Βαθιά πέρα στο πέλαγος, καράβι αρμενίζει.
Η ώρα είναι βραδινή, τα πάντα πια σωπάσαν...
Ο ναύκληρος απόκαμε, στην κουπαστή του γέρνει
και γύρω του ναυτόπουλα, πέντ' - έξι συζητούνε...
''Ποιά ιστορία θα μας πεις απόψε κυρ Αντρέα;''
ρωτάει ο μικρότερος - αμούστακο αγόρι.
Ο ναύκληρος χαμογελά κι ένα τσιγάρο ανάβει
κι αρχίζει να μιλά σιγά, με φεγγαρίσιο βλέμμα...
Κάθονται όλοι γύρω του ν' ακούσουν την λαλιά του.
Τριγύρω η νύχτα άπλωσε βελούδινο μανδύα,
κι η θάλασσα αντανακλά τ' αστέρια, το φεγγάρι...
Μιά νηνεμία σύρθηκε από βορρά και δύση
κι ο ναύκληρος τους ιστορεί για την χρυσή γοργόνα
που καπετάνιους ερωτά αν ζει ο αδελφός της,
ο ''γίγας'' Μέγα-Αλέξανδρος, των πάντων βασιλέας...
Κι αν απαντήσουν πως δεν ζει, αλλάζει σε θηρίο,
ένα θηρίο σκοτεινό, φολιδωτό, πυργίσιο,
π' αρπάζει με τα χέρια της το έρμο το καράβι
και το χτυπά στα κύματα που σπέρνει η ουρά της...
Μα ο καπετάνιος σαν θα πει πως ζει ο ΜΑΚΕΔΟΝΑΣ,
νεράϊδα λυγερόκορμη προβάλλει η θωριά της!
Μετάξι κάνει τα νερά κι απλώνει τα μαλλιά της,
που τα χτενίζει με χρυσό χτένι που στραφταλίζει...
Τραγούδι τότε ακούγεται να χύνεται τριγύρω,
παιάνας Μακεδονικός π' ακούς κι ανατριχιάζεις!
Οι ουρανοί ανοίγουνε και στον αιθέρα βγαίνει,
ο ΜέγΑλέξανδρος τρανός επάνω στ' άλογό του!!!
Τα σύννεφα παίρνουν φωτιά κι η θάλασσα ροδίζει...
Ποτάμια φως ξεχύνονται, πορφύρα σελαγίζει!
Χαμογελά ο βασιλιάς στην όμορφη αδελφή του
και της πετά από ψηλά την ώρια σάρισά του!...
Αρπάζει η γοργόνα μας το δόρυ του αδερφού της.
Χαμογελά περήφανη για της καρδιάς το δώρο!
Δελφίνια συντροφεύουνε το γέλιο της ψυχής της
και χίλιες λάμψεις φέγγουνε, ωσάν το βόρειο σέλας!!
Και τότε κλειούν οι ουρανοί, χάνετ' ο στρατηλάτης...
Από μακριά ακούγεται να σβήνει κι ο παιάνας...
Και η γοργόνα ευτυχής αφήνει το καράβι,
να συνεχίσει ήρεμα το μακρινό ταξίδι...
''Ξέρεις βρε Κώστα να μου πεις ποια είναι η γοργόνα;
Τι να σημαίνει λες Κωστή ετούτος δω ο μύθος,
που Έλληνες γαλούχησε μες στης σκλαβιάς τους χρόνους
και την κεντούσαν στα προικιά κορίτσια και κυράδες;''
''Εσύ Αντρέα να μας πεις τι κρύβει η γοργόνα''
αντιγυρίζει ένας νιός με σεβασμό μεγάλο
κι οι σύντροφοι τριγύρω του στριμώχνονται να μάθουν,
συνεπαρμένοι απ' όλ' αυτά πού 'χαν πριν λίγο ακούσει...
''Είναι η Ελλάδα ωρέ παιδιά π' ΑΘΑΝΑΤΗ διαβαίνει!...
Είναι το θείο ΠΝΕΥΜΑ της π' ουδέποτε θα σβήσει!...
Αλίμονο στους άφρονες που την αμφισβητούνε
κι ευλογεί εκείνονε όπου σ' αυτήν πιστεύει!!!''
Ο ναύκληρος απόσωσε και μιά γαλήνη εχύθη...
Όλη η παρέα κοίταζε της θάλασσας τα πλάτη...
Τα λόγια του συντρόφου τους, στ' αυτιά τους τραγουδάνε
κι αυτοί θαρρείς πως καρτερούν να δούνε την γοργόνα...
Τ' αστέρια λαμπυρίζουνε - διαμάντια της Εκάτης...
Το πλοίο σαν να γλίστραγε σε μεταξένιο στρώμα
και τα νερά φωσφόριζαν μαγευτικά στην νύχτα,
που στοργικά αγκάλιαζε εκείνο το καράβι...
Στην πρύμνη μόνο έφεγγε η σπίθα του τσιγάρου,
που άναψεν ο ναύκληρος ανάμεσα στους ναύτες.
Κανένας τους δεν μίλαγε μα συλλογιόταν όλοι,
την ιστορία π' άκουσαν δοσμένη μ' άλλο μάτι...
Κι ο Κωνσταντής ο πιο μικρός, βαθιά συνεπαρμένος,
κοιτούσε μην και δει ψηλά τον Μέγα Στρατηλάτη,
να ρίχνει το κοντάρι του σαν δώρο απ' τα ουράνια,
και ξαναζούσε σιωπηλά του ναύκληρου τα λόγια...
''Θες ν' άκουσε τα λόγια σου Αντρέα η γοργόνα,
γιατί ο καιρός μάς αγαπά'', ψιθύρισεν ο Γιώργος...
Κανείς τους δεν απάντησε... Στο πέλαγος κυλούσαν
μαζί με το καράβι τους, μιά νύχτα μαγεμένη...
--------------------------------------------------------------------
8-10-2018
Εμφανιζόμενη ανάρτηση
Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2018
Η ΓΟΡΓΟΝΑ--ΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΡΥΜΝΗΣ...
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου