Καθόταν στην βεράντα του με τον καφέ στο χέρι
κι ατένιζε τον ουρανό, τα πράσινα λιβάδια,
όταν κοντά του κάθισε ο γιόκας του ο πρώτος
και τον ερώτησε σιγά, πώς τ' αύριο θ' αδράξει...
Τον εκοιτούσε στοργικά με πατρική αγάπη.
Σκεφτόταν το Γυμνάσιο ο νεαρός βλαστός του...
Πότε μεγάλωσε Θεέ κι εγίνει παλληκάρι
και κάθονται κοντά-σιμά σαν άντρες να τα πούνε;
''Παιδί μου κοίτα, η ζωή δρόμους βραχώδεις έχει...
Μα, δεν εγκαταλείπουμε ποτέ την διάβασή της...
Παλεύουμε στο διάσελο π'ανοίγεται μπροστά μας
και αντρειεύεις την ψυχή για κείνα που 'ναι νά 'ρθουν...
Κρατήσου παλληκάρι μου στα χέρια τα δικά σου...
Μπορεί πολλοί να σε φθονούν άλλοι γειτόνοι γύρω,
μα, μην τους δώσεις την χαρά πεσμένον να σε δούνε,
παρά τρανά τα πόδια σου με θάρρος στήλωσέ τα...
Κ ι αν κάποτε λιποψυχάς, εγώ κοντά σου θά 'μαι...
Κι αν λάθος στραβοπάτησες, στο σπιτικό σου νά ρθεις,
γιατί για σένα γιόκα μου η πόρτα θά 'ναι πάντα,
ολάνοιχτη σαν των γονιών την τρυφερή αγκάλη...''
Ο γιος του χαμογέλασε και τού σφιξεν τον ώμο...
Εφούντωσε συγκίνηση στα φύλλα της καρδιάς του
και νότισαν τα μάτια του από την τόση αγάπη.
Ο ήλιος ολοπόρφυρος κατέβαινε στην δύση...
Ανάμεσά τους πλάγιασε η Μπέλλα, το σκυλί τους...
Κανένας τους δεν μίλαγε, όσα να πούνε, τά 'παν...
Τώρα μιλούσε η καρδιά στον μυστικό ρυθμό της
κι εσμίλευε ακλόνητη την σχέση γιου - πατέρα...
---------------------------------------------------------------------------------------
Αφιερωμένο στον εγγονό μου τον Μιχαήλ - Άγγελο. που θα πάει Γυμνάσιο και που έχει έναν υπέροχο πατέρα...
κι ατένιζε τον ουρανό, τα πράσινα λιβάδια,
όταν κοντά του κάθισε ο γιόκας του ο πρώτος
και τον ερώτησε σιγά, πώς τ' αύριο θ' αδράξει...
Τον εκοιτούσε στοργικά με πατρική αγάπη.
Σκεφτόταν το Γυμνάσιο ο νεαρός βλαστός του...
Πότε μεγάλωσε Θεέ κι εγίνει παλληκάρι
και κάθονται κοντά-σιμά σαν άντρες να τα πούνε;
''Παιδί μου κοίτα, η ζωή δρόμους βραχώδεις έχει...
Μα, δεν εγκαταλείπουμε ποτέ την διάβασή της...
Παλεύουμε στο διάσελο π'ανοίγεται μπροστά μας
και αντρειεύεις την ψυχή για κείνα που 'ναι νά 'ρθουν...
Κρατήσου παλληκάρι μου στα χέρια τα δικά σου...
Μπορεί πολλοί να σε φθονούν άλλοι γειτόνοι γύρω,
μα, μην τους δώσεις την χαρά πεσμένον να σε δούνε,
παρά τρανά τα πόδια σου με θάρρος στήλωσέ τα...
Κ ι αν κάποτε λιποψυχάς, εγώ κοντά σου θά 'μαι...
Κι αν λάθος στραβοπάτησες, στο σπιτικό σου νά ρθεις,
γιατί για σένα γιόκα μου η πόρτα θά 'ναι πάντα,
ολάνοιχτη σαν των γονιών την τρυφερή αγκάλη...''
Ο γιος του χαμογέλασε και τού σφιξεν τον ώμο...
Εφούντωσε συγκίνηση στα φύλλα της καρδιάς του
και νότισαν τα μάτια του από την τόση αγάπη.
Ο ήλιος ολοπόρφυρος κατέβαινε στην δύση...
Ανάμεσά τους πλάγιασε η Μπέλλα, το σκυλί τους...
Κανένας τους δεν μίλαγε, όσα να πούνε, τά 'παν...
Τώρα μιλούσε η καρδιά στον μυστικό ρυθμό της
κι εσμίλευε ακλόνητη την σχέση γιου - πατέρα...
---------------------------------------------------------------------------------------
Αφιερωμένο στον εγγονό μου τον Μιχαήλ - Άγγελο. που θα πάει Γυμνάσιο και που έχει έναν υπέροχο πατέρα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου