σπούδασε... Δούλευε με τις ώρες...

 Δύσκολο όμως να βρεθείς εκεί πού ΄χεις σπουδάσει

Και ζήτησε αλλού δουλειά, για να τα καταφέρει...


Ατέλειωτες, κουραστικές, οι ώρες δεν περνούνε...

Τι κι αν απέκτησε μωρό και γίνηκε μητέρα;;

Στην εργασία έπρεπε να στέκεται λαμπάδα...

Να μην την δούνε στην δουλειά, ποτέ της κουρασμένη...

 

Να μεγαλώσει το παιδί, τίποτα μην του λείψει...

Να το φροντίζει στοργικά και να το παραστέκει...

Να του διδάξει το σωστό, νά 'χει την έγνοια πάντα

πως η Νεφέλη πάντοτε θα βρίσκει την γαλήνη

και πως θα φτιάξει σπιτικό ζεστό, για το παιδί της....

 

Κι η Ηλέκτρα δεν ησύχαζε ποτέ όλη την μέρα.

Μα η μάνα της η Δήμητρα, πολλές φορές της στάθη.

Έγινε μιά υπέροχη γιαγιά για την Νεφέλη

και κάποια βάρη σήκωνε και της γλυκιάς Ηλέκτρας...

 

Κι η Ηλέκτρα αγωνίσθηκε με πείσμα και με θάρρος…

Και καλοκαίρια υπήρξανε που στα νησιά επήγε,

γιατί εκεί βρήκε δουλειά κι έπρεπε να δουλέψει...

Μαζί της πάντα έπαιρνε και την μικρή Νεφέλη,

την όμορφη κορούλα της που πάντα ακολουθούσε

ήρεμη την μανούλα της, την πολυαγαπημένη.

Απ' το παιδί δεν ήθελε η Ηλέκτρα να χωρίσει,

γι' αυτό όπου επήγαινε, την κόρη είχε μαζί της.

 

Ποτέ της δεν φοβήθηκε την όποια εργασία.

Αφού μόνη εδιάλεξε ετούτονε τον δρόμο,

τα δόντια σφίγγει δυνατά, σηκώνει το κεφάλι

κι εργάζεται αδιάκοπα ξεχνώντας το ρολόι.

 

Σηκώνεται το χάραμα στην πρωινή δουλειά της…

Γυρίζει γύρω κεί στις τρεις και στις εννιά το βράδυ,,

τρέχει στην δεύτερη δουλειά, ώσπου να ξημερώσει.

Στο σπίτι τρέχει βιαστικά, το πρωινό να φτιάξει.

Ξεπροβοδίζει το παιδί που πάει στο σχολείο.

Δεν θέλει ούτε μιά στιγμή να χάσει απ' την ώρα,

που πρέπει να ευρίσκεται παρέα με την κόρη.

Κι απέ πηγαίνει τρέχοντας στην πρωινή δουλειά της.

 

Το μεσημέρι έρχεται προτού η μικρή σχολάσει.

Την υποδέχεται θερμά κι όλα τα συζητούνε.

Κι αφού θα 'ρθεί τ'απόβραδο, αφήνει την Νεφέλη, 

μες στα ζεστά σκεπάσματα, εδώ στην κάμαρά της.

Είτε ο αδερφός είτε η γιαγιά θα μείνουνε στο σπίτι

κι εκείνη φεύγει τρέχοντας στην βραδυνή δουλειά της...

 

Τώρα η Νεφέλη πέτυχε, φοιτήτρια λογιέται.

Μπορεί να μείνει μόνη της καμιά φορά το βράδυ.

Αλλά της μάνας η καρδιά πάντα γοργοχτυπάει 

κι έχει την έγνοια πάντοτε τι κάνει το παιδί της...

 

Παρ' όλη αυτήν την κούραση, η Ηλέκτρα είναι κούκλα. 

Έχουν ωραίο κύτταρο κι αυτή και η μαμά της...

Οπότε η Νεφέλη τους που γίνηκε νεράιδα,

έχει από πού να καυχηθεί, ότι γονίδια έχει!!

 

Μιά σγουρομάλλα νεαρή γυναίκα η Ηλέκτρα.

Αεικίνητη, δραστήρια με πρόσωπο μιάς κούκλας

και μιά καρδιά απέραντη, γεμάτη καλοσύνη,

γεμάτη τρυφερότητα και όνειρα γαλάζια...

 

Σου εύχομαι Ηλέκτρα μου, νικήτρια να βγαίνεις,

παντοτινά στο δύσκολο της ζήσης μονοπάτι.

Η κόρη σου, σού χάρισε τεράστια ευτυχία:

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ!! Επέτυχε τον στόχο!!!

Κι εσύ, υπερήφανη μαμά, σκέψου ότι μετείχες 

σε τούτο το κατόρθωμα, γιατί ευθύνεσαι κι εσύ για το μεγάλωμά της, 

οπότε έπραξες σωστά ώσπου εδώ να φθάσει,

και νιώσε γλύκα μέσα σου και για τον εαυτό σου...

 

Νεφέλη, Ηλέκτρα, Δήμητρα....

Γυναίκες τρεις υπέροχες, ολόσωστες κυρίες.

Χαρά σ' όποιον σας γνώρισε και όποιον αγαπάτε!

Κι εσύ γλυκιά Ηλέκτρα μου αξίζεις μέγα ΜΠΡΑΒΟ!!!

Έχεις μιά κόρη θησαυρό, αληθινό διαμάντι.

Ουδέποτε ελύγισες, μαχήτρια μεγάλη...

Το πόσο εκουράστηκες, μόνον εσύ το ξέρεις...

 

Σου εύχομαι κορίτσι μου, ό λ α  καλά να σού 'ρθουν...

Να λάμπει ήλιος στο στρατί όπου περνοδιαβαίνεις.

Ρόδα ν' ανθούν στο διάβα σου κι αηδόνια στην καρδιά σου.

Της Παναγιάς η Χάρη Της να σε προσέχει πάντα,

κι όπου βρεθείς κι όπου σταθείς, αστέρια στην ποδιά σου!!!!!

 

Με μεγάλη αγάπη για εσάς τις τρεις υπέροχες γυναίκες και ειδικά για σένα, πανέμορφη Ηλέκτρα μου, η μαμά της φίλης σου Ελπίδας, 

                                   δασκάλα Πολυάνθη.

                                                                Αύγουστος του 2023

 ΜΟΝΗ  ΣΤΟ  ΣΠΙΤΙ


     Και έρχεται η στιγμή που κανείς δεν είναι εύκαιρος να σου μιλήσει... Η μία σου φίλη μιλάει στο τηλέφωνο. Η άλλη το έχει απενεργοποιημένο... Η μία σου κόρη απλώνει τα ρούχα από το πλυντήριο. Η άλλη πίνει καφέ με τον άντρα της στην βεράντα του σπιτιού τους και συζητούν για την κατασκήνωση των παιδιών.Η αγαπημένη  εξαδέλφη σου Νανά,  πάει για μπάνιο, η γηραιά θεία σου καλωσορίζει τα παιδιά της πού πήγαν να την επισκεφθούν... Και θέλεις να μιλήσεις τόσο πολύ!!!Αχ, Μαίρη, γιατί έφυγες τόσο νωρίς;;Την Χαριτίνη θα την πάρει κατά το μεσημεράκι..  Καλή η μοναξιά, αλλά κάπου - κάπου κουράζει... Τρία τινά σε περιμένουν: α] Να λύσεις σταυρόλεξο. β] Να ξαναδιαβάσεις την ΜΑΝΑ της Πέρλ Μπακ, που έχεις κατεβάσει από το ράφι πριν τρεις ημέρες.γ] Να καταγράψεις τις σκέψεις σου...

        Για την ώρα ανοίγεις το κλιματιστικό και πιάνεις το στυλό να γράψεις ένα ποίημα...Δεν σου βγαίνει... Στο μυαλό σου έχουν μαζευτεί πολλά αξεδιάλυτα... Μάλλον θα σκουπίσει ό,τι πιάνει το ματι της. Η μέση της δεν συνιστά πολλές επικύψεις... Να πήγαινε διακοπές; Ούτε να το συζητήσει. Προέχουν άλλα. Και σίγουρα πέρασαν οι εποχές που έκανε  χίλια πράγματα στην στιγμή. Τώρα θέλει την ηρεμία της. Με λίγη φαντασία, έχοντας ανοίξει το κλιματιστικό, η δροσιά του την μεταφέρει σε μιαν ακρογιαλιά σκιερή, κάτω από μια φουντωτή μουριά. Μπρος της η θάλασσα ολογάλανη απλώνεται με χαρούμενη διάθεση  ως πέρα μακριά...Οι ηλιαχτίδες  χορεύουν  επάνω στον ακύμαντο κρυστάλλινο νερένιο καθρέφτη και σκορπούν σε όλο το πλάτος των υδάτων εκατομμύρια ασημένια αστράκια που στραφταλίζουν όμοια με εκτυφλωτικά διαμάντια.

       Προτού φύγει απ' το νησί της, μέσα από το κατάστημα ΙΖΟΛΑ του πατέρα της, κοίταζε τον φωσφορίζοντα κόλπο της Σάμης κι ήθελε να βουτήξει και να πιάσει στις χούφτες της τις μυριάδες τ' αστραποβόλα πετράδια που κάλυπταν το γαλήνιο κορμί της θαλάσσιας γοργόνας και που σπίθιζαν ολόγυρα με χίλιους ασημόλευκους, στραφταλιστούς, εκτυφλωτικούς σελαγισμούς....Έτσι και τώρα, θα είχε την ίδια εικόνα μπροστά της και θα ήθελε ν'αρπάξει τα πολύτιμα σπινθηροβόλα πετράδια που ο ήλιος κεντούσε πάνω στο βελούδο του Ιονίου πελάγου...Το βράδυ το φως της σελήνης δημιουργούσε μια ορισμένη, φαντασμαγορική φεγγαροστράτα. Τώρα το πρωί, οι ηλιαχτίδες σκεπάζουν την θάλασσα με πανάκριβα διαμάντια και αργυροασημένια λέπια μαγικά...

        Δεν θα έμπαινε για μπάνιο. Αυτή που μικρή ξανοιγόταν στα βαθιά...Θα καθόταν στο μουράγιο γράφοντας στο τετράδιό της. Το πολύ-πολύ ν' άφηνε τα πόδια της να τσαλαβουτήσουν στα ρηχά.Η πλούσια σκιά της μουριάς ή των ευκαλύπτων, θα της προσέφεραν ωραίο στέκι και το πανόραμα του ζαφειρένιου ορίζοντα θα διαγραφόταν μπροστά της...Θα κοιτούσε τα βουνά, γαλάζια από την απόσταση στ' αριστερά της, σμαραγδένια από την δεξιά πλευρά. Ως εκεί που φθάνει το μάτι, εκεί που ο ολόλαμπρος ουρανός σμίγει με την ασημογάλαζη θάλασσα, θα έφτανε ο λογισμός της βρεγμένος και λιασμένος από νοσταλγικές αναμνήσεις.

      Έτσι είχε γίνει και πριν 25 χρόνια, που είχε έρθει με τις θυγατέρες της. Τα κορίτσια τριγύριζαν ευτυχισμένα κι αυτή ώρες ατένιζε την θάλασσα σαν νά ήθελε  να την πάρει μαζί της, λες κι ήξερε πως θ' αργούσε πολύ να γυρίσει, γι' αυτό  έπρεπε να χωρέσει όσο περισσότερο Ιόνιο πέλαγος γινόταν, στην καρδιά της.Η δροσιά του κλιματιστικού και η φαντασία της, βοηθάνε ν' αναζωπυρωθούν αυτές οι μνήμες στο μυαλό της. Έχει  σ' ένα μικρό τραπεζάκι του σαλονιού πέτρες από τον Μύρτο. Όταν τις μάζευε, αντανακλούσε ο ήλιος τόσο δυνατά πάνω στην ασπράδα τους, που δάκρυα έτρεχαν ακατάπαυστα από τα μάτια της , καθώς δεν φορούσε γυαλιά. Είναι πανέμορφες πέτρες διαφόρων μεγεθών. Μεγαλύτερες σε άψογο σχήμα οβάλ, μικρότερες σε τέλεια απομίμηση αυγού, ακόμα πιο μικρές σε καταπληκτικό ολοστρόγγυλο σχήμα, μέχρι κούτσικες σαν ολοστρόγγυλα χαπάκια ή κυκλικές καραμελίτσες. Ανάμεσά τους έχει βάλει δυο κομψές ξύλινες πάπιες σε πρασινογάλαζο χρώμα και ένα μικρό γαλάζιο δελφίνι μουράνο. Της δίνουν την αίσθηση πως κολυμπούν και θαρρεί πως έχει αιχμαλωτίσει ένα κομμάτι Κεφαλονιάς και τό 'χει φέρει στο σαλόνι της. Στο χωλ, όλο τον χρόνο υπάρχουν τα δυο μεγάλα κοχύλια που πήρε από τον πατέρα της Κατερίνας Αντωνάτου, ανάμεσα σε άλλες πλακέ, χιονάτες πέτρες του Μύρτου.

          Το τηλέφωνο χτύπησε και η αγαπημένη κυρία Δήμητρα Βυτούλη, η γιαγιά της Νεφέλης, την ρώτησε εάν εφέτος θα ανεβάσει κάποιο θεατρικό.Η πανέμορφη Νεφέλη μπήκε Πανεπιστήμιο και θυμάται πάντα τις θεατρικές παραστάσεις τους με πολύ μεγάλη αγάπη, όπως και η μαμά της, η όμορφη Ηλέκτρα, συμμαθήτρια της κόρης της Ελπίδας, στην ΣΧΟΛΗ ΑΗΔΟΝΟΠΟΥΛΟΥ. Έχει κάτι στο μυαλό της, να δει πώς θα πάνε τα πράγματα και θα αποφασίσει. Τώρα που το φάσμα του κορωνο'ι'ού ελαχιστοποιήθηκε, θα πάρει πιο εύκολα τις όποιες αποφάσεις της. Κοιτάζει το ρολό'ι'...12 η ώρα, μεσημέριασε. Έχει τόσα να σκεφτεί για την ζωή της...Αρκεί να παραμένει η η αγαπημένη ρουτίνα αμετάβλητη. Δεν είμαστε τώρα για κανένα σκαμπανέβασμα. Είναι ωραίο να συνεχίζεται η ζωή χωρίς περίεργες εκπλήξεις.

             '' Σ' ευχαριστώ Θεέ μου που μ' άφησες να δω και πάλι την νέα ημέρα σου. Οι απαιτήσεις μου έχουν ελαχιστοποιηθεί πλέον κατά πολύ. Να έχουν υγεία τα παιδιά μου, τα εγγόνια μου, οι γαμπροί μου, ο ανηψιός μου, εγώ, οι μαθητές μου, οι φίλοι κι οι γνωστοί μου. Φύλαγε όσους αγαπώ και όσους δεν με αγαπούν... '' Γιατί όχι;Ας έχουμε την καρδιά μας ανοιχτή και ζεστή για όλους...

         Ν' ανοίξει το φέ'ι'ς-μπουκ; Όταν βλέπει εικόνες κακοποιημένων ζώων, θυμώνει φοβερά.Πιστεύει, ότι αν ήταν αυτή δικαστής, τους κακοποιητές θα τους έκλεινε ισόβια. Και δις ισόβια τους παιδεραστές και βασανιστές παιδιών.Αρρωσταίνει με την κακία που κυριαρχεί και πληγώνει κάθε αθώο δίποδο ή τετράποδο πλάσμα.Υπάρχει τόσος πόνος στον κόσμο που, αν σκεφτεί την έκτασή του, πονάνε τα σωθικα της..Αναπτερώνεται το ηθικό της με τις καλές πράξεις ανθρώπων προς τα ζώα και προς τους συνανθρώπους τους.Και για να αποξεχνιέται, βλέπει τα επεισόδια του ζωγράφου ΜΠΟΜΠ ΡΟΣ που κάποτε μετέδιδε και η ΕΡΤ. Απολησμονιέται παρακολουθώντας τον αγαπημένο ζωγράφο επί τω έργω. Έχει βρει και ομάδες ζωγράφων που αναρτούν τα έργα τους και σε πολλά από αυτά, η ψυχή της αγαλλιάζει. Να μπορούσε να είχε όοολους αυτούς τους υπέροχους πίνακες στο σπίτι της!!!!Τώρα πού θα τους έβαζε, δεν ρωτάμε, όπως και πώς θα τους αγόραζε!!!!Πειράζει να ονειρεύεται;;Οι δημιουργοί τους είναι νέοι ζωγράφοι, διαφόρων εθνικοτήτων:Κινέζες, Γιαπωνέζες, Ινδοί, Ρώσοι, Άραβες και κάποιοι από αυτούς έχουν μεγάλο ταλέντο.

             Παρακολουθεί από την τηλεόραση ανελλιπώς τα μαθήματα Ιστορίας, της καθηγήτριας στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, ΜΑΡΙΑΣ ΕΥΘΥΜΙΟΥ  και την εκπομπή ΣΕ ΠΡΟΣΚΥΝΩ ΓΛΩΣΣΑ με την καθηγήτρια Γιώτα Φλέσσα και τον καθηγητή-γλωσσολόγο, Γιώργο Μπαμπινιώτη.Έχει γεμίσει τρία τετράδια με σημειώσεις από τις δύο αυτές εκπομπές.

        Να, τώρα της τηλεφώνησε η παλιά της οδοντίατρος Μαρία Γυφτοπούλου. Υπέροχος άνθρωπος, μεγάλη φιλάνθρωπος και μεγάλη φιλόζωος. Μία σπουδαία προσωπικότητα, μία σπουδαία κυρία.Σε λίγο θα τηλεφωνηθούν με την παλιά της συμμαθήτρια την Χαριτίνη, μια ξεχωριστή καρδιά ,ένα δυνατό μυαλό και πρέπει να διαβάσει τα μηνύματα που της έστειλε η αγαπημένη Σούλα Μανωλάτου, από την Κεφαλονιά...Μα προτού κάνει μια κίνηση, το τηλέφωνο ξαναχτυπά και είναι η Γιούλα στην άλλη άκρη της γραμμής.Την κατασυγκίνησε...''Είμαι στην ακροθαλασσιά Πολυάνθη και διαβάζω τα κείμενά σου. Έχω μπει στο ΜΠΛΟΓΚ σου..Τι να σου πω!!!Με ταξίδεψες!!Μέσα στην ησυχία, διαβάζοντας έκανα εικόνες τα γραφόμενά σου!!!Μου άρεσαν πολύ!!!''  Αχ, Γιούλα μου... Να είσαι καλά για την χαρά που μου δίνεις..Χαιρέτα μου το Κρητικό πέλαγος!!!Σε περιμένω!!!...

        Θα ήθελε να είχε μία αφράτη Παύλοβα ή ένα τσιζ-κέ'ι'κ,όπως το κάνει η κόρη της Αλίσια, με πολωνική συνταγή ή ένα παγωτό σε πλούσια δόση!!!... Ας πάει να φτιάξει ρύζι σπιρωτό με κύβο κνορ ή μάτζικ, ό,τι έχει...

                       Ας έρθουνε οι μέρες ασπρογάλαζες, με ήλιο και αστέρια και γαλήνη.

                     Ας έρθουν πεταλούδες στο παράθυρο, κι ας πλέξει τον ιστό της η ειρήνη...

                   Θα βάλει άλλη αράχνη στο μπαλκόνι της, ξεράθηκε εκείνη πού 'χε πρώτα...

              Την θέλει γιατί η μάνα τους  στο σπίτι τους, δύο αράχνες τορνευτές  είχε στην πόρτα...

      Θυμάται τα μικρούλικα ανθάκια τους που στόλιζαν το φίνο φύλλωμά τους...

      Της μένει το σπαράγγι που νταρντάνεψε, κι οχτώ αλόες που υφαίνουν το άπλωμά τους...

   Το ίντετσι, το φούλι, το χρυσόδεντρο, τα ρόγκολα, οι ντάλιες, τα χαρτάκια,

  φωτίζανε στην Σάμη τον κηπάκο τους, με μαργαρίτες και τσετσέλια σε ματσάκια...

Το μοσχομπίζελο το παίρνει σε κολώνια... Το ''Ντιορίσιμο'' θυμίζει τ' άρωμά του...

Τα τριαντάφυλλα κι οι κρίνοι, ένας πίνακας!Αρπάζει του σπιτιού την μυρωδιά του!!...


        Τα άνθη, η βερυκοκιά, η λεμονιά που τον χειμώνα για να μην καεί από το κρύο, την σκέπαζε ο πατέρας με εφημερίδες, όλα τώρα δεν υπάρχουν.Το σπίτι είναι σε άλλα χέρια. Γυμνός ο κήπος. Όμως κοιτάζοντας τις γλάστρες στο δικό της μπαλκόνι, ολοζώντανος  ξεπηδά μπροστά της ο λουλουδιαστός, υπέροχος κήπος τους στην Σάμη. Να, κάτω από εκείνη την ασβεστωμένη πέτρα, δίπλα στους ευγενικούς πανσέδες, βγαίνειι η πράσινη σαυρούλα της...Η Πολυάνθη είχε αναπτύξει σχέσεις στοργής με την μικρή σαύρα. Την κρατούσε για λίγο απαλά στην παλάμη της κι εκείνη την κοιτούσε ήρεμα με τα μικρά, χάντρινα ματάκια της. Την άφηνε μετά προσεχτικά κάτω και η σαυρούλα ανέβαινε σε μια πέτρα και λιαζόταν. Έ, και κάπου πιο πέρα, η μικρή Αντζέλα, έβγαζε βόλτα την αγαπημένη της μαύρη κότα που είχε ξεχωρίσει από το κοτέτσι τους, πίσω στον λαχανόκηπο, δεμένη με  έναν σπάγγο από την ...μέση!!! Η δική της ήταν μια καλτσουνάτη φουφουλάτη, έχει και φωτογραφία που τις δείχνει να κρατούν αγκαλιά τα αγαπημένα τους πουλερικά. Στα πόδια τους ο σκυλάκος τους ο Ντικ και στο περβάζι, η παιχνιδιάρα γάτα τους, η Μπιρμπίλω...

             Κοίτα να δεις τι σκέφτηκε πάλι!Από τα τηλεφωνήματα κατέληξε στις Κεφαλονίτικες μνήμες της...Καλά της είπε η εξαίρετη διαδικτυακή φίλη της, Μαρία Φαραντούρη, ότι δεν είχε κόψει ακόμη τον ομφάλιο λώρο που την δένει με το νησί της... Και έχουν περάσει τόσα χρόνια...

   Ποπο!!!Μία η ώρα!!Μεσημέριασε για τα καλά. Θα βάλει το ρύζι. Το θέλει σπυρωτό. Θα είναι από πάνω καταπάνω συνεχώς, για να μην της πιάσει.Θα φέρει το πιάτο στο σαλόνι που είναι το τάμπλετ. Θα το ανοίξει και θα ακούσει και θα δει κάτι μαγικό!!! Ψάχνοντας για το ρώσικο τραγούδι ΚΑΛΙΝΚΑ, ανακάλυψε μια παράσταση που είχε δώσει στην Αθήνα, η καταπληκτική χορωδία του Κόκκινου Στρατού, με γνωστά  και μη τραγούδια σε εκπληκτική απόδοση, διανθισμένα από τους υπέροχους ρώσικους χορούς. Σαν εκείνον    που νομίζεις ότι οι πανώριες ομορφοντυμένες ρωσίδες κυλούν στο πάτωμα και δεν περπατούν!!!! Και στις εφτά η ΕΡΤ1, έχει ΗΡΑΚΛΗ ΠΟΥΑΡΟ!!! Θα περάσει υπέροχα!!!Άρτος και θεάματα!!!Και όλα αυτά, μέσα στο σπιτικό της!!!!!