Εμφανιζόμενη ανάρτηση

Τρίτη 27 Αυγούστου 2019

ΕΓΝΟΙΕΣ... [ ΓΙΑ ΤΗΝ ΩΡΑ, ΠΡΟΩΡΕΣ!!]

Ήτανε κάποτε λαμπρή, ωραία παρουσία.
Εσπούδασε, παντρεύτηκε, εγίνηκε μητέρα.
Εργάσθηκε, κουράστηκε, επάλεψε με πείσμα
και χάρηκε που ο Θεός της χάρισε εγγόνια.

Χαρές πολλές εμάζεψε πρώτα απ' τα παιδιά της.
Χαρές κι από τους μαθητές που πήρε την δροσιά τους.
Κι όσα στραβά της τύχανε με θάρρος τα νικούσε,
γιατί 'χε πάντα μέσα της το θάρρος και το πείσμα...

Τα χρόνια πέρασαν γοργά σαν την πνοή τ' ανέμου...
Γινήκαν άσπρα τα μαλλιά, οι ώμοι κυρτωθήκαν...
Το βάδισμα δυσκόλεψε, δεν τρέχει σαν και πρώτα.
Κάθεται στην καρέκλα της, αντικρυστά στον ήλιο,
να της ζεστάνει γόνατα, την μέση και τις σκέψεις...

Οι θύμησες κλωθογυρνούν και πλέκουνε γιορτάνι:
Χριστούγεννα, οι κόρες της, η τάξη, το σχολείο,
το θέατρο, το γράψιμο περνούν από μπροστά της
και λουλουδίζουν την καρδιά, τον λογισμό, τις έγνοιες...

Μα μέσα της φυλλορροεί δειλά η ανησυχία...
Τι θα γενεί στο αύριο, στου χρόνου το υφάδι;
Θα ζήσει  ''ανεπαίσχυντα, ειρηνικά '' στο μέλλον
και θα 'ναι αξιοπρεπές το τέλος της ζωής της;...

Δεν θέλει βάρος να γενεί. Να φύγει  ό ρ θ ι α  θέλει...
Να μην κουράσει συγγενείς, εγγόνια και παιδιά της....
Μ' ειρήνη να 'ναι η φυγή από αυτόν τον κόσμο
και πίσω της κάποια γλυκιά ανάμνηση να μείνει...

Κι αν κάτι έρθει δύσκολο μιάν ταραχή να φέρει,
θα 'θελε να ρωτούσανε κι αυτήν τι προτιμούσε...
Να πάει σ' ένα ίδρυμα δεν πάει να λογιέται...
Ανυποχώρητα θα πει στο σπίτι της να μείνει...

Και θα 'λεγε προς τα παιδιά, ετούτα δω τα λόγια:
Θυμήσου πρώτη κόρη μου την μάνα σου πιο νέα...
Το ξέρεις πως επέρασε πολλά μες στην ζωή της...
Μα, δεν σε άφησε ποτέ να νιώσεις πικραμένη...

Κι εσύ μικρή κορούλα μου, πάντα φτερούγες είχες
που σε σκεπάζαν τρυφερά σε κάθε δυσκολία...
Σας έδινα το κίνητρο μπροστά να φτερουγάτε
και να'στε πάντα ήρεμες στις μπόρες που ερχόνταν...

Να  μην  με  νιώστε βάρος σας τώρα που μεγαλώνω...
Το χέρι μου κρατάτε μου στις ομλιχλώδεις ώρες...
Αυτό το χέρι που άλλοτε  χτένιζε τα μαλλιά σας
και σας εσταύρωνε γλυκά προτού να κοιμηθείτε...

Χτενίστε τώρα κόρες μου, εσείς τ' άσπρα μαλλιά μου...
Κι αν μουρμουράω σιγανά, σκεφτείτε το τραγούδι
που άστραφτε στο σπίτι μας με τις σωστές φωνές μας
και πέστε μου νανούρισμα γλυκό να μ' ησυχάσει...

Σωστά,ξέρω,μεγάλωσα τις δυό μου θυγατέρες
και ξέρω πως θα κάνουνε το πιο σωστό για μένα.
Μα φέρνουν τα γεράματα συχνά ανησυχία,
γι' αυτό να μην κουράζεστε το ''σ' αγαπώ'' να λέτε...

Θα παίρνω αυτό το ''σ' αγαπώ '' σαν φυλαχτό στα στήθη.
Τα χέρια μου που κάποτε ζωγράφιζαν και γράφαν,
θα γίνονται νεανικά καθώς θα μ'ακουμπάτε
και θ' αγαλλιάζει η ψυχή στο κάθε φίλημά σας...

Της Παναγίας την ευχή κορίτσια μου να πάρτε.
Στον δρόμο σας ροδόκρινα ν'ανθούν και μπουγαρίνια..
Τα εγγόνια μου κι οι άντρες σας λεβέντες πάντα να 'ναι
κι η ευτυχία κι η χαρά ν' ανθούν στα σπιτικά σας!

''Της μάνας πάρε την ευχή και στα βουνά περπάτα''
ελέγαν οι παλιότεροι και μέγα δίκιο είχαν.
Κι εγώ αγαπημένες μου, πανώριες θυγατέρες,
σας δίνω την ευχούλα μου βαθια απ' τα φυλλοκάρδια!

Κι όταν θα γίνω Αυγερινός κι αστέρι στα ουράνια,
να ξέρετε κορούλες μου κοντά σας θα  'μαι πάντα,
να σας γιομίζω με ευχές, αρώματα και ρόδα,
γιτί η καρδιά μου μάτια μου, μαζί σας θα ΄χει μείνει...


------------------------------------------------------------------------------------------------
Είναι το 2ο ποίημα που γράφω με αυτό το θέμα...Περνάω φαίνεται μια συγκινησιακή περίοδο...Γράφω για το μέλλον που εύχομαι να έρθει φωτεινό και γαλήνιο.Για την ώρα,ηλικιακά, νιώθω όσο μου λέει η καρδιά μου. Νέα δηλαδή!!!! Θα τα ξαναπούμε σε κάποιες δεκαετίες!!!!

Δευτέρα 26 Αυγούστου 2019

ΟΤΑΝ...

Μπήκα σ'εκείνα που τα λένε γηρατειά...
΄Εχει ένα τρέμουλο η στράτα που διαβαίνω...
Δεν νιώθω σίγουρος και σκιάζομαι βουβά,
μήπως κουράσω τα παιδιά μου... και σωπαίνω...

Σαν προχωράω με αργή περπατησιά
και δεν προφταίνω την ζωντάνια του ρυθμού σας,
δώστε μου χέρι να πιαστώ με σιγουριά,
μη νιώθω βάρος και αγκάθι του μυαλού σας...

Θά 'θελα τότε να σας πέρναγε απ' τον νου,
ότι σας έμαθα τα πρώτα βήματά σας...
Ότι σας άπλωνα το χέρι με χαρά
και τώρα θέλω να κλειστώ στην αγκαλιά σας...

Αν πω τα λόγια μου συχνά πολλές φορές
και δεν θυμάμαι τι μου είπατε πριν λίγο,
αν κάπου χάνομαι συχνά πολλές στιγμές,
θέλω μ'αγάπη να μου φέρεστε πριν φύγω....

Μικρά λουλούδια, όταν ήσασταν παιδιά
το ίδιο πράγμα δεν βαριόμουν να σας λέω
φορές χιλιάδες και χωρίς βαρυγκομιά,
επαναλάμβανα το καθετί, το νέο...

Κι αν πάθω ατύχημα ή κάνω μια ζημιά,
μην μου θυμώσετε, πληγώνομαι στ'αλήθεια..
Μη νιώσω βάρος, και σαν μιάν απανεμιά,
καθίστε δίπλα μου και πέστε παραμύθια...

Πόσες φορές στην βλογημένη σας ζωή
σε με γυρέψατε απάγκειο λιμάνι...
Πόσες φορές σε κάποια δύσκολη στιγμή,
δεν σας εστήριξα χωρίς να βγει φιρμάνι;

Θέλω να μείνω στο δικό μου σπιτικό...
Δεν θέλω ίδρυμα καλό όσο κι αν είναι...
Μπορεί να γέρασα μα μόνο μέσα εδώ
θα ζήσω ήσυχα κι όλα μου λένε: ''Μείνε!!!''

 Αργοί οι ρυθμοί μου και σωπαίνω ξαφνικά...
Μπροστά μου η δύση πορφυρή αγοδιαβαίνει...
Μα θα 'ναι όμορφη κι εγώ νιώθω καλά,
όταν θα ξέρω πως αγάπη με προσμένει...

Να βλέπω εγγόνια, θυγατέρες και γαμπρούς!
Τι άλλο θέλεις στην δική μου ηλικία;
Αυτά τα πλάσματα θα σβήσουν τους γκρεμούς
και θά 'ναι όμορφη του τέλους η πορεία...

 Να ζήσετε όλοι σας, σαν τα ψηλά βουνά...
Να μου κρατάτε με στοργή τα δυό μου χέρια...
Όταν θα ''φύγω'' να κοιτάξετε καλά:
Θά 'χω φυλάξει στις παλάμες σας, τ' αστέρια!!...



------------------------------------------------------------------------------------------

Έγραψα αυτό το ποίημα, γιατί έλαβα αφορμή από κάτι που είδα...Με έκανε και σκέφτηκα το  ''Όταν''. Θα το σκεφτώ σοβαρά, αφού έρθει το...'' Όταν ''  ... 

Πέμπτη 8 Αυγούστου 2019

ΤΟ ΛΑΘΟΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΚΗΝΗ [ΔΥΟ ΑΠΟ ΤΑ ΜΕΡΗ]

ΣΕΛΙΔΑ    6η  [Τελευταία σκηνή]

ΝΕΑΡΟΣ: Με την συζήτηση πέρασε η ώρα. Η αλήθεια είναι πως δεν μ'ενοχλούσαν και να τα ξέχασα. Τώρα όμως με δαγκώνουνε
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Θα πάρω την ρεσεψιόν Δεν πρέπει να τ'αφήσεις έτσι... Νομίζω πως έχω μια καρφίτσα.. Ναι, έχω σο πέτο δύο, εκεί που καρφίτσωσα το λουλούδι. Οπότε μας χρειάζονται μόνο τα υπόλοιπα.     [ Τρέχει στο τηλέφωνο] Εμπρός!! Ναι, παρακαλώ!!!
 ΡΕΣΕΨΙΟΝ: Δεν φαντάζομαι να θέλετε και άλλα βιβλία!!! Τα διαβάσατε κιόλας;
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Όχι, δεν είναι για τα βιβλία που σα παίρνω. Θέλουμε λίγο λάδι...Λάδι φαγητού..  Μπαμπάκι και...Τίποτε άλλο... Πώς; Τι συμβαίνει; Πατήσαμε αχινό!
ΡΕΣΕΨΙΟΝ: Ανεβαίνω αμέσως!!
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Σε λίγο θα είσαι μια χαρά! Θα σε κάνω εγώ περδίκι!!
ΝΕΑΡΟΣ: Άκου!! Κάποιοι τραγουδούν!  [[Κοιτάζε κάτω και βλέπει μια παρέα κοριτσιών που τραγουδάει ξένοιαστα]  Α!! Κάτι κορίτσια έρχονται παρέα, με το ραδιόφωνό τους στην διαπασών!
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Μελαγχολικό, αλλά ωραίο τραγούδι...
    ΧΟΤΟΓΡΑΦΙΑ:ΑΓΑΠΗ ΠΟΥ 'ΓΙΝΕΣ ΔΙΚΟΠΟ ΜΑΧΑΙΡΙ...
Συνάμα, οι δύο άντρες ρίχνουν μ α ζ ί δυο βόλτες στο δωμάτιό τους. ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ Η ΧΟΡΟΓΡΑΦΙΑ

ΝΕΑΡΟΣ: Ε, ότι θα χορεύαμε και μαζί!!! Ειλικρινά, δεν το περίμενα!!!
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Γιατί; Επειδή είμαι Ανακριτής; Πάντως ήταν ωραίο διάλειμμα!  [Κτυπάει η πόρτα]  Α! Ήρθε και ο Υπάλληλος!  [Προχωρώντας προς την πόρτα]  Πάντως με αγκάθια στην πατούσα ή χωρίς αγκάθια, τον χορό τον έσυρες  μια χαρά!!  [Ανοίγει την πόρτα]
ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ:Τα έφερα όλα όσα μου ζητήσατε!
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Χίλια ευχαριστώ και συγγνώμη για την ενόχληση...
ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ: Δεν κάνει τίποε.. Και όσο για ενόχληση, δεν γίνεται λόγος!!! Καλό υπ΄΄ολοιπο βράδυ!!
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ:Καληνύχτα σας.  [Επιστρέφοντας προς τον Νεαρο]Χμ.. Μάλλον καλημέρα σας θα έπρεπε να πούμε... Ξημερώνει... Ε!!!!!  Τι κάνεις ;; Άσε την καρφίτσα!! Δεν μπορείς να τα βγάλεις μόνος σου!!!
ΝΕΑΡΟΣ: Δηλαδή, πρόκειται ν' αναλάβεις εσύ την επέμβαση; Εσύ;[Κατάπληκτος...]
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ [ανέμελα]: Γιατί όχι; Βγάλε το δεξί παπούτσι και την κάλτσα...
ΝΕΑΡΟΣ: Το ίδιο μου είπε και ο 1ος Ανακριτής στο γραφείο του χθες την νύχτα...[Κάνοντας χειρονομία ξυλοδαρμού που είχε υποστεί, τον κοιτάζει με υποψία]
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Δεν μας ενδιαφέρει για την ώρα αυτός ο άλλος. Πρώτα θ' ανάψω ένα σπίρτο να απολυμάνω την καρφίτσα...
ΜΕΑΡΟΣ: [Κάθεται στο κρεβάτι, βγάζει την κάλτσα και το παπούτσι]
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Να δεις που θα βγούνε μια χαρά τ' αγκάθια ένα-ένα... Μόνο να κάμεις στροφή προς το πορτατίφ, να μην έχω κόντρα το φως και μ'εμποδίζει...
[Βγάζει τ' αγκάθια...Μορφάζει ο νέος. Τον κοιτά κατάπληκτος όση ώρα τον βοηθά...]
ΝΕΑΡΟΣ: Νιώθω κουρασμένος... Σαν να 'σπασα ξαφνικά...
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: [Ξεντώνεται] Κι εγώ το ίδιο.
Ά'υ'πνοι όλην την νύχτα... Έχουμε εξαντλήσει και όλα τα θέματα... Κόπωση και αγρύπνια... Δεν μπορώ να μιλήσω άλλο...
ΣΙΩΠΗ-------------------------------------------------


ΣΕΛΙΔΑ 11η  [Τελευταία σκηνή]
Α]...............................
Β]Ξαφνικά ο ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ κοκκαλώνει.Χτυπά το μέτωπό του με το χέρι του.Η έκφρασή του αλλάζει...Σκύβει απ' το παράθυρο και φωνάζει στον Νεαρό:
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Τ Ι Γ Ρ Η Σ!!!!!!!
ΝΕΑΡΟΣ: [Τον κοιτάζει αποσβολωμένος, σαστισμένος] Τι;;;;;;
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ:Τίγρης!!!!
ΝΕΑΡΟΣ: Δεν...δεν κατα..λαβαίνω...
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Τίγρης! Είναι ο μυστήριος ποταμός που τόση ώρα ψάχναμε οι δυό μας,όταν λύναμε σταυρόλεξο και είχαμε κολλήσει στο 4ρα καθέτως!!! Θυμάσαι τι έλεγε;  ''Ποταμός που όχι μόνον πνίγει, αλλά και καταβροχθίζει...''    Τώρα δα μου ήρθε στον νου! Τίγρης! Αντώνη, το βρήκαμε επιτέλους!!!
ΝΕΑΡΟΣ: Κύριε Ανακριτά... Δίκιο έχετε...[Ξαφνικά πετάγεται] Τι;;;Τι;;;Τίγρης;;;;;ΤΙΓΡΗΣ!!!!Αυτό είναι!! Όπως το Σύστημα: Κι αυτό πνίγει και καταβροχθίζει συνάμα!!!!
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ:Πώς έχεις όρεξη γι'αστεία τέτοιαν ώρα;;;[Πετάει το σακάκι του... Ξαφνικά μένει ακίνητος...Με αλλοιωμένη φωνή ψιθυρίζει  έκπληκτος]: Τι έπαθα;; Τι μου συμβαίνει; Μόλις είπα ''Τίγρης'', κάτι έσπασε  μέσα μου...
ΝΕΑΡΟΣ: Κύριε Ανακριτά, τι μουρμουράτε;;
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: ΕΔΩ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΜΕ ΑΠΌ ΤΟ ΑΛΛΟ ΜΟΥ ΈΝΤΥΠΟ, ΤΟΝ ΜΟΝΟΛΟΓΟ ΤΟΥ ΑΝΑΚΡΙΤΗ, ΩΣ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ...

Τρίτη 6 Αυγούστου 2019

ΤΟ ΛΑΘΟΣ

ΣΚΗΝΗ 4η

ΜΑΝΑΤΖΕΡ: Πώς σας φαίνεται το ξενοδοχείο; Μην ακούσω παράπονα, είναι κουκλί! ΤΟ ΜΕΓΑ ΕΘΝΙΚΟΝ!! Ωραίο όνομα!!! Μέχρι να το βρω όμως, μου βγήκε η πίστη... Πέρασα πρώτα από τρία άλλα, αλλά μόνον αυτό πληροί τις προ'υ'ποθέσεις... Δωμάτιο στον 7ον όροφο, με δύο κρεβάτια και δικό του μπάνιο!!! Βάζουν τώρα το τρίτο κρεβάτι. Ένα ντιβάνι, αλλά δεν πιστεύω να προλάβω να κοιμηθώ, γιατί το συνεργείο είπε ότι  εκτός από το ντισριμπιτέρ, πρέπει να ρεγουλάρουμε τις βαλβίδες, πατινάρει ο δίσκος του ντεμπραγιάζ και προηγούνται άλλα αυτοκίνηυα πριν από εμάς... Δεν προβλέπω να γυρίζω στο ξενοδοχείο πριν τις 5 η ώρα το χάραμα...Τότε υπολογίζω να φτιαχτεί το αυτοκίνητο...    Το παίρνω,έρχομαι στο ΜΕΓΑ ΕΘΝΙΚΟΝ και φεύγουμε κατευθείαν για το φέρι-μποτ.
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ:Εντάξει. Τώρα τι να πω; Έτσι που ήρθαν τα πράγματα, τι να συζητάμε; Ενημέρωσε εσύ τον Πρ'ι'στάμενο και θα δω τι θα κάνω τόσες ώρες με τον Νεαρό...Στα κομμάτια... Τι ατυχία και τούτη...
ΜΑΝΑΤΖΕΡ:Εσείς κάτι θα βρείτε να κάνετε... Εγώ που πρέπει να μείνω όλο το βράδυ στο συνεργείο, τι να λέω; Βλέπεις, αν δεν είμαι από πάνω τους να τους παρακολουθώ, δεν θα τελειώσουνε ούτε αύριο...Άντε , σας αφήνω..Δωμάτιο 717 είπαμε... Να το θυμάμαι...Έφυγα!

Ο ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ ΕΚΝΕΥΡΙΣΜΕΝΟΣ, ΠΑΕΙ ΠΑΝΩ-ΚΑΤΩ, ΑΝΟΙΓΕΙ ΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ, ΤΟ ΚΛΕΙΝΕΙ, ΔΊΝΕΙ ΜΙΑ ΓΡΟΘΙΆ ΣΤΟΝ ΤΟΙΧΟ. ΤΡΙΒΕΙ ΤΟ ΧΕΡΙ ΤΟΥ...

ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Δεν ωφελεί ο εκνευρισμός... Έχω όμως τέτοια νεύρα που μου είναι αδύνατον να βιδωθώ σε καρέκλα...
ΝΕΑΡΟΣ: Τον αντιλαμβάνομαι τον εκνευρισμό σας. Θέλω να με πιστέψετε...
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Κι εγώ θέλω να πάω τουαλέτα!Εσύ έλα να σταθείς έξω από την πόρτα... Δεν έχω καμία διάθεση να μου δημιουργήσεις μπελάδες... Στάσου έξω από την πόρτα και μίλα συνεχώς, για να ξέρω ανά πάσα στιγμή πού ακριβώς βρίσκεσαι...
ΝΕΑΡΟΣ: Και τι να λέω;;
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Πες οτιδήποτε.. Πες τον Εθνικό Ύμνο!  Δυνατά όμως να σ'ακούω! Να ξέρω πως είσαι συνέχεια εκεί.
ΝΕΑΡΟΣ:Τραγουδιστά;
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Τραγουδιστά
ΝΕΑΡΟΣ: Είμαι πολύ φάλτσος.
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Δεν έχει σημασία. Ρεσιτάλ θα δώσεις; Έλα! Λέγε να σ' ακούω!!

ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΑΡΧΙΖΕΙ ΝΑ ΛΕΕΙ ΤΟΝ ΕΘΝΙΚΟ ΥΜΝΟ,     ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΤΙΓΜΗ ΠΟΥ Ο ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ ΚΛΕΙΝΕΙ ΤΗΝΠΟΡΤΑ ΤΗΣ ΤΟΥΑΛΕΤΑΣ. 'ΟΤΑΝ ΒΓΑΙΝΕΙ ΔΕΙΧΝΕΙ ΧΑΡΟΥΜΕΝΟΣ:

ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ! Μου ήρθε μια καταπληκτική ιδέα!!! Θα πάμε μια βόλτα στην πόλη! Συμφωνείς;
ΝΕΑΡΟΣ: Πράγματι ωραία ιδέα. Ναι, συμφωνώ...
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Κοίτα, την ευθύνη για σένα την έχω αποκλειστικά εγώ... Δεν πιστεύω να μου παίξεις κανένα άσχημο παιχνίδι τώρα που θα βγούμε έξω...
ΝΕΑΡΟΣ: Δεν πρόκειται να παίξω κανένα παιχνίδι...
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Οφείλω να σε προειδοποιήσω, ότι έχω κερδίσει τέσσερα πρώτα βραβεία στην σκοποβολή με περίστροφο.. Και να ξέρεις... Δεν θα προφτάσεις να πας μακριά...
ΝΕΑΡΟΣ:Δεν έχω διάθεση να σας αναγκάσω να χρησιμοποιήσετε το όπλο σας...
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Σου επαναλαμβάνω ότι η ιδέα μου θα πραγματοποιηθεί, μόνον αν είσαι κι εσύ σύμφωνος σε όσα λέω.. Γιατί δεν γίνεται βόλτα στην πόλη δια της βίας! Ούτε μπορώ να σου περάσω χειροπέδες και να σε τραβάω έτσι δεμένον...
ΝΕΑΡΟΣ: Γιατί επιμένετε; Την άκουσα την ιδέα σας και συμφωνώ σε όλα.
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Τότε τι το καθυστερούμε; Πάμε λοιπόν...


             ΣΚΗΝΗ 5η


ΜΑΝΑΤΖΕΡ: Τελικά το Σχέδιο πάει θαυμάσια!!! Όλα όπως είχαν προβλεπτεί... Αλλά και ο Ανακριτής μας δίνει ρέστα!!! Μεγάλος ηθοποιός ο άνθρωπος!!! Κοίτα και δεν του το 'χα!!! Εσύ απ' ό,τι καταλαβαίνω, δεν τους άφησες από τα μάτια σου...
ΠΡΑΚΤΩΡ:Έγινα η σκιά τους... Ήρθα τώρα, γιατί η βόλτα τους τελείωσε και πάνε στο ξενοδοχείο..Σε λίγο θα είναι η δική σου σειρά... Έμένα ο ρόλος μου τελείωνει εδώ... Αλλά αδελφέ μου, μου κόπηκαν τα πόδια να τους ακολουθώ... Και πού δεν πήγαν... Κι εγώ από πίσω να μην τους χάσω στιγμή από τα μάτια μου... Έτσι κι έκανε ο Νεαρός πως το σκάει, δεν θα προλάβαινε να κάνει 10 βήματα και θα τον γράπωνα!!!!
ΜΑΝΑΤΖΕΡ: Μπράβο παλληκάρι μου!!! Δικαιώνεις την φήμη σου... Για ξαναπές μου που πήγαν, περιληπτικά τώρα, για να κρατήσω σημειώσεις. Θα τις δώσουμε στον προ'ι'στάμενο, να έχει μια πλήρη εικόνα των κινήσεών μας...
ΠΡΑΚΤΩΡ: Λοιπόν. Πρώτα κάτσανε σ΄ένα καφενείο και παραγγείλανε πορτοκαλάδες παγωμένες να δροσιστούν..Εκεί, ο αθεόφοβος ο δικός μας, ο Ανακριτής ντε!! λέει του άλλου με φιλική φωνή:'
 ''  Έχω να σου προτείνω κάτι! Να μου μιλάς στον ενικό... Δεν ξέρω... Αυτός ο πληθυντικός με ενοχλεί. Εντάξει;'' και ο νεαρός κατάπληκτος του είπε:  ''Εντάξει!! Δεκτή πολύ ευχαρίστως η πρότασίς σας.. η πρότασή σου!!''' Πού να βλεπες από μια μεριά την έκπληξη του Νεαρού!!!  Εγώ καθόμουν δυο καρέκλες παραδίπλα έχοντας ανοιχτή μπροστά μου μια εφημερίδα και κάνοντας πως διαβάζω...
ΜΑΝΑΤΖΕΡ: Δεν πιστεύω να σε πήρε μυρωδιά!!
ΠΡΑΚΤΩΡ: Ούτε να σου περνάει από τον νου τέτοια σκέψη... Πήρα τα μέτρα μου.. Είχα την πλάτη γυρισμένη και όπως σου ξαναείπα σε όλη την τεράστια βόλτα τους δεν με πήρε χαμπάρι ούτε μια στιγμή...
ΜΑΝΑΤΖΕΡ: Έξοχα! Μετά ;
ΠΡΑΚΤΩΡ:Μετά πήγαν παραλία... Συνάντησαν δυο άλλες κοπέλλες στην στάση πριν ανεβούν στο λεωφορείο για την θάλασσα και όλοι μαζί κατέβηκαν παραλία... Οι δυο καινούριες κάνανε μπάνιο. Οι δικοί μας πού να το τολμήσουν... Μιλώ για τον κύριο Ανακριτή... Πώς θα βουτούσε; Με το πιστόλι στο σακάκι; Με τέτοια ζέστη και δεν το έβγαλε μια στιγμή... Στο τέλος εκείνες οι δυο τρελές τους έριξαν με τα ρούχα μέσα στο νερό!!! Εκεί να δεις φωνές και γέλια από τους πέριξ... Μα κι οι δικοί μας δεν έχασαν την ψυχραιμία τους... Να μη σου πω πως το διασκέδαζαν κι όλας...
ΜΑΝΑΤΖΕΡ: Ξέρω τον Ανακριτή... Θα είχε γίνει έξαλλος, αλλά είδες ολύμπια ηρεμία; Γι' αυτό τον είπα μέγα ηθοποιό..

ΠΡΑΚΤΩΡ: Έτσι φαίνεται...Ο Νεαρός κάτι θα πάτησε, αχινό ίσως, γιατί βγαίνοντας σαν να κούτσαινε λίγο. Μα δεν πτοήθηκαν Συνέχισαν την περιπλάνησή τους..Πέρασαν μπροστά από ένα συντριβάνι και συζήτησαν για το πόσο επιβλητικό και συγχρόνως ανάλαφρο  είναι. Μπήκαν μέσα στις φτωχογειτονιές και σε μια αλάνα ρίξανε μερικές μπαλιές με τα παιδιά που ήταν εκεί. Πέρασαν από δίπλα μου χωρίς να με αντιληφθούν... Μιλούσαν για τα παιδικά τους χρόνια και για τις ξυλιές από την μάνα τους που τους περίμενε μετά από κάθε αταξία τους.

ΜΑΝΑΤΖΕΡ: Πέρασαν μου είπες κι απ' το Λούνα- Παρκ...

ΠΡΑΚΤΩΡ: Ναι, από ένα μικρό, αλλά ωραίο Λούνα -Παρκ...Εκεί δεν στο κρύβω, δυσκολεύτηκα λίγο... Στην αρχή ήταν εύκολο. Πήγαν στην σοποβολή και φυσικά νίκησε ο Ανακριτή;, πήγαν στο τρενάκι του τρόμου,  στους παραμορφωτικούς καθρέφτες- εκεί να δεις γέλια ο δικός σου!!!! Σαν μικρό παιδί έκανε... Το δύσκολο ήταν σαν μπήκαν στο ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΜΥΣΤΗΡΙΟΥ... Δεν μπορούσα να μπω στο ίδιο δωμάτιο μαζί τους... Γι' αυτό τους περίμενα απ'έξω, στην πόρτα. Σφηνωμένος μέσα στην ουρά που έκοβαν εισιτήρια, τα μάτια μου διασταυρώθηκαν με του Ανακριτή την ώρα που βγαίνανε. Ένα ανεπαίσθητο χαμόγελο κι ένα γρήγορο κλείσιμο των βλεφάρων, και κατάλαβα πως  με είχε αντιληφθεί... Όχι τίποτε άλλο, αλλά να ξέρει ότι μπορεί να στηριχτεί άνετα πάνω μου και ότι βρίσκομαι συνεχώς επί ποδός, έτοιμος να τρέξω, αν ο Νεαρός έκανε την ανοησία να το σκάσει...

ΜΑΝΑΤΖΕΡ:Τα πήγες περίφημα...Ο δικός σου ρόλος τελείωσε... Θα συναντηθούμε όλοι στο φέρι-μποτ. Ας κάτσουμε να τσιμπήσουμε και κάτι. Ωραία είναι εδώ. Έχει δροσιά...Μαζί σου παρέα θα περάσουν πιο εύκολα οι ώρες... Βλέπεις ο δικός μου ρόλος ξεκινά στις 5και 20 το πρωί... Κάτι πρέπει να κάνουμε μέχρι τότε...Άκου! Τι ωραίο τραγούδι!


ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΠΑΙΔΙΑ ΠΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΟΥΝ:  ΔΙ' ΕΥΧΩΝ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΗΜΩΝ  [μήπως το Σάββατο κι απόβραδο;...]



            ΣΚΗΝΗ 6η


ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ:Νιώθω κάπως παράξενα...Σαν κάτι να έγινε στην βόλτα μας... Από την μια γέλασα με την ψυχή μου στο κουκλοθέατρο και με την φωτογραφία που μας τράβηξε ο πλανόδιος φωτογράφος... Ήμουν τόσο αστείος, με τα μαλλιά να ανεμίζουν, την γραβάτα λυτή , το ποτήρι νερό υψωμένο και λυμένος στα γέλια..Και στο ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΜΥΣΤΗΡΙΟΥ, τι συνέβη;Τότε που νομίσαμε ότι γίνεται κατάρρευση κτηρίου...Μέσα στον αχό, την θολούρα και το πανδαιμόνιο των φωνών, ο ΝΕΑΡΟΣ μου έπιασε το χέρι..'' Αν τυχόν και δεν προλάβουμε να βγούμε από εδώ μέσα, θέλω να ξέρεις ότι η βόλτα μας ήταν για μένα μια μεγάλη χαρά και σ'ευχαριστ'ω''... Τα λόγια του με ζέσταναν και για ένα δευτερόλεπτο, είχα εδώ στο στήθος έναν κόμπο... Δεν μπορούσα να εξηγήσω... Ήταν ένας κόμπος περίεργος...Κι όταν αποκαλύφθηκε ότι ήταν κόλπο, καθώς ξεσπούσαμε σε γέλια, παρ'ολίγο να αγκαλιαστούμε...   Από την άλλη ήμουν σε επαγρύπνιση, μήπως σκεφτεί ο ΝΕΑΡΟΣ να το σκάσει...  Κοίταζα συνεχώς να δω αν μας ακολουθούσε ο άλλος πράκτορας και ησύχαζα μόνον όταν τον έβπεπα να μας ακολουθεί, κρυμμένον στις σκιές, η δικιά μου σκιά ασφαλείας...

ΝΕΑΡΟΣ:Πίστεψαν πως δεν θα ανακάληπτα πως υπάρχει κι άλλος που μας ακολουθεί στην βόλτα μας... Δεν άργησα να τον εντοπίσω. Πίσω από μια εφημερίδα, στο πλα'ι'νό μιας πόρτας, στριμωγμένο στην έξοδο του  Λούνα-Παρκ... Έπρεπε να προσέξω... Σίγουρα μου έχουν στήσει παγίδα...Η βόλτα μας... Τόση καλοσύνη...Τόση ελευθερία... Είναι σαν να μου λένε:'''Τώρα, σκάσ'το!!! Τρέξε!! Φύγε!!! Δεν θα βρεις άλλη καλύτερη ευκαιρία... ''  Θα μπορούσα να το σκάσω μέσα στο κουκλοθέατρο...Ή στην αλάνα που παίξαμε ποδόσφαιρο... Το πιο σίγουρο, μέσα στο ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΜΥΣΤΗΡΙΟΥ, με όλη εκείνη την ανακατωσούρα και την τρομάρα των επισκεπτών, την ώρα που σβήσαν τα φώτα... Ναι, σίγουρα θα μπορούσα,να ξεφύγω ακόμα και από τον πράκτορά τους... Έτσι όμως θα υπέγραφα την ομολογία της ενοχής μου, με τα ίδια μου τα χέρια... Θα ήταν σαν να έλεγα: ''Κύριοι το έσκασα!!! Άρα είμαι ένοχος!!! Άρα υπογράφω μόνος μου την ενοχή μου!!! Άρα κυνηγήστε με!!!''  Γι' αυτό δεν το έσκασα, αν και ο πειρασμός ήταν πολύ μεγάλος και οι ευκαιρίες πολλές... Εκεί που πηγαίναμε, ήταν σαν να μου έλεγε ο Ανακριτής:  ''Δες πού σε έφερα!! Δεν θα βρεις καλύτερη ευκαιρία!! Τρέξε να σωθείς!! Φύγε!!! ''   Μα δεν έφυγα...Δεν ήθελα να ολολογήσω καμία ενοχή...



[ ΜΙΛΑΕΙ Ο ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ. Την στιγμή που πάει να πει τα λόγια του νεαρού, έρχεται Ο ΝΕΑΡΟΣ και σαν αόρατη παρουσία λέι τα λόγια του. ΤΟ ΙΔΙΟ και με τον ΝΕΑΡΟ. Όταν πάει να πει τα λόγια του ανακριτή, έρχεται ο ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ , λέει τα λόγια του και μετά φεύγει... Σκηνοθετικόν εύρημα. Όπως και να ακουσθούν ήχοι δυνατοί, όταν λένε για το ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΜΥΣΤΗΡΙΟΥ ]




ΣΚΗΝΗ   7η



ΑΦΗΓΗΤΗΣ    Α : Μετά την περιήγησή τους στην πόλη, οι δύο άντρες επιστρέφουν στο ξενοδοχείο. Νιώθουν όμως παράξενα, έστω κι αν δεν τους περνά καν από το μυαλό, η ιδέα να το ομολογήσουν. Σαν κάτι να έχει αλλάξει μέσα στην καρδιά των δύο αυτών αντρών.Ο καθένας βλέπει τον άλλον πιο ανθρώπινα, λες και οι κοινές ώρες είχαν αρχίσει να υφαίνουν μέσα τους πρωτάκουστα για την περίπτωση συναισθήματα, ΚΑΤΙ που το ΣΧΕΔΙΟ δεν είχε προνοήσει...Ήταν θήραμα και θύτης. Κυνηγός και κυνηγημένος... Τι κοινό άραγε θα μπορούσαν να έχουν;; Τίποτα...
ΑΦΗΓΗΤΗΣ   Β: Και όμως... Κάτι ανομολόγητο στην καλοσύνη του, τούς ένωνε...Σαν να είχε ραγίσει το κάστρο του φασισμού με όλα τα πιστεύω του, για τον Ανακριτή... Σαν να είχε ραγίσει η πανοπλία του φόβου για τον Νεαρό..Πού είχε κάνει ΤΟ ΛΑΘΟΣ το αλάθητο μέχρι τώρα ΣΥΣΤΗΜΑ;
ΑΦΗΓΗΤΗΣ   Γ: Μα, απλούστατα!! Δεν μέτρησε καλά το βάρος μιας ψυχής  που δεν είχε προλάβει να συνθλίψει οριστικά στα γρανάζια του...Αυτό για τον Ανακριτή...Όσο για τον Νεαρό, το Σύστημα δεν μέτρησε τις λέξεις ανθρωπιά, συγχώρεση, ψυχικό μεγαλείο, έστω και σε βάρος της ίδιας μας της ζωής...
ΑΦΗΓΗΤΗΣ   Β: Τώρα βρίσκονται μέσα στο ξενοδοχείο. Όταν έρθει ο αμετανόητος Πράκορας, όλα θα τελειώσουν. Θα ξεκινήσουν για το ΚΕΝΤΡΙΚΟ  Γραφείο... Ο χρόνος έχει μείνει μετέωρος... Αγωνία. Κάτι πλανιέται μέσα στον καθαρό αέρα...
ΑΦΗΓΗΤΗΣ   Α: Η νύχτα έχει πέσει για τα καλά και ο πριν λίγο αίθριος καιρός άλλαξε. Σύννεφα θρονιάστηκαν στο στερέωμα και έχει αρχίσει να ψιλοβρέχει. Επικίνδυνο πολύ, γιατί όλα γλιστράνε και υπάρχει φόβος για κανένα ατύχημα. Βρίσκονται στο 717 δωματιο  του 7ου ορόφου. Ένα απλό φως φωτίζει το δωμάτιο....




ΣΥΝΕΧΙΖΩ    ΜΕ ΤΗΝ 7η ΣΚΗΝΗ, ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΕΓΡΑΨΑ ΠΡΙΝ ΧΡΟΝΙΑ...

ΤΟ ΛΑΘΟΣ


ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Αν κάπου ο μεγάλος Αντωνης Σαμαράκης δείχνει την πίστη του για τον άνθρωπο, είναι στο υπέροχο μυθιστόρημά του, ΤΟ ΛΑΘΟΣ.Μέσα από την πίκρα της τραγικής έκβασης των γεγονότων, αναπηδά η συγκλονιστική πίστη της ανθρωπιάς που, δεν γνωρίζει πολιτικά στεγανά, αλλά κάνει να  αναδυθεί μέσα από το δάκρυ η ΕΛΠΙΔΑ , ότι πάντα θα υπάρχουν σ ω σ τ ο ί   ά ν θ ρ ω π ο ι, οι οποίοι θα φέρνουν την ισορροπία στον κόσμο μας, κάνοντας να λάμψει το καλό, η  α ν θ ρ ω π ι ά. Η ανθρωπιά σε όλο το ασύγκριτο μεγαλείο της.
Απολαύστε την προσπάθειά μας και αφεθείτε στις διαχρονικές στιγμές που πρεσβεύει ο φίλος των παιδιών όλης της γης, ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΑΜΑΡΑΚΗΣ!!!! Ξεκινάμε!



ΣΚΗΝΗ  ΠΡΩΤΗ

ΠΡΟ'Ι'ΣΤΑΜΕΝΟΣ: Λοιπόν νεαρέ μου, πες μου α κ ρ ι β ώ ς τι έγινε το απόγευμα στο ΚΑΦΕ- ΣΠΟΡ... Και μην σου μπουν ιδέες να μας εξαπατήσεις... Τρεις άνθρωποί μου καθόντουσαν απέναντί σου και τα άκουσαν όλα, οπότε μην χάνεις τον καιρό σου με ψευτιές...
ΝΕΑΡΟΣ:  Σας τα έχω πει τόσες φορές. Τι άλλο να προσθέσω;
ΠΡΟ'Ι'ΣΤΑΜΕΝΟΣ: Στους άλλους που σε ανέκριναν...Σε μένα πρώτη φορά θα μιλήσεις. Γι' αυτό ξεκίνα, να μην καθυστερούμε... Έχουμε κι άλλες δουλειές βλέπεις...
ΝΕΑΡΟΣ: Ήταν περίπου η ώρα 6 και τέταρτο και έπινα τον καφέ μου.Καθόμουν στο βάθος και παράγγειλα και ένα κονιάκ.Ήταν λίγο στενός ο χώρος, όταν από την τουαλέτα βγήκε ένας ψηλός και περνώντας δίπλα μου, μού πάτησε το πόδι.  ''Με πατήσατε κύριε!''  ''Εγώ;''   ''Ναι, εσείς! Και με πατήσατε και στο δεξί που έχει κάλο!!''    ''Μη μου το λέτε!'' έκανε ειρωνικά. ''Πιστέψτε με, νόμιζα πως ήταν το αριστερό!''  Και χωρίς να περιμένει απάντηση, προχώτησε...
ΠΡΟ'Ι'ΣΤΑΜΕΝΟΣ: Για βγάλτε το παπούτσι σας... Το δεξιό... Και την κάλτσα!!
ΝΕΑΡΟΣ; Ορίστε;
ΠΡΟ'Ι'ΣΤΑΜΕΝΟΣ: Είπα βγάλτε το δεξί σας παπούτσι και την κάλτσα!!!!!
ΝΕΑΡΟΣ: Εντάξει.... Ορίστε..
ΠΡΟ'Ι'ΣΤΑΜΕΝΟΣ:  Για να δω... Χμ... Ωραία... Έχετε πράγματι κότσι... Μικρό μεν, αλλά υπάρχει... Ποδεθείτε... Μετά;
ΝΕΑΡΟΣ: Μετά πλήρωσα, πήγα να σηκωθώ και με συνέλλαβαν οι άνθρωποί σας, της Ειδικής Υπηρεσίας...
ΠΡΟ'Ι'ΣΤΑΜΕΝΟΣ; Τον τύπο που σας πάτησε, τον ξέρατε; Μήπως φεύγοντας θα τον συναντούσατε; Διότι όπως έχετε πληροφορηθεί, τον συλλάβαμε, επί τη εξόδω του... Μόλις μας αντελήφθη το έβαλε στα πόδια, αλλά εμείς τον προλάβαμε...
ΝΕΑΡΟΣ: Δεν τον  ξέρω... Το είπα χίλιες φορές και στον κύριο που με ανάκρινε... Αν δεν με πιστεύετε, βάλτε μας σε αντιπαράθεση... Δεν τον έχω ξαναδεί τον άνθρωπο..Είμαι φιλήσυχος πολίτης...
ΠΡΟ'Ι'ΣΤΑΜΕΝΟΣ:  Για το Καθεστώς, 'φιλήσυχος πολίτης' δεν σημαίνει τίποτα!Για να είσαι εχθρός του Καθεστώτος ,δεν χρειάζεται να έχεις κάνει κάτι αντίθετο προς αυτό...Εάν δεν έχεις να εμφανίσεις δράση θετική υπέρ του Καθεστώτος, δεν είσαι φίλος του... Εδώ ισχύει ο νόμος: ''Ό μή ών μετ'εμού, κατ' εμού εστί''  Και ξέρεις νεαρέ μου ποιος είπα αυτά τα λόγια;;;
ΝΕΑΡΟΣ:Ο Χίτλερ...
ΠΡΟ'Ι'ΣΤΑΜΕΝΟΣ:  Όχι!!!!! Τα είπε ο Χριστός!!!!!!Και τώρα πήγαινε να ετοιμαστείς... Μαζί με τον Ανκριτή και έναν άλλον πράκτορά μας, θα πάρετε το αυτοκίνητο για να προλάβετε το πλοίο που θα σας πάει στην Πρωτεύουσα, στα Κεντρικά... Εμένα ο ρόλος μου τελειώνει εδώ... Ίσως εκεί θελήσεις να πεις περισσότερα...
ΝΕΑΡΟΣ: Στα Κεντρικά; Στην πρωτεύουσα;; Μα γιατί κύριε Προ'ισ'τάμενε τέτοια ταλαιπωρία; Αν έχετε αμφιβολία, σας είπα, φέρτε τον άλλον και εξετάστε μας κατ' αντιπαράθεση!!!
ΠΡΟ'Ι'ΣΤΑΜΕΝΟΣ: Η απόφασις ελήφθη και δεν είναι προς συζήτηση...Α!!Και οι δύο κύκλοι που ζωγραφίσατε στο κουτί από τα τσιγάρα;
ΝΕΑΡΟΣ:Μην μου πείτε πως είναι και οι δύο αυτοί μικροί κύκλοι ύποπτοι; Αντί για κύκλους θα μπορούσα να είχα σκιτσάρει δυο τετράγωνα ή δύο ρόμβους...
ΠΡΟ'Ι'ΣΤΑΜΕΝΟΣ:Δεν μπορώ να δεχθώ την εξήγηση...Οι δύο δήθεν αθώοι κύκλοι μπορεί να είναι ένα σχεδιάγραμμα, δύο αποθήκες με όπλα,που προορίζονται εναντίον του Καθεστώτος...Τι; Γελάτε;
ΝΕΑΡΟΣ: Να μην γελάω; Δεν είναι δυνατόν να σέφτεστε τέτοια πράγματα!!!
ΠΡΟ'Ι'ΣΤΑΜΕΝΟΣ:Αρκετά. Η εξέτασις έλαβε τέλος... Πηγαίνετε!!!

                        ΣΚΗΝΗ 2η
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Το σχέδιο που προτείνατε κύριε Προ'ι'στάμενε, είναι μεγαλοφυές εν τη απλότητητά του! Εύγε!!! Όσο το σκέφτομαι, τόσο και ενθουσιάζομαι περισσότερο!!! Τι Σχέδιο!!! Τι σύλληψις!!! Και τα έχετε σκεφτεί όλα!!! Ως και την παραμικρή λεπτομέρεια!!!Θα δείτε, θα κυλήσουν όλα ρολό'ι'!!!!
ΠΡΟ'Ι'ΣΤΑΜΕΝΟΣ: Πολύ δύσκολη περίπτωση ο νεαρός...Ομολογώ ότι πολλάκις εταλαντεύθηκα μπροστά στο τόσο άνετο και αθώο βλέμμμα του... Και πες ότι πάνω στην ανία του ζωγράφισε δυο κύκλους...Δεν αποκλείεται όμως να έχει και μια εντελώς διαφορετική σημασία...Με προβληματίζει που πάτησε το πόδι του - κατά λάθος - όπως λέει, ο άλλος τύπος.  Ήθελε να τον φέρρω να μιλήσουν μπροστά μου, για να διαπιστώσω ότι πράγμαατι δεν γνωρίζονταν... Η ανώνυμη όμως επιστολή που έλαβα, έγραφε ότι θα συναντούσε κάποιον στο ΚΑΦΕ-ΣΠΟΡ και ο μόνος με τον οποίον αντάλλαξε κουβέντα ήταν ο νεαρός μας... Άνευ σημασίας, αλλά εάν τα λόγια τους ήταν συνθηματικά; Πού να ήξερε ότι ο ψηλός δεν υπάρχει πια.. Πώς έγινε τέτοια ατυχία; Δεν έπρεπε να τον σκοτώσετε...
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ:Καθαρό ατύχημα κύριε Προ'ι'στάμενε... Βγαίνοντας από το ΚΑΦΕ-ΣΠΟΡ οι άνθρωποί μας τον πήραν στο κατόπι... Κάποια στιγμή μας αντιλήφθηκε . Έξω από τον κινηματογράφο ΑΣΤΡΟΝ... Αν ήταν αθώος θα έτρεχε; Όχι! Αυτός όμως το έβαλε στα πόδια.  Ένας από μας του έριξε στα πόδια, για να τον ακινητοποιήσει, όχι να τον σκοτώσει, τον θέλαμε ζωντανό για να μας δώσει πληροφορίες για την Οργάνωση... Εκείνη όμως την στιγμή γλίστρησε στο πεζοδρόμιο και πέφτοντας, η σφαίρα τον βρήκε πιο πάνω... Το ξέρω... Μεγάλο ατύχημα... Χάσαμε έναν μάρτυρα...
ΠΡΟ'Ι'ΣΤΑΜΕΝΟΣ: Δεν έπρεπε να γίνει έτσι... Ευτυχώς έχουμε τον νεαρό... Εδώ του φερθήκαμε με το γάντι... Κάτω στα Κεντρικά όμως στην πρωτεύουσα, τα πράγματα θα είναι αλλιώς.. Θα τον περιλάβουν ειδικά στελέχη μας και θα τον αναγκάσουν με τις μεθόδους που έχουν, να τα μαρτυρήσει όλα... Αν είναι βέβαια ένοχος, που κάτι μου λέει πως είναι...
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Και το Σχέδιο κέντημα σωστό! Τα έχετε προνοήσει όλα!! Τίποτε δεν έχετε αφήσει στην τύχη!!! Απλό και μεγαλοφυές!!
ΠΡΟ'Ι'ΣΤΑΜΕΝΟΣ    Έχω εμπιστοσύνη σε σένα κύριε Ανακριτά.Γι'αυτό και σε χρονικό διάστημα ρεκόρ σας έκαμα μόνιμο... Η αφοσίωση και το πάθος που έχετε δια το Καθεστώς, σας ξεχώρισαν. Παραδέχεστε την βασική μας αρχή:μία μόνον διάκριση:Με το Καθεστώς ή όχι με το Καθεστώς! Έτσι χωρίζουμε τους ανθρώπους κι όχι σε καλούς και κακούς, και τόσες άλλες άχρηστες  διακρίσεις, κατάλοιπα του παρελθόντος...
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Με τιμάται κύριε!!!Συγκινούμαι κατάφορα από τα λόγια σας!!Ελπίζω να φέρω εις πέρας και  αυτή την αποστολή! Θα σας κρατούμε συνεχώς ενήμερο για την εξέλιξη του Σχεδίου μας!!! Πηγαίνω να συναντηθώ με τον Μάνατζερ, να πούμε τις τελευταίες λεπτομέρειες, και να πάρουμε τον κρατούμενο για το ταξίδι. Σας χαιρετώ!!
ΠΡΟ'Ι'ΣΤΑΜΕΝΟΣ: Καλή επιτυχία στον κοινό μας σκοπό!! Να έχετε καλό ταξίδι!!

                    ΣΚΗΝΗ 3η
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Είσαι σίγουρος ότι χάλασε το ντιστριμπιτέρ;
ΜΑΝΑΤΖΕΡ [ μασώντας τσίχλα]: Χίλια τα εκατό!!Μας άφησε χρόνους!!!! Το ταξίδι με το δικό μας αυτοκίνητο, ξεχάστε το!!! Αν δεν βρούμε μεταφορικό μέσον, χάνουμε και το φέρρυ-μποτ!!! Ξεχάστε ότι απόψε θα είμαστε στα Κεντρικά...
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ:Εσύ δεν μιλάς; Τι κάθεσαι και μας καμαρώνεις;
ΝΕΑΡΟΣ:Σαν τι να πω; Νομίζω πως ο περισσότερος άτυχος είμαι εγώ...
ΜΑΝΑΤΖΕΡ:Δηλαδή θεωρείς πως θα ξεμπλέξεις με το Κεντρικό στο άψε-σβήσε;
ΝΕΑΡΟΣ:Αλλά; Δεν υπάρχει τίποτα εις βάρος μου... Οι άνθρωποι του Κεντρικού, δεν μπορεί, θα το καταλάβουν αμέσως πως άδικα ταλαιπωρούμαι. Και θα μου ζητήσουν και συγγνώμη
ΜΑΝΑΤΖΕΡ:Δεν αποκλείεται...
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Κι εκείνο το βλογημένο λεωφορείο που πέρασς, ήταν φίσκα και δεν μας πήρε...
ΝΕΑΡΟΣ:Ο φορτηγατζής όμως δέχθηκε να πάρει δυο από μας, αφού δεν είχε άλλη θέση...
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Άκουσε, εδώ πάμε όλοι μαζί. Ή και οι τρεις μαζί ή κανένας... Δεν χωριζόμαστε...
ΝΕΑΡΟΣ: Κι εγώ που νόμιζα πως θα τελειώσω αυθημερόν... Κί έλεγα μετά το Κεντρικό να πάμε να σας κεράσω κάτι. Η πρωτεύουσα έχει έντονη ζωή την νύχτα και λέω να πάμε και οι τρεις μαζί να διασκεδάσουμε...
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Ώστε το έχεις σίγουρο ότι θα σε αφήσουν ελεύθερο στο Κεντρικό και μάλιστα αμέσως.
ΝΕΑΡΟΣ. Σας το ξαναείπα: Δεν υπάρχει εις βάρος μου τ ί π ο τ α! Αυτός ο άλλος,ο εντελώς άγνωστος σε μένα,που θα μας εξετάσουν τους δυό μας κατ' αντιπαράσταση, αποκλείεται να ισχυριστεί ανύπαρκτα πράγματα. Θα τον αποστομώσω. Η περιπέτειά μου θα λήξει απόψε κιόλας!
 ΜΑΝΑΤΖΕΡ:Για απόψε τουλάχιστον ξέχνα το!!!Το φέρρυ-μποτ φεύγει σε ένα τέταρτο κι εμείς έχουμε βιδωθεί εδώ... Να πάρουμε μια ανάσα και μετά πάμε πεζή.
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Μην κατεβάζεις μούτρα!! Τι σήμερα τι αύριο που λέει και το λα'ι'κό άσμα!!! Είδες; Καθώς ερχόμαστε με το αυτοκίνητο, πρόσεξα πως μας αρέσει η ίδια μουσική!! Άντε! Χαμογέλα λίγο! Δες τι όμορφη η φύση γύρω μας! Αν δεν έκανε και τόση ζέστη, θα ήταν μια χαρά!! Κάτσε να σου βάλω στο πέτο αυτό το λουλουδάκι, από κείνα που μάζεψα όσο ο Μάνατζερ χτυπιόταν με την μηχανή!!! Νεαρό παοδί, με τα μακριά μαλλιά σου, θα έπρεπε να ήσουν λιγάκι ρομαντικός!!!
ΝΕΑΡΟΣ: Ευχαριστώ για το άνθος, αλλά απογοητεύτηκα!!Πίστευα πως όλα θα τελείωναν απόψε...
ΜΑΝΑΤΖΕΡ: Ξεκουράσου, γιατί έχουμε ποδαρόδρομο... Και πάψε να γκρινιάζεις... Πού πας; ΝΕΑΡΟΣ:  Να περπατήσω λίγο...
ΜΑΝΑΤΖΕΡ: Μην απομακρυνθείς ρούπι... Εδώ μπροστά μας να είσαι...

ΟΝΕΑΡΟΣ ΚΑΘΕΤΑΙ ΠΙΟ ΠΕΡΑ ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΕΤΑΙ ΔΥΝΑΤΑ:

ΝΕΑΡΟΣ: Πώς ήρθαν έτσι τα πράγματα;... Χάλια... Ο προ'ι'στάμενος είπε ότι έλαβε μια ανώνυμη επιστολή με την φωτογραφία του συντρόφου και τον τόπο συνάντησης...Μας παρακολουθούσαν οι άντρες τους μέσα στο ΚΑΦΕ-ΣΠΟΡ..Εκείνοι οι δύο που έκαναν τους εμπόρους... Το σύνθημα πήγε περίφημα... Με το που με πάτησε και είπε τα λόγια, κατάλαβα ότι αυτός ήταν ο σύνδεσμος... Τον πιάσανε λέει μπρος στον κινηματογράφο ΑΣΤΡΟΝ. Με μένα έχουν αμφιβολίες, αλλά παονηρεύτηκαν που τον είδαν να με πατάει κι ας ανταλλάξαμε ανούσιες κουβέντες... Γιατί δεν τον έφεραν για αντιπαράσταση; Τι μπορεί να συνέβη; Εγώ πάντως πρέπει να κρατήσω την αρχική μου στάση ως το τέλος. ΔΕΝ ΞΕΡΩ ΤΙΠΟΤΑ... Είχα τόσες ευκαιρίες να το σκάσω, αλλά αν έκανα κάτι τέτοιο, ήταν σαν να τους έλεγα,:Το σκάω, γιατί είμαι ένοχος... Τώρα για το Κεντρικό έχω ακούσει φριχτά πράγματα... Ότι οι δικοί μας αυτοκτονούν, όταν από τα πολλά βασανιστήρια δούν ότιι μπορεί να λυγίσουν... Θεέ μου... Φοβάμαι.... Πρέπει όμως να μην το δείξω... Να εξακολουθήσω να το παίζω άνετος... Τώρα τι μέλει γενέσθαι;;;Πρέπει να είμαι πάντα σε επιφυλακή...

ΠΙΟ ΠΕΡΑ ΟΙ ΔΥΟ ΑΛΛΟΙ ΜΙΛΟΥΝ ΣΙΓΑ:

ΜΑΝΑΤΖΕΡ: Μια χαρά προχωράει το σχέδιο... Τι λες κύριε ανακριτά;
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Όντως... Μια χαρά... Και το κόλπο με την μηχανή, τέλειο.. Όλα πάνε ρολό'ι'!!! Πώς σου φάνηκε η σκέψη μου να μαζέψω άνθη; Τι πιο άνετο και φιλικό!! Πρέπει να δελιχνουμε ανέμελοι και προσιτοί! Και μην τον χάσουμε στιγμή από τα μάτια μας!!! Λες να είναι πράγματι αθώος; Ας μην βιαζόμαστε... Θυμάσαι τι έχεις να κάνεις τώρα;
ΜΑΝΑΤΖΕΡ: Μη σε κόφτει κύριε ανακριτά... Τηλέφωνο, ξενοδοχείο, βόλτα στην πόλη... Α, θα μας περιμένει και ο τέταρτος της παρέας.. Θα παρακολουθεί εξ αποστάσεως.. Μην ανησυχείτε για τίποτα... Βαδίζουμε βάσει του Σχεδίου!!!

ΝΕΑΡΟΣ: Κρατάνε πιστόλια, Έτσι που καθόμαστε σφηνωμένοι και οι τρεις στην μπροστινή θέση, ένιωσα του ανακριτή το όπλο στην μέση μου δεξιά, άρα το έχει στην αριστερή μεριά του σακακιού του. Ο Μάνατζερ τό έχει κι αυτός αριστερά, το είδα καθώς έσκυβε πάνω στο τιμόνι με το σακάκι ανοιχτό...

ΑΝΑΚΡΙΤΉΣ: Για έλα κατά δώθε παλληκάρι... Δεν σου αρέσει η παρέα μας; Αστειεύομαι βρε!!  Ελάτε να πάρουμε τον ΠΡΟ''ΙΣΤΑΜΕΝΟ τηλέφωνο, να του πούμε τα νέα... Δεν θα του αρέσουν, είμαι σίγουρος... Ναι!!  Κύριε Προ'ι'στάμενε!!! Δυστυχώς χάσαμε το φέρρυ-μποτ... Η μηχανη χάλασε... Το αμάξι θέλει συνεργείο...Τον άνθρωπό μας, τι να τον κάνουμε;Λέω να τον αφήσουμε στην εδώ Ειδική Υπηρεσία... Τι;;; Αυτό αποκλείεται; Ούτε η Ειδική Υπηρεσία ούτε η Αστυνομία να μην έχουν την παραμικρή ανάμειξη στην ''Υπόθεση Καφέ-Σπορ''; Έχετε ρητή εντολή να μείνει η υπόθεση ανάμεσα σ'εμάς και το Κεντρικό;
ΜΑΝΑΤΖΕΡ: Πες στον Προ'ι'στάμενο ότι δεν γίνεται να κουβαλάμε τον Νεαρό μαζί μας στο συνεργείο. Κάπου θα πρέπει να τον έχουμε...
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ:Τ' ακούσατε κύριε Προ'ι'στάμενε;  Ωραία. Να μείνει εκεί που θα μείνουμε κι εμείς...Στο ξενοδοχείο... Να βρούμε ένα δωμάτιο με τρία κρεβάτια, όχι ισόγειο, μην μας πηδήσει από το παράθυρο...Α,και με μπάνιο αποκλειστικά δικό του... Απαραιτήτως...Ναι... Μην ανησυχείτε, έχει πολλά ξενοδοχεία και θα βρούμε ό,τι είναι καλύτερο από άποψη ασφαλείας... Και φυσικά! Θα σας πάρουμε τηλέφωνο, αμέσως μόλις τακτοποιηθούμε...Τα σέβη μου!!!
 ΜΑΝΑΤΖΕΡ: Τ'ακούσαμε όλα, μην τα επαναλάβεις. Με τον νεαρό ποιος θα μείνει όταν ΄ενας από μας τους δύο πάει για συνεργείο και εύρεση ξενοδοχείου;
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ: Θα παίξουμε Μονά- Ζυγά! Λέγε!
ΜΑΝΑΤΖΕΡ: Μονά!!
ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ:Διπλά!! Έχασες!!!Νεαρέ!! Θα είμασε μαζί!! Έλάτε να ξεκινήσουμε, γιατί έχουμε δρόμο μπροστά μας!...








     

Πέμπτη 1 Αυγούστου 2019

11ο] ΚΑΘΑΡΣΗ

                   Τα γεγονότα μετά τον θάνατο της Αννούλας καταλάγιασαν απότομα...Μία ολόκληρη οικογένεια είχε περάσει τις πύλες τ' ουρανού... Πολλοί αναρωτιόντουσαν τι θα γινόταν το διώροφο... Μέσα στην παραλία, μαζί με ένα άλλο σπιτικό πίσω του- άσχετα αν ήταν μισοτελειωμένο- αποτελούσε ένα σεβαστότατο κληροδότημα, που στην προκειμένη περίπτωση, ο αποδέκτης ήταν η κόρη της Βενετίας, η Αθηνά, που έμενε στην Αμερική... Δεν είναι γνωστές οι λεπτομέρειες των τελευταίων ημερών... Τι έγιναν τα ρούχα της Άννας, αν πάρθηκε τίποτε μέσα από το σπίτι, αν βρέθηκε το παραμικρό ίχνος από τα χαμένα τιμαλφή, άν ανοίχτηκαν τα μπαούλα του ισογείου, αν υπήρχαν όντως αυτά τα μπαούλα, ήταν κάποια θέματα που απασχόλησαν πολλούς και απετέλεσαν το αλάτι  στις συζητήσεις  είτε στις γειτονιές, είτε στα καφενεία είτε και μέσα σε διάφορες οικογένειες...
                      Το σπίτι έστεκε βλοσυρό, θεοσκότεινο, σαν θυμωμένο πρόσωπο με τα μάτια και το στόμα του ερμητικά κλειστά . Όποτε περνούσες από μπροστά του,κι αυτό γινόταν κάθε τρεις και λίγο γιατί βρισκόταν σε κεντρικότατο σημείο, ένιωθες την καρδιά σου να σφίγγεται.  ''Μια οικογένεια τόσο αρχοντική, είναι κρίμα που είχε τέτοια κατάληξη...''  ''Περίεργοι άνθρωποι.Κλεισμένοι στον εαυτό τους... Κι εκείνος ο Πίπης, καλός άνθρωπος, αλλά απόμακρος και δεν είχε πολλά-πολλά με κανέναν...''   ''Η μεγαλομανία τούς έφαγε... Ειδικά η μάνα, η κυρία Κάτε-  Θεός σχωρέσ' την  - αλλά δεν μπορώ να μην το πω: Την μύτη της την είχε πάντα ψηλά!Ούτε κόμισσα να ήτανε!!!''   '' Πριν τον πόλεμο και προ σεισμού η οικογένεια είχε πολλά χρήματα... Ήταν όντως πολύ πλούσια οικογένεια..Μετά τα πράγματα αλλάξανε...''       '' Μα, να μην έρθει η κόρη της Βενετίας  από την Αμερική; Τόσα τρομερά συνέβησαν κι αυτή δεν είπε να ρθει να δει τι γίνεται;...''    ''Κάποιο λόγο θα 'χει που δεν ήρθε...Τώρα, ό,τι απόμεινε είναι δικό της.'''    ''  Λες να το πουλήσει το σπίτι; Μπορεί και να το κρατήσει για τις διακοπές της...''   ''Μπα! Να δεις που θα το δώσει... Δεν έδειξε και κανένα ενδιαφέρον για δαύτο...''   ''Ας κάνει ό,τι την φωτίσει ο Θεός. Εμάς τι μας κόφτει για τα ξένα νιτερέσια;... Τα λέμε για να περνάει η ώρα... Κουβέντα να γίνεται...''  ''Συμφωνώ, αλλά συντοπίτες μας ήτανε και στεναχωρέθηκα με το τέλος που είχανε...''   ''Και ποιος δεν στεναχωρέθηκε; Εμένα μου στοίχισε περισσότερο για την Άννα. Ήταν η καλύτερη όλων τους... Και τι πέρασε το δύστυχο... Γολγοθά...Την θυμάμαι στα καλά της... Όμορφη κοπέλα και προκομμένη. Όλα εκείνα που φορούσε, μόνη της τα έραβε. Χρυσοχέρα το άμοιρο...''   ''Ο Θεός να αναπάψει την ψυχούλα της... Πράγματι, ωραία κοπέλα. Με την αδελφή της λένε δεν τα πήγαιναν και πολύ καλά... Ποιος ξέρει τι είχαν να μοιράσουν.Αλλά η Άννα ταλαιπωρήθηκε πολύ... Δεν πρέπει να'ταν στα καλά της τα τελευταία χρόνια... Βασανίστηκε...''   ''Θυμάμαι τις δυο αδερφές μικρές!! Κούκλες!!! Αλλά τις είχαν πολύ περιορισμένες... Δεν τις άφηναν να παίξουν όπως τ' άλλα τα παιδιά...''    ''Είπαμε: Μεγαλομανία.. Ό,τι ήθελε η μάνα τους! Κι εκείνη η Άννα δεν έλεγε λέξη! Την μούρλαναν και ησύχασαν!  Κρίμα το κορίτσι...''
                      Μετά από πέντε χρόνια, έμαθε η Πολυάνθη ότι το σπίτι το πούλησε η Αθηνά σε έναν που θα το έκανε κάτι σαν μπαρ. Μαζί πουλήθηκε και το κολλητό σπίτι του Μεμά του γιατρού...''Κι άκου τι έγινε Πολυάνθη! Αυτός που το πήρε, το πήρε  με ό,τι είχε μέσα!'' ''Δηλαδή με τα έπιπλα, με τα σερβίτσια;  Με τα ρούχα;;''  ''Δεν ακούς τι σου λέω; Το πήρε με όλα όσα είχε μέσα!!''  ''Δηλαδή σούμπιτο; Γιατί;;; Δεν έπρεπε να έρθει η Αθηνά και να διαλέξει όσα αποτελούσαν οικογενειακά κειμήλια; Δεν μπορεί να το συλλάβει ο νους μου αυτό που μου λες...''    ''Η  Αθηνά  μισούσε αυτό το σπίτι, γιατί εκεί μέσα πέθανε η μητέρα της κι είχε εκείνο το απαίσιο τέλος.. Είπε στον άνθρωπο να τα κρατήσει όλα... Λένε θα το κάνει μπαρ- εστιατόριο πολυτελείας, δεν ξέρω ακριβώς... Όταν πάω εκεί θα σου πω...''     Της Πολυάνθης δεν το χωρούσε ο νους της τέτοιο πράγμα... Το σπίτι δόθηκε με τα υπάρχοντα είδη; Κι αν υπήρχαν φωτογραφίες της γιαγιάς Πολυάνθης και της νονάς Ρεγγίνας; Αν υπήρχε κάποιο αντικείμενο με μεγάλη συναισθηματική αξία;  Μια φωτογραφία του θείου Μεμά, το άλπουμ  των οικογενειακών φωτογραφιών, ένα ξεχωριστό κέντημα,το σπιτάκι που έδειχνε τον καιρό με το τυρολέζικο ζευγάρι να βγαίνει εναλλάξ πότε ο άντρας, πότε η γυναίκα, ανάλογα με το αν θα είχε ήλιο ή βροχή; Πράγματα απλά, αλλα φορτισμένα με συναισθηματική αξία... Κρίμα..Αυτό η Αθηνά δεν θα έπρεπε να το διαχειριστεί έτσι... Τώρα, άσ' τα... Ό,τι έγινε έγινε... Ήταν κάτι όμως που στεναχώρησε πολύ την Πολυάνθη...Πάνω όμως σε καταστάσεις που δεν μπορείς ν'αλλάξεις, δεν ωφελεί να μένεις, γι' αυτό και η Πολυάνθη δεν το ξανασυζήτησε.

                           Κάποια μέρα καλοκαιριού, είχε ένα τηλέφωνο από γνωστή της που παραθέριζε στην Κεφαλονιά: ''Δεν θα πιστέψεις αυτό που έχω να σου πω! Αυτός που αγόρασε τα σπίτια του θείου σου του Ιακωβάτου, ξέρεις τι έκανε; Δεν το χωράει ο νους σου!!''   ''Δηλαδή; Τι έγινε κορίτσι μου;''  ''Άκου!!! Έβγαλε στο πεζοδρόμιο όσα έπιπλα δεν του έκαναν και όποιος ήθελε, περνούσε και έπαιρνε εκείνο που του άρεσε!! Το διανοείσαι;;; Βγήκε το Ιακωβατέ'ι'κο στο πεζοδρόμιο!!! Άκουσον. άκουσον!!!''     Η Πολυάνθη κέρωσε... Αχ, γιαγιά Αικατερίνη  με τις σοφίες σου... Τι συνήθιζε να λέει η γιαγιά απ' την μεριά της μάνας της;  '' ''Η μοίρα είναι ρόδα που γυρίζει... Σήμερα εγώ, αύριο εσύ... ''    Κι αμέσως στο μυαλό της ήρθε μια άλλη σκηνή, πολλά χρόνια πίσω... Την Κάτε αυστηρή να επιβλέπει μήπως και μείνει τίποτε  '' στον χώρο της ''  και την νεαρή τότε μάνα της την Αλίκη, να πετάει στο πεζοδρόμιο  με σπαραγμό ψυχής, το μεγαλύτερο μέρος του νοικοκυριού της, μέσα από το γιαπί του θείου του Μεμά όπου τα είχε καταχωνιάσει... Γιατί; Επειδή, λέει, τους έπιαναν τον χώρο που, έτσι κι αλλιώς, δεν τον χρησιμοποιούσαν... Σκληρότητα... Μεγάλη, και μάλιστα σε μια γυναίκα μοναχή που είχε χάσει τα πάντα...Κι η Πολυάνθη ανατρίχιασε... Με το πώς τα φέρνει η μοίρα καμιά φορά... ''Σήμερα εγώ, αύριο εσύ... Γι' αυτό μην ειρωνεύεσαι, ούτε να κάνεις το κακό... Κάνε το καλό και το σύμπαν θα σε ανταμείψει...''    Και φυσικά δεν εύχεσαι το κακό σε κανέναν... Όμως κάπου πρέπει να υπάρχει η άτεγκτη, αλλά πάντα σοφή,  Θεία Δίκη...

                          Το κτήριο μεταμορφώθηκε εντελώς. Το άλλοτε  ψηλό, μουντό σπίτι, σήμερα χαμογελά  φρεσκοβαμμένο σε απαλή απόχρωση του γκρι-σιέλ, με τις μπαλκονόπορτες του ανοιχτές να μπαίνει το ζωογόνο θαλασσινό αεράκι  του Ιονίου και ο φιλικός ήλιος με τις παιχνιδιάρικες, χρυσές ηλια χτίδες του... Το εσωτερικό έγινε αγνώριστο με ωραία τραπεζομάντηλα για το εστιατόριο και χαρούμενο φωτισμό για το μπαρ... Εκεί που άλλοτε δεν ακουγόταν μιλιά  ή μόνον υστερικοί μονόλογοι, τώρα ένα μελίσσι από χαρωπές φωνές απλώνεται μέσα στα όμορφα διακοσμημένα δωμάτια. Οι γελαστές φωνές των πελατών σμίγουν με τις φωνές του εξυπηρετικότατου προσωπικού και ένα αδιάκοπο πήγαιν' έλα δίνει ζωή και μια πολύχρωμη νότα αισιοδοξίας σε όλον τον χώρο.Ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες, γίνεται το αδιαχώρητο... Κανείς δεν μιλάει πια για όσα θλιβερά είχαν λάβει κάποτε χώρα εκεί... Ίσως κάποιοι από τους παλιούς να τα κουβεντιάζουν αριά και πού σε κανένα παγκάκι ατενίζοντας την θάλασσα, έτσι για να περάσει η ώρα... Εξ άλλου ο πανδαμάτωρ χρόνος όλα τα αποχρωματίζει στο διάβα του και κάτι που παλιά είχε αναστατώσει μια μικρή κοινωνία, τώρα έμενε αποδυναμωμένο από την προτέρα του ένταση. Τι λένε; Ο χρόνος είναι μέγας γιατρός και σιγά-σιγά σβήνει από το μυαλό την ένταση και σοβαρότητα των γεγονότων... Εδώ ένας πόλεμος κι ένας εμφύλιος ξαναζεί μόνο μέσα από τα βιβλία και θα θυμόντουσαν για πολύ την μοίρα του Ιακωβατέ'ι'κου σογιού; Οι στενοί συγγενείς, σκορπισμένοι ανά την υφήλιο - Ελλάδα, Αμερική, Αφρική -  πιθανόν να τα συζητούσαν σε κάποιες συναντήσεις τους, αλλά μετά επέστρεφαν στις καθημερινές ασχολίες τους και τα τωρινά ζητήματα που αναδείκνυε η ζωή...
                         
                          Η όμορφη Σάμη, άστραφτε κάτω από το ολόγιομο φεγγάρι... Βαρκούλες στολισμένες με φωτάκια έπλεαν στον ατάραχο καθρέφτη της θάλασσας που αντιφέγγιζε όλα τα φώτα της παραλίας.  Τ' αστέρια ψηλά, άστραφταν πάνω στον βελουδένιο νυχτερινό μανδύα  της ευωδιαστής από τα γιασεμιά και τ'αγιοκλήματα νυχτιάς. Η θεά  Άρτεμις, έβγαλε από την φαρέτρα της ένα βέλος, το έβαλε στο τόξο της και σκόρπισε απλόχερα τ'ασήμια της σελήνης σε όλο το λιμάνι. Καντάδες και βαρκαρόλες ακούγονταν από τον χρυσό κολιέ  που σχημάτιζαν τα μικρά πλεούμενα, απλωμένον στα μαβιά νερά, ενώ κιθάρες και ακορνεόν μάγευαν τ'αυτιά των ανθρώπων οι οποίοι ξεκουράζονταν έχοντας το δροσερό μα'ι'στράλι να χα'ι'δεύει απαλά τα μαλλιά τους...Φίσκα από κόσμο τα ζαχαροπλαστεία, τα εστιατόρια, οι πιτσαρίες!! Μα  είναι τόσο ωραία η Σάμη!!! Συνδυάζει βουνό και θάλασσα! Εξαίσιος συνδυασμός!!!Μαγευτικός!!! Να, κι άλλο ξένο γιωτ δένει στο λιμάνι!! Ζευγάρια και παρέες βολτάρουν στον παραθαλάσσιο δρόμο ή τρώνε το γλυκό τους σε τραπεζάκια δίπλα στο κύμα... Πουθενά το μαγαζί του Κωστάκη...  Πουθενά το δυνατό, κελαρυστό γέλιο της εξαδέλφης του Άννας...Ανάμεσα στους περιπατητές θα βρεις σίγουρα την Τζούλια που έρχεται κάθε καλοκαίρι στο παλατάκι της,ακριβώς πάνω στο κύμα... Φέτος στην Σάμη πήγε η μικρότερη κόρη της Πολυάνθης, η Αλίσια, με την οικογένειά της και την οικογένεια της Χαρούλας, της αγαπημένης φίλης και συμμαθήτριάς της... Μαγεύτηκε απ' το νησί... Πιθανότατα μέσα στον Αύγουστο να έρθει και η πρώτη της κόρη, η Ελπίδα, με την δική της οικογένεια...
                          Τα χρόνια πέρασαν...Οι παλιοί έμειναν πίσω... Ο κόσμος, έτσι και η Σάμη, προχωράει μπροστά  και φτιάχνουν ένα καλύτερο μέλλον... Και τα φαντάσματα του παρελθόντος - ξανθά κορίτσια που δεν είπαν να μεγαλώσουν ποτέ, ξεχασμένα, ίσως να πετούν πάνω από το λευκό κότερο που τώρα μπαίνει στο λιμάνι ή να παίζουν κρυφτό με τις πολύχρωμες κουρτίνες που τις φουσκώνει ο ζέφυρος, στην μπαλκονόπορτα ενός καλαίσθητου εστιατορίου που στολίζει με την χαρωπή του όψη, τον κεντρικότατο παραλιακό δρόμο, πάνω στον οποίον είναι χτισμένο.....

10ο] ΠΟΝΕΜΕΝΗ ΓΑΛΗΝΗ

                    Οι μέρες που ήρθαν, κύλησαν λες και ήταν το γεγονός ενός προαναγγελθέντος  και αναμενόμενου αύριου...Τίποτε δεν πήγαινε καλά για την Άννα. Η ζωή της διαγραφόταν επαναλαμβανόμενη και πανομοιότυπη διαρκώς, λες και η μία μέρα έβγαινε σε καρμπόν με την άλλη και την άλλη και την άλλη... Έπαψε να έχει ενδιαφέρον για το οτιδήποτε. Όσοι της ήταν πιο κοντά, απορούσαν που δεν ξανακάλεσε κανέναν έστω και για κείνα τα λιγοστά ψώνια που παράγγελνε τελευταία...''Θα πάθει τίποτε από την αφαγία... Δεν πας βρε Σταύρο να της χτυπήσεις την πόρτα; Αλλά να επιμένεις, γιατί δεν ανοίγει με το πρώτο... Χτύπα της συνεχώς''.  Σε λίγες μέρες η Άννα αρρώστησε και την πήγαν στο Νοσοκομείο του Αργοστολίου... Τελείως εξαντλημένος ο οργανισμός της... Την κράτησαν κάποιες μέρες μέσα και μετά την έστειλαν στο σπίτι της... Ένιωθε τόση εξάντληση.. Να πέσει στο κρεβάτι της... Μόνο αυτό επιθυμούσε... Να πέσει και να μην σκέφτεται τίποτε... Ούτε ήθελε να κάνει τίποτε... Λίγον ελληνικό καφέ που αποζήτησε, δεν είχε την αντοχή να σηκωθεί και να πάει να τον φτιάξει...Έμεινε ξαπλωμένη στο νεανικό και αμόλυντο κρεβάτι της, κοιτάζοντας χωρίς να βλέπει τον καθρέφτη της χαριτωμένης τουαλέτας της, απέναντι... Οι δυο μικρές κούκλες με τις τοπικές παραδοσιακές κερκυρα'ι'κές στολές, την κοιτούσαν χαμογελαστά και πάνω στον καθρέφτη στερεωμένες, την ατένιζαν  δύο φωτογραφίες: Η μία της Αλίκης Βουγιουκλάκης από  ''ΤΟ ΞΥΛΟ ΒΓΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ'' και η άλλη της Τζένης Καρέζης από το ''ΛΑΤΕΡΝΑ  ΦΤΩΧΕΙΑ ΚΑΙ ΦΙΛΙΟΤΙΜΟ ''. 
                             Ωραίες εποχές... Κάποτε έμοιαζε κι αυτή με την Βουγιουκλάκη... Τώρα δεν μπορεί να σύρει τα πόδια της, όχι να  φρεσκαρισθεί, να καλλωπισθεί, να ντυθεί όμορφα όπως παλιά και να πάει σ' ένα εστιατόριο... Οι δυνάμεις της την είχαν εγκαταλείψει... Δεν την είχε όμως εγκαταλείψει η ιδέα του γάμου... Μια ολόκληρη ζωή περίμενε τον Εκλεκτό... Πόσο ακόμα θ'αργούσε να εμφανισθεί;...Α! Και τώρα που το θυμήθηκε... Σε μια μικρή κουβέντα  που είχε με τον γιατρό του νοσοκομείου, όταν η συζήτησε οδήγησε σε κάποιο ευχάριστο σημείο και η Άννα του είπε  ότι  δεν πίστευε πως θ'αργούσε να παντρευτεί, ο γιατρός την είχε κοιτάξει κάπως περίεργα... Έδειχνε μάλλον ξαφνιασμένος, λες και δεν περίμενε ν' ακούσει κάτι τέτοιο... Ίσως πάλι να ήταν η ιδέα της... Και γιατί παρακαλώ να έδειχνε έκπληκτος; Αυτή δεν θα το έβαζε κάτω... Να, αύριο- μεθαύριο, θα ένιωθε καλύτερα, θα σηκωνόταν, θα στολιζόταν και θα πήγαινε για ψώνια στο Αργοστόλι. Θα έπαιρνε ό,τι λαχταρούσε η καρδιά της...Για να μη σου πω ότι θα έβαφε και τα μαλλιά της!! Αρκετό καιρό είχε εγκαταλείψει τον εαυτό της... Καιρός ήταν να ανακάμψει!! Χαμογελώντας έγειρε το κεφάλι και αποκοιμήθηκε... Τα φάρμακα παρέμεναν ανέγγιχτα πάνω στο κομοδίνο της... Αν είχαν ζωή, θα της χαμογελούσαν σαρδώνια....  
                         
                        Άνοξε τα μάτια της κοντά οχτώ η ώρα το απόγευμα... Κοιμόταν από τις τρεις το μεσημέρι... Τι ύπνος κι αυτός... Πιστολιά να έπεφτε δίπλα της, δεν θα την άκουγε... Τόσο βαριά είχε κοιμηθεί... Περίμενε πως με τόσον ύπνο θα είχε αναλάβει δυνάμεις... Θα είχε ξεκουραστεί για τα καλά... Μα φαίνεται πως γελάστηκε... Της πήρε πέντε λεπτά για ν'ανακαθίσει και με σκυφτό κορμί σύρθηκε στην κουζίνα... Έφτιαξε τον καφέ που είχε επιθυμήσει...Τον ήπιε στο καλό το σαλόνι... Άνοιξε την τηλεόραση και προσπάθησε να συγκεντρωθεί σε κάποια εκπομπή... Πουθενά δεν εστίαζε το μυαλό της... Στο τέλος βαρέθηκε και την άφησε να παίζει μην προσέχοντας τίποτε, έτσι για να 'χει μια φωνή για συντροφιά...Το βράδυ με τα φώτα ολάνοιχτα, ξενύχτησε αναπολώντας περασμένα μεγαλεία που όμως μπερδευόντουσαν ενοχλητικά με πρόσφατες σκοτεινές ιστορίες... Τι όμορφη παράνυφος που ήταν στον γάμο της αδελφής της!! Και η νύφη ήρθε με πληγιασμένο πόδι... Ο...Όχι. Στάσου!! Το πληγιασμένο πόδι ήταν πολύ αργότερα!  Πώς τα μπέρδεψε έτσι;; Και τι όμορφο κοριτσάκι που γέννησε η Βενετία!! Η Λου'ί'ζα  πήρε το μυαλό του πατέρα της. Το καλοκαίρι που την έφεραν ήταν τεσσάρων χρονών....΄΄ΕΕΕ!!!! Στάσου!! Τι λέει; Αυτό έγινε πριν πολλά- πολλά χρόνια!! Σήμερα η Λου'ιζα είναι κοτζάμ κοπέλα, παντρεμένη,γυναίκα σωστή, με ένα τρισχαριτωμένο αγοράκι!! Θεέ μου!! Τι έπαθε και μπερδεύει έτσι τα γεγονότα;; Μπιτ μυαλό δεν της έμεινε πια στο κεφάλι της;
                     Ένας πανικός την κατάπιε απότομα... Πού βρισκόταν; Ένιωθε σαν να την είχαν πετάξει σ'ένα άγνωστο ερημικό μέρος... Κοίταζε δεξιά, κοίταζε αριστερά, προσπαθώντας να δει κάποιο γνωστό στοιχείο για να πιαστεί... Σε ποια χρονική στιγμή βρισκόταν;; Πανικοβλημένη, πετάχτηκε επάνω, παίρνοντας βαθιές ανάσες! Να!! Την ξανάπιασε αυτό που της στερούσε τον αέρα και δεν μπορούσε να ανασάνει κανονικά... Δεν έμπαινε αρκετό οξυγόνο στα πνευμόνια της... Έπρεπε να ανασάνει. Άρχισε να κόβει βόλτες, βρίζοντας την μοναξιά της και το πώς της τα είχε φέρει η ρημάδα η τύχη. Στην μπαλκονόπορτα ακούμπησε βαριά, παίρνοντας βαθιές ανάσες... Τι φρικτό πράγμα που είναι να μην ξέρεις έστω και προς στιγμή πού βρίσκεσαι... Νιώθεις την γη να χάνεται κάτω από τα πόδια σου... Σαν να βρίσκεσαι μόνος, όλα γύρω σου να έχουν σβήσει και συ να μην ξέρεις πού είσαι... Φριχτό συναίσθημα...Νιώθεις έρημος, απροστάτευτος,να κοιτάζεις με τρόμο ένα γυμνό, γκρίζο τοπίο... Μέχρι να ξαναγυρίσει η συνείδηση και να σε τοποθετήσει χρονικά και τοπικά, στο μέρος που ανήκεις, μέχρι να κάνει κλικ το μυαλό σου και να να γνωρίσεις τον χώρο σου και τον εαυτό σου...

                       Η Αννούλα είχε πολλά τέτοια περιστατικά καθημερινώς.... Μέρα με την ημέρα κατάπεφτε... Η κατάρρευσις είχε αρχίσει να συντελείται...Οι άνθρωποι που της έφερναν κάτι να φάει την είδαν ότι πλέον χρειαζόταν επί εικοσιτετραώρου βάσεως ιατρική παρακολούθηση... Η Άννα, ένιωθε τόσο εξαντλημένη που όταν της είπαν πως πρέπει να πάει στο Αργοστόλι, δεν έφερε καμία αντίρρηση... Την πήγαν στο Γηροκομείο Αργοστολίου. Κοίταζε αδιάφορα τα καινούρια πρόσωπα γύρω της... Ούτε μία γνωστή φυσιογνωμία.. Και όλοι γέροι... Τι δουλειά είχε αυτή μαζί με τόσες γριές;. Ευτυχώς που ήταν και οι νοσοκόμες κι έβλεπε ένα νεανικό πρόσωπο... Μόλις γινόταν καλά θα γύριζε σπίτι της.Στο ωραίο της σαλόνι, στα όμορφα πράγματά της...Άραγε το πράσινο φόρεμα θα της έκανε ή έπρεπε να το μεταποιήσει; Θα φορούσε και το ωραίο βραχιόλι της με τα κρεμαστά χρυσά μπρελόγκ... Αυτή τα είχε ζωγραφίσει και σύμφωνα με το σχέδιό της τα είχε φτιάξει ο χρυσοχόος... Τώρα που το σκεφτόταν είχε πάρα πολύ καιρό να το δει... Όπως και τα άλλα χρυσαφικά της ...Και τις χρυσές λίρες της... Τι να είχαν γίνει άραγε;Αυτά τα ερωτηματικά δεν εμφανίζονταν πρώτη φορά... Κι άλλοτε την είχαν απασχολήσει κι επειδή δεν εύρισκε απάντηση, άλλαζε ρότα το μυαλό της... Ο σκοτισμένος  νους της φταίει που δεν μπορεί να θυμηθεί; Γιατί μπερδεύονται έτσι οι σκέψεις της; Α,  να η κυρία που φέρνει τα χάπια!  ''Μπορείτε να πείτε στον γιατρό ότι πονάω;''  ''Πονάτε κυρία Άννα; Πού ακριβώς;''  ''Εδώ, χαμηλά'' ''Μην ανησυχείτε, θα το πω αμέσως στον γιατρό... Θα περάσει να σας δει. Πότε άρχισε ο πόνος; ''  ΄΄Πολλές μέρες τώρα...'' '' Και γιατί δεν μας το είπατε;''  ''Σας το είπα... Νομίζω...''   Ο γιατρός μετά τις κατάλληλες εξετάσεις, διέγνωσε βαρβάτη ουρολοίμωξη... Η Άννα υπεβλήθη στην πρέπουσα θεραπεία, μα ο οργανισμός της δεν ανταποκρίθηκε... Ήταν τόσο, μα τόσο ταλαιπωρημένη... Χάλια το ανοσοποιητικό της... Και από πάνω, καμία επιθυμία να παλέψει, ν' αγωνισθεί... Ο ψυχισμός της ένα ρετάλι και οι σωματικές αντοχές της μηδαμινές, ανύπαρκτες... Έσβησε σαν το κεράκι... Φύσηξε το αεράκι και σβήστηκε το φως της ζωής της.  Μιας ζωής που είχε ξεκινήσει μέσα στα χρώματα και στην ανεμελιά κι είχε μεταλλαχτεί σε μια βασανισμένη, τυραννισμένη  ζωή...
                       Την έθαψαν στην Σάμη, στο νεκροταφείο με την ωραιότερη θέα, στον οικογενειακό της τάφο..Την αδελφή της την είχαν θάψει στα Τουλιάτα. Έτσι δεν θα συνέχιζαν την γκρίνια τους και  στην άλλη διάσταση που βρέθηκαν....Στην εξώδιο ακολουθία, παρέστησαν ελάχιστα άτομα... Το άλλοτε όμορφο κορίτσι της Σάμης, το αποχαιρέτησαν το πολύ δέκα άνθρωποι...Έσβησε μόνη κι έρημη... Μία όμορφη ντάλια που άνθιζε πολύφυλλη, συναρπαστική και ο βοριάς τής έσπασε το πράσινο κοτσάνι και την έσυρε ανελέητα σε μονοπάτια δύσβατα, σκοτεινά, εκεί που φυτρώνουν μόνον βάτα κι άγριοι θάμνοι αγκαθωτοί... Εδώ πάνω όμως, στο ηλιόλουστο κοιμητήρι, η ψυχή της θα βρήκε σίγουρα την γαλήνη της.. Θα ξεκουράστηκε το ταλαιπωρημένο κορμί της και θα ησύχασε επιτέλους  η βασανισμένη καρδιά  της...Θα βρήκε την πολυπόθητη ηρεμία.... Και θα είχε για θέα πάντα, το απέραντο, ζαφειρένιο γαλάζιο της θάλασσας και το σμαραγδένιο πράσινο της κατάφυτης βουνοπλαγιάς...