Και λέμε εμείς οι άλλοι πως ζούμε….
Μια μεγάλη πλάνη που έχει καταφέρει η πόλη να ρίξει μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων, είναι να πιστεύουν ότι δεν μπορούν να κάνουν χωρίς το βουητό της, την πολυμορφία της και την πολυκοσμία της… Δεν μιλάμε για όλους, διότι υπάρχουν πολλοί που έχουν την οικονομική ευχέρεια να μπορούν όποτε θελήσουν να βρίσκονται σε όποιο μέρος της γης επιθυμήσουν: κοσμοπολίτικα μέρη ή ειδυλλιακά χωριά.
Μιλάμε για τους ανθρώπους εκείνους που ένεκα χιλιάδων προβλημάτων και ανάποδων συγκυριών δεν έχουν διανοηθεί τα τελευταία χρόνια να φύγουν από την πρωτεύουσα – και το χειρότερο – θεωρούν ότι ο φυσιολογικός τρόπος ζωής είναι δουλειά – σπίτι, σπίτι – δουλειά. Και είναι τόσο καλά βαλμένοι πλέον μέσα σε αυτό το μαγγανοπήγαδο που θεωρούν ότι αυτός είναι ο ιδανικός τρόπος ζωής και κάθε παρέκληση τους προκαλεί άγχος και ηρεμούν μόνο όταν η ζωή πάρει ξανά το ίδιο γνωστό μοτίβο της: σπίτι – δουλειά, δουλειά – σπίτι. Η γράφουσα τα λέει από πρώτο χέρι γιατί και η ίδια έχει υποπέσει σε αυτό το «τρυπάκι» όπως λένε και οι κόρες μου. Και όντως η μεγάλη χαρά είναι να κυλάει η ζωή πάνω σε καθιερωμένα δεδομένα που σου δίνουν μια μεγάλη ασφάλεια. Δίνεις τα 200% στην εργασία σου που σε γεμίζει και δεν μένει καθόλου χώρος για διασκέδαση.
Και έρχεται μια ωραία μέρα που οικογενειακές υποχρεώσεις σε «ξεκουνούν». Ο πολιτικός ας πούμε γάμος της δεύτερης κόρης σου στην επαρχία. Πρέπει να πας αφού επέλεξε το παιδί να γίνει εκεί και δικαιολογία καμία. Οι δικαιολογίες τύπου: «είμαι κουρασμένη» ή «τι θα γίνουν μόνα τους στο σπίτι τα ζώα μου» – αφού υπάρχουν κατοικίδια – ή «είναι μακριά, πώς θα λείψω από το σπίτι μιάμιση μέρα;» εδώ δεν έχουν θέση.. Άσε που αν το πεις δείχνεις και μια αρχόμενη αγοραφοβία και αδικαιολόγητη προς τα παιδιά σου στάση.
Ξεκινάς λοιπόν και το πρώτο ταρακούνημα η φύση καθώς τη βλέπεις μεγαλόπρεπη να κυλάει αντίθετα από το αυτοκίνητο που τρέχει.. Το πρώτο σφίξιμο στο στομάχι… Κάποτε δεν μπορούσες να ζήσεις μακριά από δέντρα και θάλασσα.. Η ψυχή σου τώρα γεμίζει πράσινο, μια γλαρή πλημμύρα που σπρώχνει απαιτητικά και στριμώχνει το φάσμα των γκρίζων πολυκατοικιών… Κι εσύ νιώθεις περίεργα… Νιώθεις μια ανασφάλεια… Σε βγάζουν από τα γνωστά μονοπάτια … Τέρμα τα πεζοδρόμια… Πως θα ανεχτείς τη διείσδυση της νοτερής γης, την πανδαισία των χρωμάτων, το ολόλαμπρο και όχι σκονισμένο πράσινο και τα υπερήφανα όχι ατροφικά δέντρα που σε περικυκλώνουν. Εικόνες που τις είχες θάψει βαθιά μέσα σου, εικόνες που δεν τους επέτρεπες να ανέβουν στην επιφάνεια, για να μη σε ταλαιπωρούν με τη φρεσκάδα τους και είχες πείσει τον εαυτό σου ότι ο δρόμος που επέλεξες, ο στεγνός , ο τσιμεντένιος, σου ταιριάζει περισσότερο.
Ακόμα παλεύεις με ανάμεικτα συναισθήματα. Δεν θέλεις να παραδοθείς αμαχητί.. Στο Δημαρχείο του Δήμου Φαλαισίας γίνεται ο πολιτικός γάμος γεμάτος συναίσθημα και αυθορμητισμό… Λεπτή βροχή, θερμός δήμαρχος, εγκάρδιοι οι ντόπιοι παρευρισκόμενοι. Στον τοίχο δεσπόζει η αγέρωχη φιγούρα του Νικηταρά του Τουρκοφάγου. Και έξω ένα χαριτωμένο κυνηγόσκυλο, φιλικότατο χαιρετάει όλους με απίστευτη όρεξη για παιχνίδια.
Στο γυρισμό ανηφορίζετε για φαγητό στο Νεοχώρι. Περνάτε από το Δυράχι και ανεβαίνετε σε υψόμετρο 1.600 μ. Γύρω και παντού ένα οργιώδες, εκτυφλωτικό πράσινο. Ελάτια υπερήφανα ως την άκρη των δρόμων. Δασωμένες παρυφές που τις κόβει οριζόντια μία ομιχλώδης γραμμή που δημιουργούν από μακριά οι αγριοκαστανιές. Και σε κάποια στιγμή το αυτοκίνητο μπαίνει σε αληθινή ομίχλη…Εικόνα μαγευτική…Στα δεξιά ένας ποταμός ομίχλης, κατρακυλά αφράτος, μυστηριώδης από τις βουνοκορφές μέσα σε απάτητες χαράδρες. Νομίζεις ότι τώρα θα ξεπεταχτούν μπροστά σου ο Θεός Πάνας με πρασινοντυμένες ναϊάδες και δριήδες και αλλού, σε πιο τρυφερά μονοπάτια, ότι θα δεις νεράιδες ντυμένες στα χρώματα του φθινοπώρου να ξεπροβάλουν πίσω απ’ τον κορμό των πλατανιών που φυλλορροούν.
Και ανάμεσά τους χρυσοχάλκινες πινελιές, φυλλοβόλα δέντρα σε ένα μεθύσι φθινοπωρινού αποχωρισμού…
Το ψητοπωλείο αναδύεται μέσα από τα δέντρα. Το όνομα ποιητικό: «Ελατόβρυση». Και οι ιδιοκτήτες οι πιο γελαστοί φιλόξενοι άνθρωποι που έχεις δει τα τελευταία χρόνια…Ο πόλεμος μέσα σου είναι προς το τέλος! Πάει να κερδίσει η τωρινή κατάσταση…Οι πρότερες σκέψεις ανασφάλειας όλο και υποχωρούν…Το τραπέζι μία έκπληξη…Λευκό τραπεζομάντηλο, πράσινη τραβέρσα και δύο υπέροχα στολισμένα ανθοδοχεία με λευκά λουλούδια. Ακόμα κρατιέσαι…Να μη φας πολύ…Δεν είσαι σπίτι σου…Να μην σε πειράξει το στομάχι…Χθες δεν ένιωθες καλά…Να μην αρρωστήσεις και απουσιάσεις απ’ το σχολείο…Και τι να πεις; Έχεις ξεχάσει ν’ ανοίγεις συζητήσεις σε πολύ κόσμο ή ακόμα σκέφτεσαι ότι το βράδυ δεν θα κοιμηθείς σπίτι σου; Τι κολλήματα είναι αυτά; Ντροπή σου… Τα παιδιά πέρισυ για την εγχείρηση χολής σου είχαν έρθει από την Καμάρα απ’ τις 5 το πρωί… Τι; Αυτά είναι νέα; Γιατί; Εσύ γέρασες; Δοκίμασε λίγο κρασί… Δεν θα αποκοιμηθείς… Άντε…
Τελικά όλα πηγαίνουν καλά. Το μεγάλο ταρακούνημα είναι οι ντόπιοι καλεσμένοι…Ιδίως η διπλανή σου… Η Σούλα… Ο γιος της, ο ένας μάρτυρας στο γάμο… Η ίδια, τρυφερή, ομιλητική, έξω καρδιά, όπως ήσουν εσύ κάποτε…Τελευταία έχεις μάθει να μην πολυανοίγεσαι…
Κι αυτή η γυναίκα πάει να σε ξαναφέρει στην αρχική σου κατάσταση… Σου δείχνει φωτογραφίες… Ο μεγάλος γιος αστυνόμος στην Αθήνα…Η κόρη σπουδάζει βρεφονηπιαγωγός… Το βράδυ θα πάνε στην Αθήνα γιατί αύριο είναι του Αγίου Νικολάου και γιορτάζει ο γιος της. Θα γυρίσουν το βράδυ της γιορτής…Μένει στην Καμάρα…Ήρθε απ’ τον Καναδά, γνώρισε τον άντρα της που τον έχασε 35 ετών σε τροχαίο…Όμως η ζωή κυλά και ο πόνος απαλύνει…Δίπλα σου κάθεται ο πεθερός της. Τον έχει σαν πατέρα…Ευθυτενής 70μηντάχρονος…Χορεύει το ζεϊμπέκικο σαν παλικαρόπουλο και καθηλώνει τους πάντες με τη μοναδική φωνή του…Τραγουδά τα κλέφτικα συγκλονιστικά…Χωρίς μικρόφωνα, χωρίς τερτίπια, ή φωνή στεντορία σου φέρνει δέος…
Και ο φοβερός μαγαζάτορας, σαν λυγερόκορμο κυπαρίσσι, χορεύει με τον εγγονό σου στους ώμους του, ένα λεβέντικο χασαποσέρβικο που σε καθηλώνει…Αυθόρμητος ο κυρ Κωνσταντής, με δυο κόρες 26χρονες , περιποιητικός, ο καλύτερος μαγαζάτορας που έχεις γνωρίσει ποτέ…Και ο παππούς που ξαναχορεύει σου θυμίζει τον Ζορμπά…Τον αθάνατο λεβέντη Έλληνα που ξέρει να αντιστέκεται στον πόνο με απίθανη λεβεντιά και να ορθώνεται προστατεύοντας τη νύφη, τα εγγόνια του και τα υπόλοιπα παιδιά του… Στην Αθήνα ο πόνος αργεί πολύ να περάσει…Στην επαρχία, όπως εδώ ο ψηλός Ταΰγετος και οι σκληροτράχηλες συνθήκες ζωής ζυμώνουν αλλιώς τον πόνο και κρατούν το κεφάλι σου ορθό…
Το τζάκι ζεσταίνει όλο τον χώρο και στους τοίχους παλιές φωτογραφίες παππούδων και γιαγιάδων καθώς και μία «Νάκα» κρεμασμένη. Είναι η κούνια που έβαζαν οι χωρικές το μωρό τους. Το κρέμαγαν στη ράχη και πήγαιναν για δουλειά στα χωράφια. Η συγκεκριμένη είναι 300 χρονών…
Το φαγητό μοναδικό. Οι τηγανητές πατάτες του σαν μεγάλα ροδοπέταλα σε αφήνουν άφωνο…Μετά διαπιστώνεις ότι και οι ψητές πατάτες που συνοδεύουν το κρέας είναι το ίδιο καταπληκτικές…
Η σφέλα τους – όχι φέτα, σφέλα – ξεχωριστή. Γίνεται από ντόπιο κατσικίσιο γάλα και μαθαίνεις πως, ό,τι έχει το τραπέζι είναι παραγωγή του εστιάτορα.
Το κόκκινο απαλό κρασί έρχεται μέσα σε πεντακάθαρες κανάτες – όπως πεντακάθαρα είναι όλα…Το προτελευταίο κάστρο πέφτει…Δοκίμασες και το στομάχι δεν πόνεσε…Αφήσου λοιπόν να δοκιμάσεις τα πάντα…Το ψωμί έρχεται ζεματιστό, το κίτρινο τυρί τηγανιτό με φέτα λεμόνι δίπλα…
Το χορό ανοίγει η αδερφή του γαμπρού…Ακολουθεί ο σύντροφός της…Και οι δύο τεχνίτες στο χορό…Σε λίγο σηκώνεται όλο το τραπέζι…Η πρώτη σου κόρη, με τον άντρα της και τον κούκλο μικρό εγγονό σου μπαίνουν στον κύκλο…Στην παρέα κι άλλος μικρούλης…Οι δύο μικρούληδες αγκαλιάζουν τον πρώτο γαμπρό σου που χορεύει ασταμάτητα μαζί τους. Η δεύτερη σου κόρη σέρνει το χορό με τον δεύτερο γαμπρό σου… Σε φωνάζουν… Σηκώνεσαι…
« - Φοράω τακούνια…
- Δεν είναι ψηλά…
- Κι αν δεν χορέψω καλά;…
- Εσύ ξέρεις χορό…
- Με φωνάζουν…
- Ε…Τι περιμένεις;».
Η εσωτερική στιχομυθία παίρνει τέλος, κι εσύ μπαίνεις στον χορό…
Το αναμενόμενο γιατί σε εκπλήσσει; Και βέβαια το χάρηκες! Μπράβο σου! Είδες; Μια χαρά χόρεψες!
Νιώθεις την αρχή μιας ευφορίας…Σαν να άργησε λίγο…Δεν νομίζεις; Τελικά, τι πρόβλημα έχεις;
Το πρόβλημά σου λέγεται «Απομόνωση»… Είσαι ένας μοναχικός εκπρόσωπος της μεγαλούπολης με τα άγχη του, τις εμμονές, την αποστείρωσή του από όλα και προς όλα και τις χιλιάδες φοβίες του…
Κάθε δυσκολία που αντιμετώπιζες, σε έσπρωχνε όλο κα πιο βαθιά στο καβούκι σου και τώρα άντε να βγεις…Και όμως βγαίνεις…Πότε; Όταν είσαι στην τάξη σου, στο σχολείο…Δεν νομίζεις ότι είναι καιρός να βγεις και στον κόσμο τουλάχιστον που αφορά τα παιδιά σου; Η μικρή σου κόρη, σου ομολόγησε ότι έκλαψε, όταν είδε το βίντεο του γάμου, της πρώτης κόρης σου και σε είδε να χορεύεις.
«Είχα να σε δω μαμά έτσι από τότε που χορεύαμε σπίτι μας μόνες, εσύ μας χορογραφούσες και χόρευες μαζί μας…».
Το τελευταίο οχυρό της αντίστασης στην «έξω καρδιά» ζωή είναι όταν βάζουν ένα σιντί με νησιώτικα…Στον μπάλο σηκώνεσαι δειλά-δειλά, πλησιάζεις τους χορευτές και ο νυν γαμπρός σου ο Παναγιώτης σε βάζει στον κύκλο. Άλλο που δεν θέλεις! Σε παραλαμβάνει ο πρώτος γαμπρός ο Λευτέρης και σε δύο λεπτά χορεύετε μαζί στο κέντρο του κύκλου! Όνειρο! Από εκείνη τη στιγμή δεν ξανααπασχόλησες το μυαλό σου με την ερώτηση «Τι να γίνεται τώρα στην Αθήνα; Τι κάνει η αδερφή μου; Πώς να είναι τα ζωάκια μου; Αύριο τι ώρα θα επιστρέψω;». Και η υπόσχεση ότι ο θρησκευτικός γάμος θα γίνει εδώ, δίπλα στο ποτάμι, άνοιξε σελίδες για όνειρα και σχέδια. Τέρμα… Άφησες το σήμερα να σε γεμίσει φωνές, γέλια, αστεία, τραγούδια και χορό. Σε κάποια στιγμή οι δυο σου κόρες, η Ελπίδα και η Αλίσια, αφού συγκινήθηκαν φιλώντας και ευχόμενες η μία την άλλη, σε φιλούν με θέρμη μεγάλη και το γερό τους σφιχταγκάλιασμα λέει πολλά…Ο μικρούλης εγγονός σου έδωσε ρέστα, ξεσηκώνοντας τα βήματα των μεγάλων και χορεύοντας στο δικό του έξαλλο ρυθμό…
Οι δίπλες που σερβιρίστηκαν την τελευταία στιγμή φρεσκοτηγανισμένες είναι μια ξεχωριστή μελένια πινελιά στο τραπέζι. Και σ’ όλα τούτα καταλυτική η παρουσία της φύσης…
***
Το βράδυ δεν θέλησες να κοιμηθείς στο κρεβάτι…Έμεινες ως αργά στο σαλόνι μοιραζόμενη την ευτυχή συνύπαρξη πολλών αγαπημένων προσώπων. Ανάμεσά σας η άλλη μάρτυρας του πολιτικού γάμου, η Χαρούλα, με το σύντροφό της, νυν ψυχολόγος, παλιά σου μαθήτρια και παντοτινή φίλη της μικρής σου κόρης.
Κι όταν αποκοιμήθηκες στην πολυθρόνα, σου έβαλαν τα πόδια σε σκαμπό, σε σκέπασαν με μια κουβέρτα και ξύπνησες κάποια στιγμή από το δυνατό φύσημα του αέρα και των κλαδιών που έδερναν το παραθύρι…Σε άκουσε η Αλίσια να τριγυρίζεις, σηκώθηκε, άναψε ξανά την ξυλόσομπα που μόλις είχε σβήσει, σου έφτιαξε καφέ, σου έφερε και το καταπληκτικό της πολωνικό τσιζ κέικ – έργο των χεριών της – και έμαθες έκπληκτη ότι ήταν… τέσσερις η ώρα το πρωί!! Μόνο! Είχες μπερδέψει τις ώρες… Η κόρη ξανάπεσε κι εσύ με το καφεδάκι και το γλυκό σου, παρέα με τον πανέμορφο Κουφοντίνα, τον κατάλευκο κουφό γάτο των παιδιών, άρχισες να γράφεις. Να… Τώρα που ξαναζήσατε όλοι μαζί θα είναι δύο φορές πιο δύσκολος ο αποχωρισμός… Αν και σ’ αυτό φταις εσύ, γιατί όλα τα μεγεθύνεις μέσα σου αντί να τα απλοποιείς…
Τι είναι Αθήνα - Καμάρα; Στην πιο δύσκολη περίπτωση 2-3 ώρες! Εδώ σε ώρα αιχμής και βροχής για να πας στο Γέρακα θέλεις τουλάχιστον 40 λεπτά…
Όλα λοιπόν είναι δικαιολογίες…Απλά η ζωή στην Αθήνα μερικούς μας έχει κάνει πολύ μονήρεις τύπους…Διαπιστώνεις ξαφνικά κάτι που γνώριζες παλιά, ότι δηλαδή η ζωή είναι αλλιώς…Θέλει οπωσδήποτε τονωτική ένεση από καθαρό αέρα θαλερό, πράσινο και αυθόρμητους χαρακτήρες. Θέλει αυτό που της έχουν στερήσει τα γρανάζια της πρωτεύουσας: θέλει ανθρώπινη επαφή, αλλά και επαφή σε ό,τι είναι γνήσιο, αυθεντικό, αγνό: τα ζώα, τα δέντρα, τη βροχή, τα πουλιά, την ομίχλη…Διαφορετικά, η αποξένωση των διαμερισμάτων, οι γκρίζοι όγκοι των απρόσωπων πολυκατοικιών, η έλλειψη πρασίνου και το συνεχές κυνήγι μιας επιτυχημένης εργασίας θα μπολιάσουν τραγικά την ψυχή του ανθρώπου που για να επιζήσει υγιώς έχει χρεία από τελείως διαφορετικές ανάγκες…
(Εμφανίσεις filonas.gr: 1.879)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου