Ο δικός μου πατέρας... Ένα ξεχωριστό πλάσμα... Ερωτευμένος ως την τελευταία στιγμή με την αγαπημένη του γυναίκα, την μάνα μας... Μορφωμένος, δοτικός φινετσάτος... Με ένα 37 πυρετό σε μας, φώναζε τον γιατρό. Άνθρωπος με μπέσα και τιμή... Ο λόγος του, συμβόλαιο... Συζητητής, πρώτος... Μυθοπλάστης, ο καλύτερος... Άνοιγε το στόμα του κι εκλείναμε την τηλεόραση... Πάντα με ένα βιβλίο δίπλα του... Πέθαινε και διάβαζε ''Θάνατος το απομεσήμερο'', του Χέμινγουαίη... Ο πατέρας με έμαθε να κρατώ σημειώσεις από τα λογοτεχνικά βιβλία που διάβαζα κι εγώ αργότερα το ενέταξα στο μάθημα της ΓΛΩΣΣΑΣ στο σχολείο, ως δασκάλα... Μας έκανε τις χριστουγεννιάτικες γιορτές μαγεία, κάνοντάς με να τις αγαπήσω τόσο που, ως δασκάλα, ανέβαζα χριστουγεννιάτικες γιορτές, θέλοντας να μοιραστώ με τους μαθητές μου την λάμψη που άφησε μέσα στην καρδιά μου το αστέρι, χάριν του πατέρα μου... Του άρεσε το ωραίο και έλεγε ότι ''Η λεπτομέρεια είναι το παν, αυτή που ολοκληρώνει ένα έργο...'' Λάτρευε την οικογένειά του και εκεί που ήταν ανυποχώρητος, ήταν στο θέμα της τιμιότητας. ''Θέλω να έχω το μέτωπό μου καθαρό'' έλεγε... Το μόνο του ελάττωμα, η αθωότητα, δεν πήγαινε - δυστυχώς - το μυαλό του στο πονηρό... Του άρεσε να δίνει και να σκορπάει, ιδίως στην οικογένειά του τα πάντα, μπορούσε δεν μπορούσε, αρκεί να βλέπει στα πρόσωπά μας την χαρά. ''Ευχαριστήθηκες Πολυάνθη; Ευχαριστήθηκες Αντζέλα; Κι εσύ Αλίκη, να φοράς γαλάζια, σου πηγαίνουν πολύ...'' Κι η μαμά φορούσε υπερήφανη το ωραίο ταγέρ που της είχε φέρει ο μπαμπάς, γαλάζιο βεβαίως... Έκλαψε όμως σαν μικρό παιδί μόνον όταν παντρεύτηκα κι έφυγα από την Σάμη... Και την φιγούρα του γερτή στο λιμάνι να κοιτάζει καθώς το φέρρυ-μποτ ξεμάκραινε, δεν θα την ξεχάσω ποτέ... Κι αν έζησε δυσκολίες... Κράτησε, ώσπου μας έφυγε νωρίς... Με τέτοιον πατέρα πρότυπο, πώς να συμβιβασθείς με λιγότερα; Βρίσκεται τώρα στα αγαπημένα του χώματα, να κοιτάζει από το ψήλωμα την απέραντη θάλασσα που λάτρευε... Κι εγώ έχω 18 χρόνια να τον επισκεφθώ... Γόης - από ό,τι μου λένε - στα νιάτα του, υπέροχος σύζυγος και λατρεμένος πατέρας μετά... Καλός γείτονας, έντιμος, κύριος σωστός και εραστής του ωραίου πάντα... Καημένε πατέρα... Δεν γνώρισες μανούλα, και ούτε αξιώθηκες να δεις εγγόνια και να συμμετάσχεις στις μικρές και μεγάλες χαρές της ζωής... Για μένα θα είσαι πάντα ο καλύτερος Άγιος Βασίλης και ο πιο τρυφερός άνθρωπος της γης... Τιμή μου που σε είχα πατέρα και στα εγγόνια σου τους λέμε πόσο υπερήφανα πρέπει να είναι που σε είχαν παππού... Η συμβία σου, παρά τις τόσες φουρτούνες, το παλεύει... Η σκέψη μου ανεβαίνει την ανηφόρα, φτάνει στο ψήλωμα και γονατίζει στο μαρμάρινο σκαλοπάτι σου. Όντως η θέα από δω είναι μαγευτική, όπως έλεγες αστειευόμενος, για να πειράξεις την μαμά. Και τα κατάφερες... Κληρονομιά σου σε μας μεγάλη, η υστεροφημία σου... Όταν λέμε ότι είμαστε παιδιά του Κωστάκη, τα πρόσωπα χαμογελούν και μόνον καλές κουβέντες έχουν να πούνε για σένα... Θυμάσαι που ψάχναμε μικρές τις τσέπες σου, σαν γύριζες το βράδυ και βρίσκαμε τις καραμέλες -ΝΑΣΚΟ νομίζω τις έλεγαν - ή τα γλυκά που επί πλέον έφερνες από τον κύριο Παναγιώτη, όταν διαβάζαμε στα διαγωνίσματα, για να τονωθούμε; Ή τις ιστορίες που έφτιαχνες και μας διηγιόσουν τα βράδια;... Νομίζω ότι ακούω τον ήχο από το καμπανάκι του ποδηλάτου σου και το χαρούμενο γαύγισμα του Ντικ που σε μυριζόταν στον αγέρα καθώς πλησίαζες το σπίτι... Θα σε έχω πάντα στην καρδιά μου μέσα στις μαργαρίτες που φούντωναν στην αυλή μας, έργο της μαμάς... Σε ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ για την περίσσια αγάπη σου και τις υπέροχες συμβουλές σου... Σε ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ που γίναμε αυτές που είμαστε... Ζεις και θα ζεις πάντα μέσα στις καρδιές μας, ΑΓΑΠΗΜΕΝΕ ΜΑΣ, ΞΕΧΩΡΙΣΤΕ, ΜΟΝΑΔΙΚΕ πατέρα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου