Οι νεραντζιές οι όμορφες π’ αρώματα σκορπάνε
κι εφέτος ξανανθίσανε στους δρόμους της Αθήνας.
Ποιος τάχα τις δροσολογεί και τις κορφολογάει;
Κανένας δεν τις ξεδιψά, κανείς δεν τις λογάται.
Μονάχες τους ψηλώνουνε και μυριανθοφορούνε.
Έχουν τ’ αγέρι φίλο τους, τον ήλιο για προστάτη
έχουν και την κυρά βροχή για δρόσισμα στις ρίζες...
κι εφέτος ξανανθίσανε στους δρόμους της Αθήνας.
Ποιος τάχα τις δροσολογεί και τις κορφολογάει;
Κανένας δεν τις ξεδιψά, κανείς δεν τις λογάται.
Μονάχες τους ψηλώνουνε και μυριανθοφορούνε.
Έχουν τ’ αγέρι φίλο τους, τον ήλιο για προστάτη
έχουν και την κυρά βροχή για δρόσισμα στις ρίζες...
Παλικαρίσια στέκουνε στα κρύα του χειμώνα
και πολεμούνε τον βοριά με τα πυκνά κλαριά τους,
κρατώντας μέσα στον κορμό, το πείσμα, την ελπίδα...
Κι όταν η άνοιξη θα μπει με τα χρυσά της πέπλα,
οι νεραντζιές την δέχονται με λούλουδα και μύρα.
Σαν νύφες καταπράσινες τεντώνουν το κορμί τους
στεφανωμένες με μικρά, αστέρινα μπουκέτα.
Εκατοντάδες λευκωπά, αστέρινα λουλούδια,
μικρούλια, διακριτικά, μεθούν με τ’ άρωμά τους,
κρυμμένα μες της νεραντζιάς το σμαραγδένιο φύλλο.
Περνά ο διαβάτης δίπλα τους και δέχεται το μύρο
- ευλογημένη ευωδιά από τα νεραντζάνθια...
Πως γίνεται κι ανθοφορούν κοντά στο Άγιο Πάσχα;
Λαλείς «Λαμπρή» και στο μυαλό έρχεται τ’ άρωμά τους.
Και στον λαιμό του Λυτρωτή σιγοκρεμούν κυράδες
διάδημα από νεραντζιάς ευγενικά ανθάκια...
Τόσο μικρά, τόσο λεπτά, μα, πόση ευωδία
ξεχύνεται μεθυστική από τα πέταλά τους!...
Θαρρείς κι η φύση έβαλε τις νεραντζιές να ραίνουν
τον δρόμο του Θεάνθρωπου με μύρο απ’ την καρδιά τους.
Απ’ την καρδιά ενός δεντριού π’ αντρειεύεται να ζήσει...
Κι όταν τ’ ανθάκια πέσουνε και γίνουνε νεράντζια
- μπάλες χρυσές και στρογγυλές και χιλιοξεχασμένες –
άδικα θα προσμένουνε το χέρι που θα δρέψει
τον πλούσιο, ευωδιαστό και άφθονο καρπό τους....
Τι τυχερές οι νεραντζιές που κάποιοι τις προσέχουν...
Του δρόμου μας οι νεραντζιές δεν ξέρουν τρυφεράδες.
Και ο καρπός δεν θα γενεί ποτέ γλυκό νεράντζι,
γιατί κανείς δεν σκέφτεται να τις εξαλαφρώσει.
Τα δώρα τους θα πέσουνε σιμά στο πεζοδρόμιο
σαν ωριμάσουν πιο πολύ και πλιο δεν θα βαστιούνται...
Όμως οι νεραντζούλες μας, του δρόμου οι κυράδες
πανέμορφες κι αγέρωχες ξανά θα συνεχίσουν...
Θα συνεχίσουν της ζωής τον κύκλο να υφαίνουν...
Μοναχικές, λεβέντισσες, της ζήσης παλικάρια
θα κλώθουνε στα φύλλα τους το πείσμα, την ελπίδα...
Με συγκινεί το δέντρο αυτό που ορθώνεται μονάχο
Χαρίζει την ισκιάδα του, στολίζει το στενάκι...
Σκορπάει γύρω άφθονο το τέλειο άρωμά του,
σκάλες ανώτερο σ’ ευωδιά απ’ των ανθρώπων τα έργα.
Εκείνα τα πανάκριβα για πλούσιους πελάτες,
ενώ αυτό ξεχύνεται άφθονο στον αέρα
για πλούσιους και για φτωχούς – μύρο ευλογημένο.
Τι δώρο θεοστάλαχτο της «Φουντωτής» το δώρο!
Μέσα στην γκρίζα πόλη μας με τις πολλές τις έγνοιες
να διαφεντεύει τις «σκιές», της νεραντζιάς το μύρο!
Φωνές και κορναρίσματα, ασχήμιες, καυσαέρια,
όλα να υποκλίνονται στη θεϊκή πνοή της...
Ανοίγεις τα πνευμόνια σου στην μυροβόλα ανάσα
κι ευθύς αναθαρρεύεσαι κι ορθώνεις το κορμί σου
- εκλεπτυσμένη πινελιά στην απονιά των χρόνων...
- Προάγγελε της Πασχαλιάς, μικρή μου νεραντζούλα,
εσύ που ζεις στον δρόμο μου – μαζί κι οι αδελφές σου –
δέξου τα «χίλια ευχαριστώ» μέσα από την καρδιά μου
γιατί ρουφώ από σένανε δύναμη κι ομορφάδα
και μου σταλάζεις στην ψυχή ανέσπερη ελπίδα
καθώς με ραίνεις μ’ άρωμα που την καρδιά ευφραίνει...
Αδάμαστη δρυάδα μου, αδιάκριτα ραντίζεις
φωτοχυμένες σαϊτιές, στην μοναξιά του κόσμου...
και πολεμούνε τον βοριά με τα πυκνά κλαριά τους,
κρατώντας μέσα στον κορμό, το πείσμα, την ελπίδα...
Κι όταν η άνοιξη θα μπει με τα χρυσά της πέπλα,
οι νεραντζιές την δέχονται με λούλουδα και μύρα.
Σαν νύφες καταπράσινες τεντώνουν το κορμί τους
στεφανωμένες με μικρά, αστέρινα μπουκέτα.
Εκατοντάδες λευκωπά, αστέρινα λουλούδια,
μικρούλια, διακριτικά, μεθούν με τ’ άρωμά τους,
κρυμμένα μες της νεραντζιάς το σμαραγδένιο φύλλο.
Περνά ο διαβάτης δίπλα τους και δέχεται το μύρο
- ευλογημένη ευωδιά από τα νεραντζάνθια...
Πως γίνεται κι ανθοφορούν κοντά στο Άγιο Πάσχα;
Λαλείς «Λαμπρή» και στο μυαλό έρχεται τ’ άρωμά τους.
Και στον λαιμό του Λυτρωτή σιγοκρεμούν κυράδες
διάδημα από νεραντζιάς ευγενικά ανθάκια...
Τόσο μικρά, τόσο λεπτά, μα, πόση ευωδία
ξεχύνεται μεθυστική από τα πέταλά τους!...
Θαρρείς κι η φύση έβαλε τις νεραντζιές να ραίνουν
τον δρόμο του Θεάνθρωπου με μύρο απ’ την καρδιά τους.
Απ’ την καρδιά ενός δεντριού π’ αντρειεύεται να ζήσει...
Κι όταν τ’ ανθάκια πέσουνε και γίνουνε νεράντζια
- μπάλες χρυσές και στρογγυλές και χιλιοξεχασμένες –
άδικα θα προσμένουνε το χέρι που θα δρέψει
τον πλούσιο, ευωδιαστό και άφθονο καρπό τους....
Τι τυχερές οι νεραντζιές που κάποιοι τις προσέχουν...
Του δρόμου μας οι νεραντζιές δεν ξέρουν τρυφεράδες.
Και ο καρπός δεν θα γενεί ποτέ γλυκό νεράντζι,
γιατί κανείς δεν σκέφτεται να τις εξαλαφρώσει.
Τα δώρα τους θα πέσουνε σιμά στο πεζοδρόμιο
σαν ωριμάσουν πιο πολύ και πλιο δεν θα βαστιούνται...
Όμως οι νεραντζούλες μας, του δρόμου οι κυράδες
πανέμορφες κι αγέρωχες ξανά θα συνεχίσουν...
Θα συνεχίσουν της ζωής τον κύκλο να υφαίνουν...
Μοναχικές, λεβέντισσες, της ζήσης παλικάρια
θα κλώθουνε στα φύλλα τους το πείσμα, την ελπίδα...
Με συγκινεί το δέντρο αυτό που ορθώνεται μονάχο
Χαρίζει την ισκιάδα του, στολίζει το στενάκι...
Σκορπάει γύρω άφθονο το τέλειο άρωμά του,
σκάλες ανώτερο σ’ ευωδιά απ’ των ανθρώπων τα έργα.
Εκείνα τα πανάκριβα για πλούσιους πελάτες,
ενώ αυτό ξεχύνεται άφθονο στον αέρα
για πλούσιους και για φτωχούς – μύρο ευλογημένο.
Τι δώρο θεοστάλαχτο της «Φουντωτής» το δώρο!
Μέσα στην γκρίζα πόλη μας με τις πολλές τις έγνοιες
να διαφεντεύει τις «σκιές», της νεραντζιάς το μύρο!
Φωνές και κορναρίσματα, ασχήμιες, καυσαέρια,
όλα να υποκλίνονται στη θεϊκή πνοή της...
Ανοίγεις τα πνευμόνια σου στην μυροβόλα ανάσα
κι ευθύς αναθαρρεύεσαι κι ορθώνεις το κορμί σου
- εκλεπτυσμένη πινελιά στην απονιά των χρόνων...
- Προάγγελε της Πασχαλιάς, μικρή μου νεραντζούλα,
εσύ που ζεις στον δρόμο μου – μαζί κι οι αδελφές σου –
δέξου τα «χίλια ευχαριστώ» μέσα από την καρδιά μου
γιατί ρουφώ από σένανε δύναμη κι ομορφάδα
και μου σταλάζεις στην ψυχή ανέσπερη ελπίδα
καθώς με ραίνεις μ’ άρωμα που την καρδιά ευφραίνει...
Αδάμαστη δρυάδα μου, αδιάκριτα ραντίζεις
φωτοχυμένες σαϊτιές, στην μοναξιά του κόσμου...
(Εμφανίσεις filonas.gr: 815)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου