ΚΑΙ ΟΜΩΣ, ΕΤΣΙ ΕΙΝΑΙ...
-Δεν θλίβεσαι που η μάνα σου εχάθηκε σαν τώρα;
-Δεν θλίβεσαι που κι η αδελφή εχάθηκε για πάντα;
Τον σπίνο ακρουμάζομαι που με ψιλορωτάει
μα, δεν θυμώνω, του απαντώ γαλήνια κι ωραία:
-Ξέρεις πουλάκι μου γλυκό πώς νιώθω για όλα τούτα;
Τις πρώτες μέρες πλάνταξα στο κλάμα και στον πόνο...
Μα τώρα ο πόνος μέρεψε και δεν δαγκάνει τόσο...
Θες να σου πω αν θλίβομαι και αν βαριαστενάζω;;
-Λοιπόν. Μου λείπουνε πολύ, μα έχω την ιδέα,
πως κάπου πήγαν κι έμειναν , σε μακρινό ταξίδι
κι απ' ώρα σ' ώρα θα φανούν και θε ν' αγκαλιαστούμε...
Μονάχα έτσι μπόρεσα ν' αντέξω τέτοιον πόνο...
Οι πρώτες μέρες τραγικές, το μέσα μου ξεσχίσθη...
Μα ο χρόνος πανδαμάτωρας τα πάντα ημερεύει...
Και φθάνει κάποια εποχή που ξαστερώνεις λίγο.
Τις κουβαλάω μέσα μου, δεν τις ξεχνώ ποτές μου.
Κυρίως μέσα στις γιορτές θαρρείς και τις αγγίζω.
Οι μνήμες και οι θύμησες τον τελειωμό δεν έχουν....
Τις άλλες μέρες τις γροικώ να ταξιδεύουν πρίμα,
μακριά στην Άπω Ανατολή και πέρα στις Ινδίες.
Καλύτερα τις σκέφτομαι Αμερική να φθάνουν
κι ωσάν αυτούς που πήγανε και δεν ματαγυρίζουν,
θαρρώ και το αδέρφι μου, παρέα με την μάνα,
θα μείνουνε στην ξενητειά χρόνους ξεγυρισμένους,
ωσότου 'ρθεί το πλήρωμα του χρόνου του μπαμπέση
κι ανταμωθούμε οριστκά στα συννεφένια Αλώνια...
-Βλέπεις πουλάκι μου μικρό πως για ν'αντέξει κάποιος,
πρέπει από κάπου να πιαστεί και να ισορροπήσει...
Βρίσκει ο καθείς τον τρόπο του να πορευθεί στην ζήση,
αν τύχει και μιά απώλεια βαριά τονέ χτυπήσει...
Πορεύεσαι και προχωρείς μ' όσα η ζωή προσφέρει,
ευχαριστώντας τον Θεό για τα καλά που δίνει,
μα δεν ξεχνάς ουδέποτε εκείνους πού 'χουν φύγει...